Ε΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα «Οἱ τοπικές Σύνοδοι – Μέρος Α’»
<div style="text-align: justify;">
<div style="text-align: center;"><span style="font-size: 14pt;"><span style="color: #993300;"><strong>Ε΄ Ι Ε Ρ Α Τ Ι Κ Η Σ Υ Ν Α Ξ Η</strong><br />μέ θέμα <strong>«Οἱ τοπικές Σύνοδοι – Μέρος Α΄»</strong><br /></span></span></div>
<br /><span style="font-size: 13pt;">Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 11 Δεκεμβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ Ε΄ Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη ὁμιλητής ἦταν ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος, Ἐφημέριος Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν, ὁ ὁποῖος εἰσηγήθηκε τό θέμα <strong>«Ἡ ποιμαντική διακονία σύμφωνα μέ τούς ἱερούς Κανόνες τῶν Τοπικῶν Συνόδων - Μέρος Α΄»</strong>.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Τή Σύναξη ἄνοιξε μέ τήν προσφώνησή του ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Νέας Σμύρμης κ. Συμεών, ὁ ὁποῖος παρουσίασε τόν Εἰσηγητή, καί ἐν συνεχείᾳ τοῦ ἔδωσε τόν λόγο. Ὁ Εἰσηγητής ἐκ προοιμίου διένημε τό κείμενο τῆς Εἰσήγησής του στούς συμμετέχοντες κληρικούς καί ἐν συνεχείᾳ ἀνέπτυξε ἐλεύθερα τό θέμα του.</span><br />
<div style="text-align: center;"><span style="font-size: 13pt;">* * *</span></div>
<span style="font-size: 13pt;">Ὁ π. Ἀναστάσιος δόμησε σέ τρεῖς ἑνότητες τήν Εἰσήγησή του: (α) Εἰσαγωγή: «Ἐκκλησία συστήματος καί συνόδου ἐστίν ὄνομα»· (β) Συνοπτικά ἱστορικά στοιχεῖα περί τῶν Τοπικῶν Συνόδων· (γ) Τό ἦθος καί ἡ διακονία τοῦ κληρικοῦ κατά τούς ἱερούς Κανόνες.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Στήν Εἰσαγωγή του μεταξύ ἄλλων τόνισε ὅτι ἡ <em>«Ἐκκλησία συστήματος καί συνόδου ἐστίν ὄνομα»</em>, ὅπως σημειώνει ἐπιγραμματικά ὁ Ἰ. Χρυσόστομος. Σύμφωνα μέ τή διατύπωση αὐτή, ἡ ἔννοια τῆς Συνόδου δέν περιορίζεται στό ὄργανο διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐκτείνεται σέ κάτι πολύ βαθύτερο. Εἶναι ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀρχαιότερη καί ταυτόχρονα πάντοτε ζῶσα φανέρωσή της εἶναι ἡ Θ. Εὐχαριστία (<em>«ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις»</em> κατά τόν Ἅγ. Νικόλαο Καβάσιλα), ἡ ὁποία εἶναι <em>«σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς»</em>, στήν ὁποία συνεδρεύουν τό θεῖο καί τό ἀνθρώπινο στοιχεῖο της. Στήν Προσκομιδή, πάνω στό Δισκάριο εἰκονίζεται ἡ ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύουσα (ὁ δοξασμένος Ἀμνός, ἀπό τήν Ἀποκάλυψη, καί κύκλωθεν ἡ Παναγία καί τά τάγματα τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων) καί ἡ ἐπί γῆς στρατευομένη Ἐκκλησία μέ τόν Ἐπίσκοπο, καί κύκλῳ αὐτοῦ τά μέλη τῆς ὑπ᾿ αὐτόν τοπικῆς Ἐκκλησίας.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Ἡ συνοδική διάσταση τῆς Ἐκκλησίας δέν περιορίζεται στή λατρεία, ἀλλά ἐπεκτείνεται σέ ὁλόκληρη τή ζωή της. Ἡ Θ. Λειτουργία ἀσφαλῶς ἀποτελεῖ τό θεμέλιο στό ὁποῖο δομήθηκε καί τή μήτρα ἀπό τήν ὁποία γεννήθηκε ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησιαστική ζωή καί ἀσφαλῶς καί ἡ διοίκησή της. Ὁ Ἅγ. Ἰγνάτιος παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τή Θ. Εὐχαριστία προχωρᾶ στό σύνολο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, τήν ὁποία προσεγγίζει συνοδικά καί παραγγέλλει : <em>«Παραινῶ, ἐν ὁμονοίᾳ Θεοῦ σπουδάζετε πάντα πράσσειν, <strong>προκαθημένου τοῦ ἐπισκόπου εἰς τόπον Θεοῦ καί τῶν πρεσβυτέρων εἰς τόπον συνεδρίου τῶν ἀποστόλων καί τῶν διακόνων</strong> τῶν ἐμοί γλυκυτάτων πεπιστευμένων διακονίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὃς πρό αἰώνων παρά Πατρί ἦν καί ἐν τέλει ἐφάνη»</em> (Μαγνησιεῦσιν, 6), ἤ <em>«πάντες τῷ ἐπισκόπῳ ἀκολουθεῖτε, ὡς Ἰησοῦς τῷ Πατρί, καί τῷ πρεσβυτερίῳ ὡς τοῖς ἀποστόλοις, τούς διακόνους ἐντρέπεσθε, ὡς Θεοῦ ἐντολήν. Μηδείς χωρίς τοῦ ἐπισκόπου τι πρασσέτω τῶν ἀνηκόντων εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Ἐκείνη βεβαία εὐχαριστία ἡγείσθω, ἡ ὑπό τόν ἐπίσκοπον οὖσα, ἤ ᾧ ἄν αὐτός ἐπιτρέψῃ...»</em>. Καί θά προχωρήσει περαιτέρω στήν περίφημη διατύπωσή του, στήν ὁποία ἐκφράζει τή βαθιά καί πλήρη ταύτιση τοῦ ἐπισκόπου μέ τήν τοπική Ἐκκλησία στό σύνολό της <strong><em>«ὅπου ἄν φανῇ ὁ ἐπίσκοπος ἐκεῖ τό πλῆθος ἔστω, ὥσπερ ὅπου ἄν ᾖ Χριστός Ἰησοῦς, ἐκεῖ καί ἡ καθολική Ἐκκλησία»</em></strong> (Σμυρναίοις, 8).</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Ἀπό τίς πολλές τοπικές συνόδους πού συγκροτήθηκαν στήν ἀρχαιότητα ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος (691 μΧ) ἐπέλεξε νά περιβάλει μέ οἰκουμενικό κύρος καί ἰσχύ μόνο τούς κανόνες 9 τοπικῶν Συνόδων, ἤτοι :</span><br /><span style="font-size: 13pt;">1. τῆς ἐν Καρχηδόνι ἐπί Ἁγ. Κυπριανοῦ (255 μΧ) κανόνες : 1</span><br /><span style="font-size: 13pt;">2. τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ (315 μχ) κανόνες : 25</span><br /><span style="font-size: 13pt;">3. τῆς ἐν Νεοκαισαρείᾳ (316 μΧ) κανόνες : 15</span><br /><span style="font-size: 13pt;">4. τῆς ἐν Γάγγρᾳ (340 μΧ) κανόνες : 21</span><br /><span style="font-size: 13pt;">5. τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ (341 μΧ) κανόνες : 25</span><br /><span style="font-size: 13pt;">6. τῆς ἐν Σαρδικῇ (Σόφια Βουλγαρίας – 347 μΧ) κανόνες : 20</span><br /><span style="font-size: 13pt;">7. τῆς ἐν Λαοδικείᾳ (380 μΧ) κανόνες : 60</span><br /><span style="font-size: 13pt;">8. τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐπί Νεκταρίου (394 μΧ) κανόνες : 2</span><br /><span style="font-size: 13pt;">9. τῆς ἐν Καρθαγένῃ ἐπί Αὐριλιανοῦ (419 μΧ) κανόνες : 133</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Ἐπίσης, οἱ κανόνες τῶν ἐπί Μ. Φωτίου ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδων, δηλ. (α) τῆς Πρωτοδευτέρας (Α΄ Φωτειανή, 861 μ.Χ. – κανόνες 17) καί (β) τῆς Γ΄ Φωτειανῆς (879/880 μ.Χ. – κανόνες 3) ἐντάσσονται στό corpus canonum τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἔχουν ὑπερ-τοπικό κύρος καί ἰσχύ, παρότι δέν ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο.</span><br />
<div style="text-align: center;"><span style="font-size: 13pt;">* * *</span></div>
<span style="font-size: 13pt;">Ὁ Εἰσηγητής στή Β΄ ἑνότητα ἀναφέρθηκε μέ συνοπτικό τρόπο στά ἱστορικά στοιχεῖα περί τῶν Τοπικῶν Συνόδων. Εἰδικότερα ἀναφέρθηκε στίς ἑξῆς Συνόδους: (1) Ἡ ἐν Καρχηδόνι Σύνοδος ἐπί Ἁγ. Κυπριανοῦ (255μΧ). (2) Ἡ ἐν Λαοδικείᾳ Σύνοδος. (3) Ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος ἐπί Νεκταρίου (394 μΧ). (4) Ἡ ἐν Καρθαγένῃ Σύνοδος τοῦ 419 μ.Χ. (5) Ἡ Πρωτοδευτέρα ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος (861 μ.Χ.). (6) Ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος ἐπί Μ. Φωτίου (879/880 μ.Χ.).</span><br />
<div style="text-align: center;"><span style="font-size: 13pt;">* * *</span></div>
<span style="font-size: 13pt;">Ἰδιαίτερη βαρύτητα ἔδωσε ὁ ὁμιλητής στήν τρίτη ἑνότητα, δηλ. στό ἦθος καί ἡ διακονία τοῦ κληρικοῦ κατά τούς ἱερούς Κανόνες, ὅπου χαρακτηριστικά τόνισε:</span><br /><span style="font-size: 13pt;"><strong><em>(1) «Τό γάρ ἀνεπίληπτον ἐκδικεῖ ἡ Καθολική Ἐκκλησία».</em></strong> Ἐπιγραμματικά τονίζουν οἱ Πατέρες τῆς Νικαίας: <em>«Τό γάρ ἀνεπίληπτον ἐκδικεῖ ἡ Καθολική Ἐκκλησία»</em>. Ὁ λόγος εἶναι διττός: (α) <em>«ὅπως δυνηθῶσιν, ὅ παρά τοῦ Θεοῦ ἁπλῶς αἰτοῦσιν, ἐπιτυχεῖν»</em> καί (β) γιά νά μή δημιουργοῦνται σκάνδαλα στίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν.</span><br /><span style="font-size: 13pt;"><strong>(2) Κατάρτιση τῶν Κληρικῶν.</strong> Οἱ συγκεκριμένες Σύνοδοι πού ἐξετάζουμε δέν ἔχουν συντάξει σχετικούς κανόνες. Μόνο τούς ἐπισκόπους ὁ Λαοδ-12 τούς θέλει <em>«ἐκ πολλοῦ δεδοκιμασμένους ἔν τε τῷ λόγῳ τῆς πίστεως, καί τῇ τοῦ εὐθέος βίου πολιτείᾳ»</em>.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Γιά τήν ἡλικία τῆς χειροτονίας τοῦ διακόνου ὁ Καρθ-16(21) προβλέπει τά 25 ἔτη, ἐνῶ γιά τήν τοῦ πρεσβυτέρου ὁ Νεοκ-11 τά 30 ἔτη μέ τήν ἀξιοσημείωτη αἰτιολογία : <em>«ἐάν καί πάνυ ᾖ ὁ ἄνθρωπος ἄξιος, ἀλλά ἀποτηρείσθω. Ὁ γάρ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἐν τῷ τριακοστῷ ἔτει ἐβαπτίσθη, καί ἤρξατο διδάσκειν»</em>. Τόν κανόνα αὐτό ἐπαναλαμβάνει καί ὁ Στ-14. Ἀξίζει ἡ ἐπισήμανση ὅτι ἡ ἡλικία δέ συναρτᾶται μέ τήν ὡριμότητα του ὑποψηφίου πρός χειροτονία, ἀλλά ἔχει χριστοκεντρική ἀναφορά!</span><br /><span style="font-size: 13pt;"><strong>(3) Σχέσεις ἐπισκόπου-πρεσβυτέρου.</strong> Ὁ πρεσβύτερος ὀφείλει νά εἶναι σέ οὐσιαστική κοινωνία μέ τόν ἐπίσκοπό του καί <em>«μηδέν πράττειν ἄνευ τῆς γνώμης τοῦ ἐπισκόπου»</em>. Ἀπαιτεῖται ὑπακοή στόν ἐπίσκοπο ἐκ μέρους τοῦ πρεσβυτέρου καί τοῦ διακόνου, ὅταν ὁ ἐπίσκοπος <em>«διά τινας ἀναγκαστικάς αἰτίας τῶν ἐκκλησιῶν αὐτῶν τούτους [τόν πρεσβύτερο ἤ τόν διάκονο] πρός μείζονας ἀναβιβάζειν τιμάς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ»</em> . αὐτοί δέ δικαιοῦνται νά ἀπειθήσουν. Ἐπίσης, οἱ κληρικοί δέν ἐπιτρέπεται νά ταξιδεύουν χωρίς τήν ἄδεια ἤ <em>«κανονικά γράμματα»</em> τοῦ ἐπισκόπου τους.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Θά πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ὁ ΑΒ-15 οὐσιαστικά περιβάλλει μέ κανονική ἰσχύ τήν πάγια παράδοση καί πρακτική της Ἐκκλησίας μας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἐδικαιοῦτο κάθε χριστιανός νά διακόπτει τήν κοινωνία μέ ἐπισκόπους, ἀκόμα καί πατριάρχες, ὅταν αὐτοί ἔπεφταν σέ αἱρέσεις. Ἀκριβέστερα ἑρμηνεύει καί διευκρινίζει μαζί μέ τούς ΑΒ-13, -14 τόν ἀσαφή Ἀποστ-31 , ὁ ὁποῖος παρερμηνευόμενος μποροῦσε νά χρησιμοποιθεῖ γιά τή δημιουργία καί ἐκκόλαψη παρασυναγωγῶν καί σχισμάτων.</span><br /><span style="font-size: 13pt;"><strong>(4) Η ποιμαντική διακονία καί οἱ αἱρέσεις – σχίσματα.</strong> Γιά σύνολη τήν ἐκκλησιαστική μας παράδοση, χωρίς τήν παραμικρή ἐξαίρεση, ὑπάρχει ἀπόλυτη καταδίκη καί οὐδεμία ἀνοχή στήν αἵρεση. Ἡ αἵρεση καί τό σχίσμα εἶναι <em>«μεθοδείας ὁδός»</em> τοῦ <em>«πονηροῦ»</em> μέ σκοπό <em>«τοῦ Χριστοῦ σῶμα μερίζειν»</em>. Εἶναι ἐντελῶς ἀσυμβίβαστη ἡ ἐκκλησιαστική ζωή μέ τήν αἵρεση. Δέ θά ἐπεκταθοῦμε στήν ἀποστολική καί πατερική διδασκαλία ἐπ’ αὐτοῦ οὔτε σέ ὁλόκληρη τήν κανονική μας παράδοση, ἀλλά θά περιοριστοῦμε αὐστηρά στούς κανόνες τῶν Τοπικῶν Συνόδων πού ἐξετάζουμε. Οἱ φράσεις καί οἱ εἰκόνες πού χρησιμοποιοῦν γιά τήν αἵρεση εἶναι πολύ σκληρές καί ἀπόλυτες, ὥστε νά καταδειχθεῖ τό πόσο φρικτή καί ἀπαίσια κατάσταση εἶναι. Μεταξύ ἄλλων χαρακτηρίζεται ὡς <em>«στρεβλότης»</em> (Καρχηδ-1), <em>«φαυλότης»</em> καί <em>«πλάνη»</em> φέρουσα τόν <em>«ὄλεθρον»</em> (Καρθ-57(66), <em>«βρόγχος διαβόλου»</em> (Καρθ-66(75), <em>«ἐλεεινή πλάνη»</em> στήν ὁποία <em>«κατεδέθησαν»</em> οἱ αἱρετικοί (Καρθ-66(75), <em>«μεμιασμένη κοινωνία»</em> (Καρθ-69(78). Οἱ ἐμμένοντες στήν αἵρεση χαρακτηρίζονται <em>«ἀκάθαρτοι»</em>, <em>«ἀντίπαλοι Χριστοῦ»</em>, <em>«ἱερόσυλοι καί ἁμαρτωλοί»</em>, <em>«ἀντικείμενοι (τῷ Χριστῷ) τουτέστι πολέμιοι καί ἀντίχριστοι»</em>, <em>«οὕς ὁ Κύριος πολεμίους καί ἀντιπάλους λέει ἐν τοῖς Εὐαγγελίοις»</em> (Καρχηδ-1). Ἐπίσης, ἡ αἵρεση <em>«ἐγκαταλείπουσα»</em> ἀμέσως ἤ ἐμμέσως <em>«τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ»</em>, καταντᾶ <em>«κεκρυμμένη εἰδωλολατρία»</em> (Λαοδ-35) καί ἀθεΐα καί γι’ αὐτό οἱ ἀκολουθοῦντες αὐτή βρίσκονται <em>«αἰχμαλωτισθέντες στό θέλημα τοῦ διαβόλου» </em>(Καρθ-66(75).</span><br /><span style="font-size: 13pt;"><strong>(5) Ἡ λειτουργική διακονία.</strong> Ἐδῶ ὁ π. Ἀναστάσιος μίλησε (α) Περί τοῦ Ἱ. Ναοῦ. (β) Τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. (γ) Ἡ Χειροτονία. (δ) Ἡ Θ. Λειτουργία. (ε) Ἡ περίοδος τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.</span><br /><span style="font-size: 13pt;">Τέλος, ὁ Εἰσηγητής ὁλοκλήρωσε τήν ὁμιλία του μέ τήν παραίνεση-ἐπισήμανση, τήν ὁποία θέλει ἡ ἐκκλησιαστική παράδοση ὡς ἐπίλογο τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων. Μέ τήν παραίνεση αὐτή ἡ ἀποστολική παράδοση ἐπισημαίνει τούς σοβαρότατους κινδύνους στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί στήν προσωπική πνευματική μας ζωή, ἀπό τή συστηματική καί ἐσκεμμένη περιφρόνηση τῆς κανονικῆς μας παραδόσεως. <em>«Ταῦτα περί κανόνων διατετάχθω ὑμῖν παρ’ ἡμῶν, ὤ Ἐπίσκοποι. Ὑμεῖς δέ ἐμμένοντες αὐτοῖς σωθήσεσθε, καί εἰρήνην ἕξετε, ἀπειθοῦντες δέ κολασθήσεσθε, καί πόλεμον μετ΄ ἀλλήλων ἀΐδιον ἕξετε, δίκην τῆς ἀνηκοΐας τήν προσήκουσαν τιννύντες»</em>. </span><br />
<div style="text-align: center;"><span style="font-size: 13pt;">* * *</span></div>
<span style="font-size: 13pt;">Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τόν Εἰσηγητή, Αἰδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο π. Ἀναστάσιο Γκοτσόπουλο, γιά τήν πληρότητα καί τή σαφήνειά του, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα σέ ἕνα εὐρύ φάσμα ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τόν Εἰσηγητή καί παράλληλα ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη μας κ. Συμεών.</span></div>