Δ΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα: Ἀντίφωνα - Μικρή Εἴσοδος καί Τρισάγιος Ὕμνος - Ἀναγνώσματα
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 15 Νοεμβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ τέταρτη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης.
Στή Σύναξη ὁμιλητές ἦταν ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Πολύκαρπος Κεντικελένης, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας Μυρτιδιώτισσας Ἁλίμου, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Ἀντίφωνα - Μικρή Εἴσοδος», καί ὁ Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Νικόλαος Κουτρουμάνος, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἄνω Καλαμακίου, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Τρισάγιος Ὕμνος - Ἀναγνώσματα».
Ἀρχικά ὁ Σεβασμιώτατος κ. Συμεών ἔδωσε τόν λόγο στόν πρῶτο ὁμιλητή, π. Πολύκαρπο, γιά νά ἀναπτύξει τό ἀνωτέρω θέμα. Τόνισε μεταξύ ἄλλων ὅτι στήν ἀρχαιότητα ἡ πρώτη πράξη τῆς θείας Λειτουργίας μετά ἀπό τή σύναξη τῶν πιστῶν ἦταν ἡ εἴσοδος τοῦ προεστοῦ. Ὅταν ὁ προϊστάμενος τῆς σύναξης εἰσέρχεται, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, λέγει «Εἰρήνη πᾶσι». Ἀκριβῶς μέ τήν εἴσοδο καί ἀπό τήν εἴσοδο ἄρχιζε ἡ ἱερουργία, γιά τό ὁποῖο μέχρι σήμερα μαρτυρεῖ ἡ τάξη τῆς ἀρχιερατικῆς ὑποδοχῆς. Στή συνέχεια αὐτή ἡ ἀρχική εἴσοδος, γιά διαφόρους λόγους, ἀπέκτησε μέ τήν σειρά της ἄλλη «ἀρχή» καί ἔτσι τώρα αὐτό πού ὀνομάζουμε «Μικρή Εἴσοδο» δέν ἔχει γιά ἐμᾶς τό ἴδιο νόημα μέ τήν ἀρχική ἱεροτελεστία τῆς Λειτουργίας. Σέ αὐτή ὀφείλεται ἡ δημοτικότητα τῆς ἑρμηνείας της στά πλαίσια τοῦ ἀπεικονιστικοῦ συμβολισμοῦ σάν ἐξόδου τοῦ Χριστοῦ στό θεῖο κήρυγμα.
Τό πρῶτο ἀντίφωνο ψάλλεται ἀμέσως μετά τά Εἰρηνικά. Σήμερα ἔχει ὡς ἐφύμνιο τό «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου», ἐνῶ τό δεύτερο ἀντίφωνο ἔχει ὡς ἐφύμνιο τό «Σῶσον ἡμᾶς, Υἱέ Θεοῦ, ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν» ἤ «ὁ ἐν ἁγίοις θαυμαστός» γιά τίς καθημερινές. Ἐδῶ τονίζεται περισσότερο τό χριστοκεντρικό περιεχόμενο τῶν ἀντιφώνων, καθώς αὐτό κατακλείεται μέ τόν ὕμνο «Ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ».
Τά ἀντίφωνα μέ τούς στίχους ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη σκοπεύουν νά μᾶς προετοιμάσουν γιά τή θεία Λειτουργία. Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας μᾶς λέγει πώς τά προφητικά αὐτά λόγια πού ἀποδίδονται μέ τούς στίχους τῶν ἀντιφώνων συμβολίζουν τίς ἀρχές τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, τότε πού ἦταν μέν παρών σέ αὐτόν, ἀλλά ὁ κόσμος δέν τόν γνώριζε ἀκόμα, μέχρι τήν ἐποχή πού ὁ προφήτης Ἰωάννης τόν κήρυξε καί τόν ἔκαμε γνωστό στόν κόσμο. Οἱ ψαλμικοί στίχοι τῶν ἀντιφώνων προετοιμάζουν τόν δρόμο γιά τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς καλοῦν νά τόν ὑποδεχθοῦμε καί νά τόν ἀκολουθήσουμε. Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ἀναφέρει ὅτι τά ἀντίφωνα εἶναι τρία πρός τιμήν τῆς ἁγίας Τριάδος καί πώς μαζί μέ αὐτά τιμοῦνται ἡ Θεοτόκος πού γέννησε τόν Χριστό, οἱ τῶν ἁγίων καί ἀνυμνεῖται ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτός εἶναι ὁ ἕνας τῆς ἁγίας Τριάδος πού σαρκώθηκε καί διάλεξε τή Μητέρα του γιά χάρη μας καί τούς χορούς τῶν ἁγίων πού εἶναι οἱ πρεσβευτές μας πρός τόν Θεό.
Σήμερα, ἀφοῦ ψαλλεῖ τό τρίτο ἀντίφωνο, πού εἶναι τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, γίνεται ἡ Μικρή Εἴσοδος. Ὁ διάκονος ἤ ὁ ἱερέας λαμβάνει ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα τό ἱερό εὐαγγέλιο, τό κρατάει στό ὕψος τοῦ προσώπου του ὥστε αὐτό νά καλύπτεται ἀπό τόν ἐρχόμενο Κύριο, ἐξέρχεται ἀπό τήν θύρα τῆς προθέσεως καί διά πομπῆς ἀπό τό μέσον τοῦ ναοῦ καταλήγει ἔμπροσθεν τῆς Ὡραίας Πύλης, ὅπου λέγει τό «Σοφία ὀρθοί» καί κατόπιν, ἐνῶ ψάλλεται τό εἰσοδικό, εἰσέρχεται στό ἱερό καί ἀποθέτει τό εὐαγγέλιο στήν ἁγία Τράπεζα. Στό μέσον τοῦ ναοῦ ἡ πομπή σταματᾶ καί ὁ ἱερέας λέγει τήν εὐχή τῆς Εἰσόδου: «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν...». Ἡ εὐχή ἀναφέρεται στή συλλειτουργία μέ τούς ἀγγέλους πού θά πραγματοποιηθεῖ στό ἱερό Βῆμα. Παρόμοιο περιεχόμενο ἔχει καί ἡ εὐλογία τῆς Εἰσόδου: «Εὐλογημένη ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων σου...». Στό σημεῖο αὐτό γίνεται φανερό πώς γιά τήν Ἐκκλησία μας ἡ εὐχαριστιακή Σύναξη καί Λειτουργία ὑπομνηματίζει τήν οὐράνια ἀγγελική Λειτουργία. Ἡ εὐχή αὐτή τῆς εἰσόδου ἐναρμονίζεται μέ τή μορφή πού πῆρε ἡ θεία Λειτουργία ὅπως ἀναφέραμε μετά τόν 7ο αἰώνα, καθώς ὁμιλεῖ γιά εἴσοδο στό ἱερό καί ὄχι στόν ναό.
Μετά τήν εὐχή τῆς Εἰσόδου ὁ ἱερέας εὐλογεῖ τήν Εἴσοδο καί ἀφοῦ τελειώσει ἡ ψαλμωδία τοῦ ἀντιφώνου, ἐκφωνεῖ τό «Σοφία Ὀρθοί». Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ἑρμηνεύοντας τίς κινήσεις καί τά λεγόμενα τῆς Εἰσόδου, λέγει πώς ὁ Κύριος ἦλθε στή γῆ, ἀπέθανε καί ἐτάφη καί κατέβηκε τελικά στόν ἅδη γιά χάριν μας. Στήν συνέχεια ἡ ἔγερση μετά τήν προσευχή δηλώνει τήν Ἀνάσταση. Τήν Ἀνάσταση δηλώνει καί ἡ ὕψωση τοῦ Εὐαγγελίου. Καί τό «Σοφία. Ὀρθοί» δηλώνει ὅτι ὁ ἀναστάς Κύριος μᾶς ἀνόρθωσε καί μᾶς ἀνύψωσε θυμίζοντάς μας τήν Ἀνάληψη.
Ὁ ὁμιλητής π. Πολύκαρπος ὁλοκλήρωσε τήν εἰσήγησή του μέ τά ἑξῆς: Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι ἡ μυστηριακή παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Δημιουργός καί Βασιλεύς τῶν ὅλων. Εἶναι «ὁ πᾶσαν ἐκκλησιάζων τήν κτίσιν». Ἡ παρουσία Του συγκαλεῖ, συνάγει τά πάντα. Τά «ἐνδιασφίγγει καί μεταξύ τους καί μέ τόν ἑαυτό Του προνοητικῶς», ὅπως λέγουν οἱ ἅγιοι Γρηγόριος Νύσσης καί Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Σέ κάθε θεία Λειτουργία μαζί μέ τόν Χριστό εἶναι παροῦσα καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά καί ὅλη ἡ κτίση. Γι' αὐτό καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί ἄλλοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζουν τή θεία Λειτουργία σύνοδο, ἐπειδή ὅλοι μαζί ἑνωμένοι συμπορευόμαστε ἐν εἰσόδῳ πρός τόν ἅγιον Θεόν.
* * *
Ἐν συνεχείᾳ ἔλαβε τόν λόγο ὁ δεύτερος ὁμιλητής, π. Νικόλαος, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Τρισάγιος Ὕμνος - Ἀναγνώσματα». Τόνισε ὅτι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι θεμελιωμένη στήν προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μαζί μέ τό Εὐαγγέλιο, μαζί μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, Ἄγγελοι ἦρθαν στή σύναξή μας· σ’ ἕναν χορό λοιπόν τώρα μαζί μέ τούς Ἀγγέλους ψάλλουμε τόν Τρισάγιο Ὕμνο.
Ὁ Τρισάγιος Ὕμνος εἶναι ἐκεῖνος πού ἄκουσε ὁ προφήτης Ἡσαΐας νά ψάλλουν ἀκατάπαυστα οἱ Ἄγγελοι γύρω ἀπό τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ· «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ».
Ὁ Τρισάγιος Ὕμνος καθιερώθηκε ἐπίσημα τόν 5ο αἰώνα ἐπί αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ, σέ μία παλλαϊκή ἱκεσία γιά τή σωτηρία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς σεισμούς. Ἀπό τότε μέ τήν εἰσαγωγή τοῦ τρισάγιου ὕμνου στή Λατρεία, καί μάλιστα στή θεία Λειτουργία, ἡ στρατευόμενη Ἐκκλησία ἑνώνει τή φωνή της μέ τά λειτουργικά πνεύματα, τούς Ἀγγέλους καί τούς δικαίους σέ μία παγκόσμια δοξολόγηση τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἀποτελεῖ μιά προτύπωση ἑνώσεως καί ἰσότητος τῶν δικαίων μέ τούς Ἀγγέλους. Ὁ Τρισάγιος ὕμνος ἐκτός ἀπό τόν δοξολογικό καί ἱκετευτικό του χαρακτήρα ἔχει καί τριαδολογικό νόημα, ἀφοῦ ἀναφέρεται στόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα καί κατακλείεται μέ τήν ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους τῆς μίας τρισυπόστατης θεότητας. «Πόσο μεγάλα εἶναι τά δῶρα τοῦ τρισυπόστατου Θεοῦ, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, νά δέχεται νά τόν δοξολογοῦν μαζί οἱ στρατιές τῶν Ἀγγέλων μέ τίς γενιές τῶν ἀνθρώπων».
Ἡ «Ἄνω Καθέδρα» εἶναι ὁ ἐπουράνιος Θρόνος τοῦ Χριστοῦ καί συμβολίζεται μέ τόν θρόνο τοῦ Ἐπισκόπου, γι᾽ αὐτό ὅλες οἱ ἀρχαῖες Βυζαντινές Ἐκκλησίες ἔχουν τόν θρόνο τοῦ Ἐπισκόπου καί τό «Σύνθρονο» τῶν Πρεσβυτέρων στό πίσω ἡμικύκλιο, πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα.
Στά νεώτερα χρόνια ἐπικράτησε νά τοποθετεῖται πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος, ὁ ὁποῖος συμβολίζει ἔμμεσα τήν «Ἄνω Καθέδρα». Συνεπῶς, ὀρθό εἶναι ἡ φράση «Εὐλογημένος εἶ, ὁ ἐπί θρόνου δόξης...» νά λέγεται ἀπό τόν Ἱερέα μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο Κύριο, πού συμβολίζει τήν «Ἄνω Καθέδρα» καί ὄχι μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα, πού συμβολίζει τόν Τάφο τοῦ Χριστοῦ, ἤ μπροστά στήν Πρόθεση.
Ἡ συνήθεια κατά τή θεία Λειτουργία νά διαβάζονται περικοπές ἀπό τήν Ἁγία Γραφή ἔχει τήν ἀρχή της ἀπό τήν Ἑβραϊκή Συναγωγή. Κάθε Σάββατο στήν Ἑβραϊκή Συναγωγή διαβάζονταν ἀποσπάσματα ἀπό τήν Πενταύτευχο καί τούς Προφῆτες. Ὑπῆρξε ἕνα μικρό διάστημα προτοῦ ἀκόμη τυπωθοῦν καί κυκλοφορήσουν τά Εὐαγγέλια, πού ὡς ἀναγνώσματα χρησιμοποιοῦνταν περικοπές μόνο ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί κυρίως ἀπό τούς Προφῆτες, οἱ ὁποῖοι ἀνήγγειλαν τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου (140 μ.Χ.) ἔχουμε μαρτυρίες γιά τήν καθιέρωση καί λαμβάνονται περικοπές ἀπό τά Ἱερά Εὐαγγέλια. Τά ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη δέν καταργήθηκαν, ἀλλά μετατοπίστηκαν στόν Ἑσπερινό καί στήν Προηγιασμένη Ἀκολουθία. Μόνο δύο στοιχεῖα παρέμειναν ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη στήν θεία Λειτουργία. Τό ἕνα εἶναι τό «Προκείμενο» τῶν Ἀποστόλων καί τό δεύτερο εἶναι τό «Ἀλληλούϊα» πρό τοῦ Εὐαγγελίου.
Μέ τά ἱερά ἀναγνώσματα ἔχουμε τήν τέλεια φανέρωση τοῦ Κυρίου. Δηλαδή τήν περίοδο ἐκείνη κατά τήν ὁποία μιλοῦσε δημόσια σ᾽ ὅλους, καί παρουσίαζε τόν ἑαυτό Του, ὄχι μόνο μ᾽ αὐτά πού ἔλεγε ὁ ἴδιος, ἀλλά καί μ᾽ αὐτά πού δίδασκε τούς ἀποστόλους Του νά λένε ὅταν τούς ἔστελνε στά χαμένα πρόβατα τοῦ οἴκου Ἰσραήλ. Ὁ Ἀναγνώστης ἀρχίζει νά ἀπαγγέλλει «ἐμμελῶς, εὐκρινῶς καί σεμνοπρεπῶς» τήν ἀποστολική περικοπή.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν ἀνάγνωση καί ἀκρόαση τῆς θείας Γραφῆς, καί μάλιστα στόν Ἀπόστολο καί στό Εὐαγγέλιο, δίνει ἐπίσημο, δημόσιο καί λειτουργικό χαρακτήρα. Ἕνας σύγχρονός μας ὀρθόδοξος θεολόγος γράφει χαρακτηριστικά ὅτι μετά τά Ἀντίφωνα καί τό «Ἅγιος ὁ Θεός…», ὅταν δηλαδή παύουν οἱ ὕμνοι, σταματᾶμε νά μιλᾶμε ἐμεῖς, γιατί μέ τήν ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν κατεβαίνει καί μιλάει ὁ Θεός γιά νά τόν ἀκούσουμε. Ἔτσι ὁ ἁγιογραφικός λόγος εἶναι μιά ζωντανή παρουσία μέσα στή λειτουργική σύναξη τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ὁμιλητής π. Νικόλαος ὁλοκλήρωσε τήν εἰσήγησή του μέ τήν ἀναφορά στό κήρυγμα. Τό κήρυγμα τοῦ θείου Λόγου ἦταν πάντα συνδεδεμένο μέ τήν προσευχή καί τή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός δίδασκε στίς συναγωγές «ἐν τοῖς σάββασι». Ἔπειτα οἱ Ἀπόστολοι: «ἡμεῖς δέ τῇ προσευχῇ καί τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν». Τό κήρυγμα μαζί μέ τή θεία Λατρεία εἶναι τό πρῶτο ἔργο τῶν ἱερέων, ἀλλά καί τό πιό δύσκολο καί ὑπεύθυνο. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μετά τήν Ἀνάσταση, λέγει στούς Ἀποστόλους «πορευθέντες εἰς τόν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τό Εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτήσει».
* * *
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Συμεών εὐχαρίστησε τούς ὁμιλητές, π. Πολύκαρπο Κεντικελένη καί π. Νικόλαο Κουτρουμάνο, γιά τήν πληρότητα καί τή σαφήνεια τῆς ὁμιλίας τους, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τούς Εἰσηγητές καί τόν Σεβασμιώτατο κ. Συμεών.