Ο ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΣ - ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ στήν Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης
Μέσα σέ κλίμα βαθιᾶς κατανύξεως καί μεγάλης εὐλάβειας τελέσθηκε τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, 17ης Μαρτίου, στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Νέας Σμύρνης ὁ πρῶτος Κατανυκτικός «Συγχωρητικός Ἑσπερινός». Πρόκειται γιά τόν Ἑσπερινό μέ τόν ὁποῖο οὐσιαστικά ἀρχίζει ἡ κατ’ ἐξοχήν ἱερά περίοδος, ἡ ἱερότερη χρονική περίοδος καί ἡ καρδιά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, μοναδική σέ βάθος καί ὡραιότητα ἀκολουθία στο κατώφλι τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, καί πρίν ἀπό τό «Νῦν ἀπολύεις» ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Βασίλειος Γιαννάκας, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Κυριακῆς Παλαιοῦ Φαλήρου, ἐξεφώνησε τήν Ὁμιλία του, ἐπικεντρωμένη στή Δέκατη διδασκαλία τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου ἀπό τό ἔργο του «Ἀσκητικά».
Μέ τό πέρας τῆς ὁμιλίας τοῦ πρώτου αὐτοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών εὐχήθηκε σέ ὅλους μας μέ ὅλη τήν καρδιά καί τήν ἀγάπη του Καλή Τεσσαρακοστή! Ὁ Κύριος Ἰησοῦς νά χαρίζει δύναμη, ὑγεία καί ἀγωνιστικό φρόνημα σέ ὅλους μας, ἔτσι ὥστε κατά τόν ἱερό Ὑμνογράφο νά διαπλεύσουμε «τό τῆς νηστείας μέγα πέλαγος» καί νά ἀξιωθοῦμε «προσκυνῆσαι καί τήν ἁγίαν Ἀνάστασιν». Κατόπιν, ὁ Σεβασμιώτατος, ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ πιστός λαός τῆς Νέας Σμύρνης ζητήσαμε συγχώρηση ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καί εὐχηθήκαμε νά εἶναι εὐλογημένη καί ἡ ἐφετινή Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
* * *
Ὁμιλία Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Συγγνώμης
Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου π. Βασιλείου Γιαννάκα,
στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Νέας Σμύρνης (17.3.2024)
«Ἀπό δέ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ
ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται,
καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. ια' 12).
Μᾶς ἀξίωσε ὁ Κύριος νά φθάσουμε καί φέτος στήν εὐλογημένη περίοδο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μιά περίοδο πού μᾶς καλεῖ νά ἐπαναπροσδιορίσουμε τό ποιοί εἴμαστε, ἀπό ποῦ ἐρχόμαστε καί ποῦ πηγαίνουμε. Σήμερα «ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀπό τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ». Ὅπως ἔχει γραφτεῖ, ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν παράδεισο, δέν σημαίνει μόνο τήν ἀπώλεια ἑνός παρελθόντος ἀγαθοῦ, ἀλλά κυρίως τήν ἀπώλεια τῆς μελλοντικῆς τελειώσεως, τήν ματαίωση τοῦ καθ’ ὁμοίωσιν. Ἡ μυθολογία γενικῶς ἀναφέρεται σ’ ἕναν παράδεισο πού ἦταν στό μακρινό παρελθόν καί χάθηκε. Ἡ θεολογία κάνει λόγο γιά ἕναν μελλοντικό παράδεισο πού δέν μπόρεσε νά ἐκπληρωθεῖ. Ναί, εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ! Προερχόμαστε ἀπό τόν παράδεισο τῆς ἀγάπης του, βαδίζουμε μέσα στόν παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας του, και πορευόμαστε πρός τόν παράδεισο τοῦ ἐλέους του, πού δέν πρέπει νά χαθεῖ!
Γι’ αὐτό καί μᾶς κάλεσε σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας νά εἰσέλθουμε στό στάδιο τῶν ἀρετῶν, νά πάρουμε τήν πανοπλία τοῦ Σταυροῦ καί νά ἀναλάβουμε τόν ἀγώνα τῆς νηστείας, τήν πάνοπλη ἐγκράτεια (Αἴνοι Τυρινῆς). Σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου πού εἶπε: «Ἀπό δέ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. ια' 12). Δηλαδή: Ἄλλη ἐποχή ἀρχίζει τώρα, πολύ διαφορετική ἀπό τήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού φθάνει μέχρι Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ἀπό τή στιγμή πού ἔκαμε τήν ἐμφάνισή του ὁ Ἰωάννης ἕως τώρα, ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐγκαθιδρύεται στή γῆ, ἀποκτᾶται μέ ἀγώνα καί ὅσοι ἀγωνίζονται ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, πού ὑπάρχει μέσα τους καί μέσα στόν κόσμο, τήν ἁρπάζουν καί τήν κρατοῦν σφικτά.
Στούς Κατανυκτικούς Ἑσπερινούς θά ἔχουμε φέτος ὡς ὁδηγό μας τίς διδασκαλίες τοῦ Ἀββᾶ Δωροθέου ἀπό τό ἔργο του «Ἀσκητικά». Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος ἔζησε στίς ἀρχές τοῦ 6ου αἰώνα. Μετά τή θύραθεν μόρφωση, ἀποφάσισε νά μονάσει καί νά ἀποκτήσει καί τήν πνευματική μόρφωση, κοντά σέ δύο μεγάλες μορφές τῆς ἐποχῆς του, τούς ἔγκλειστους ἀββάδες Βαρσανούφιο καί Ἰωάννη. Ἡ ἀσθενική του φύση καί οἱ ἔντονοι πειρασμοί, πού εἶχε στήν ἀρχή τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, τόν ἔφεραν στό ὅριο τῆς ἀπελπισίας καί ἐγκατάλειψης τοῦ μοναχισμοῦ. Ὅμως, μέ τήν ὑπομονή καί τήν ὑπακοή του στήν φωτισμένη καθοδήγηση τῶν πνευματικῶν του πατέρων, μπόρεσε νά σταθεροποιηθεῖ καί νά προκόψει. Ἔτσι, ἐκτός ἀπό τά διάφορα διακονήματα πού εἶχε στό μοναστήρι, τοῦ ἀνατέθηκε καί τό δύσκολο ἔργο τῆς πνευματικῆς καθοδήγησης τῶν μοναχῶν. Ἄκουγε τούς λογισμούς τους καί τούς συμβούλευε στόν ἀγώνα τους.
Τό ἔργο του «Ἀσκητικά», εἶναι κείμενα πού προέκυψαν ἀπό αὐτές τίς συζητήσεις πού ἔκανε μέ τούς ἀδελφούς τῆς μονῆς. Καί παρότι ἔχουν μοναχικό προσανατολισμό, ὅμως τά χαρακτηρίζει ἡ ἁπλότητα, ἡ πρακτικότητα καί ἡ βαθιά γνώση τῆς ἀνθρώπινης φύσης, πού τά καθιστᾶ πολύτιμο βοήθημα ὄχι μόνο γιά μοναχούς ἀλλά καί γιά κάθε πιστό πού θέλει νά προοδεύσει πνευματικά. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στίς 13 Αὐγούστου.
Ἡ 10η Διδασκαλία μέ τήν ὁποία θά ἀσχοληθοῦμε σήμερα, ἀναφέρεται στήν πορεία μας στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ μέ νηπτική, ἄγρυπνη ἐγρήγορση καί σαφή προσανατολισμό. Σέ τρία σημεία τῆς Διδασκαλίας θά ἤθελα νά στρέψω τήν προσοχή μας ἀπόψε.
Α. Λέει χαρακτηριστικά ὁ Ἀββάς: «Φροντίσωμεν ἑαυτῶν, ἀδελφοί, νήψωμεν... βιασώμεθα ἑαυτούς, βάλωμεν ἀρχήν, θελήσωμε τό καλόν... αὐτό τό θέλειν ἀρχή σωτηρίας ἡμῖν ἐστιν· ἐκ τοῦ γάρ θέλειν ἐρχόμεθα σύν Θεῷ καί εἰς τό ἀγωνίζεσθαι... ἀγώνισαι καί γένῃ ἐν ἕξει τῆς ἀρετῆς». Νά φροντίσουμε καί ὄχι νά ἀμελήσουμε τόν ἑαυτό μας (πόσο ὄμορφη καί οἰκεία εἰκόνα!), νά εἴμαστε σέ ἐγρήγορση, νά ἀσκήσουμε βία στόν ἑαυτό μας, δηλαδή νά ἀγωνιστοῦμε, νά κάνουμε μιά θεάρεστη ἀρχή ἐπιθυμώντας τό καλό. Αὐτή ἡ ἐπιθυμία καί θέληση γίνεται ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας μας. Μέ τή θέληση καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ προχωρᾶμε στόν ἀγώνα. Ἀγωνίσου καί ἡ ἀρετή θά ταυτιστεῖ μέ σένα.
Ἔχει μεγάλη ἀξία ἡ ἀρχή! «Σφήνωσε» στή σκέψη σου τήν ἐπιθυμία τοῦ καλοῦ, τῆς ἀρετῆς καί πάρε τήν ἀπόφαση ὅτι «ἔτσι θέλω νά ζήσω πλέον», καί ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν ἔχει θέση στή ζωή μου. Καί κάθε φορά πού ὁ πειρασμός θά χτυπᾶ τήν πόρτα τοῦ νοῦ, θά προβάλει ὁ λογισμός. Ὅμως ὁ ἀγαθός λογισμός δέν εἶναι ἀπό μόνος του ἀρκετός καί ἄρα ἀμετακίνητος. Τόν καθιστᾶ τέτοιο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ: «Κύριε, στήριξέ με στήν ἀπόφασή μου νά παραμείνω στόν δρόμο σου»! Ἄς μήν ξεχνᾶμε ὅτι καμιά πρόοδο δέν μποροῦμε νά πετύχουμε μόνοι μας. Ἀλλά καί καμιά σωτηρία δέν θά προκύψει ποτέ χωρίς κι ἐμεῖς νά τό θελήσουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά. Βάρκα – πανιά - ἄνεμος: Μάταιη ἡ ἀνθρώπινη προσπάθεια χωρίς τή θεία χάρη. Ἄκαρπη ἡ θεία Χάρις χωρίς τήν ἀνθρώπινη συγκατάθεση.
Ἡ ἀρετή γίνεται ἕξις, δευτέρα φύσις. Ἤθος καί ἔθος (=συνήθεια), κοινή ρίζα. Φανερώνει τή σχέση της μέ τόν χρόνο. Ἡ συνήθεια πού καλλιεργεῖται μέ τόν χρόνο, διαμορφώνει τήν ἠθική συμπεριφορά. Ἔτσι ἔχουμε καλές καί κακές συνήθειες. Π.χ. ἕνα παιδί πού συνηθίζει ἀπό μικρό νά ἐκκλησιάζεται, νά προσεύχεται, νά κοινωνεῖ, νά πηγαίνει στό Κατηχητικό Σχολεῖο, διαμορφώνει ἕνα ἐκκλησιαστικό ἦθος. Ἀντίθετα ἕνα παιδί πού δέν... ἀλλά βρίσκεται διαρκῶς μπροστά σέ μιά ὀθόνη, συναναστροφές, διαμορφώνει ἕνα ἄλλο κοσμικό ἤθος... Κι ἄς μή ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν ἐμφανίζεται στήν ἐποχή μας ὡς κακή, ἀλλά ἑλκυστική, συναρπαστική. Ἀντίθετα, ἡ ἀρετή ἐμφανίζεται βαρετή καί ἀποριπτέα (π.χ. Κατανυκτικός - καρναβάλι). Ὁ πονηρός καταφέρνει νά μᾶς ἐντυπωσιάζει καί νά στρέφει τό ἐνδιαφέρον μας σέ δευτερεύοντα πράγματα, ὄχι κατ’ ἀνάγκην ἁμαρτωλά, κι ἐμεῖς συνηθίζουμε σ’ αὐτά καί μένουμε μακριά ἀπό τόν Θεό...
Ἄς μήν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ πονηρός ἔχει βρεῖ τόν τρόπο, ὄχι μόνο μέ τήν ἁμαρτία, ἀλλά καί μέ τήν ἀρετή νά ἀπομακρύνει τούς πιστούς ἀπό τόν Θεό! Ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς εἶναι ἕνας ἐνάρετος... Ὁ μεγάλος ἀδελφός εἶναι ἐνάρετος... Ἡ ἀρετή τους ὅμως δέν εἶναι θεάρεστη, γιατί εἶναι αὐτονομημένη. Εἶναι προσωπικό τους κατόρθωμα, καί ὄχι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί εἶναι σκληρή καί ἀφιλάνθρωπη, δέν εἶναι θεοειδής καί φιλάνθρωπη. Ὁ Τελώνης καί ὁ Ἄσωτος ἔρχονται καί λένε: εἶμαι ἕνα τίποτα, ἕνα μηδέν. Κι ὁ Θεός παίρνει αὐτό τό μηδέν καί δημιουργεῖ ἐκ τοῦ μηδενός καί ἐκ τοῦ μή ὄντος τή σωτηρία τους. Οἱ ἄλλοι ἔχουν τά χαρτοφυλάκιά τους καί τίς περγαμηνές τους, καί δέν “χρειάζονται” τόν Θεό. Γι’ αὐτό καί δέν ὑπάρχει στή ζωή τους. Μ’ αὐτή τή συναίσθηση τῆς ἀναξιότητας νά προσεγγίζουμε τόν Κύριο.
Β΄. Ἕνα δεύτερο στοιχεῖο πού ἀναφέρει ὁ Ἀββᾶς στή διδασκαλία του εἶναι ὅτι οἱ ἀρετές στόν ἄνθρωπο εἶναι μιά μεσότητα: «Αἱ γάρ ἀρεταί μέσαι εἰσίν, ἡ βασιλική ὁδός ἐστι... μέσαι ὑπερβολῶν καί ἐλλείψεων». Γιά παράδειγμα, ἡ ἀρετή τῆς ἀνδρείας βρίσκεται ἀνάμεσα στήν ἔλλειψη τῆς δειλείας καί τήν ὑπερβολή τοῦ θράσους. Ἡ ἀρετή τοῦ σεβασμοῦ ἀνάμεσα στήν ντροπή καί τήν ἀναίδεια.
Ἐδῶ θά εἴχα νά παρατηρήσω ὅτι ὅταν ὁ πονηρός στήνει μιά παγίδα, ἕναν πειρασμό, αὐτός εἶναι πάντα διπλός: Ἤ θά σκανδαλιστεῖς ἤ θά κατακρίνεις. Καί τά δύο εἶναι βαρύτατες ἁμαρτίες. Θά δῶ π.χ. ἕναν συνάδελφο νά κάνει μιά ἀταξία, ἕνα πρόσωπο νά κάνει μιά ἁμαρτία. Ἄν ταυτιστῶ (ἔστω κι ἄν δέν τό κάνω) μέ αὐτό πού βλέπω ἤ ἀκούω, τότε σκανδαλίστηκα καί ἁμάρτησα. Ἄν τόν κατακρίνω γι’ αὐτό πού κάνει ἐπίσης ἁμάρτησα.
Θυμίζει λίγο τή παγίδα τῶν Γραμματέων πρός τόν Κύριο μέ τούς φόρους πού τόν ρώτησαν: Πρέπει ἤ δέν πρέπει νά πληρώνουμε φόρους στόν Καίσαρα; Ὅ,τι κι ἄν ἀπαντοῦσε ὁ Κύριος θά ἦταν ἔνοχος! Ὁ Κύριος ὅμως κατάλαβε τήν πονηρία τους καί ἔδωσε τή γνωστή «βασιλική», μέση ἀπάντηση πού τούς ἄφησε ἄφωνους καί ἔκπληκτους: «Ἀπόδοτε οὖν τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. κβ' 21). Ἡ ἐκεῖνο τό δίλημμα πού τοῦ ἔθεσαν μέ τήν γυναίκα πού τοῦ ἔφεραν μπροστά του ἕτοιμοι γιά νά τήν λιθοβολήσουν. Ἔτσι καί γιά μᾶς, ἀνάμεσα στόν σκανδαλισμό καί τήν κατάκριση πού παραμονεύουν σέ κάθε πειρασμό, ἡ μέση βασιλική ὁδός εἶναι ἡ προσευχή ὑπέρ τοῦ σκανδαλίζοντος ἤ κατακρινόμενου, ὅπως τό εἶπε ὁ Κύριος: «Προσεύχεσθε ὑπέρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς» (Λουκ. στ’ 28). Μοιάζει ἡ πορεία τοῦ πιστοῦ ὡς πορεία καί προσπάθεια ἀκροβάτη νά ἰσορροπίσει ἐπάνω σέ ἕνα τεντωμένο σχοινί!
Γ΄. Τέλος, ἕνα τρίτο στοιχεῖο πού ἀναφέρει ὁ Ἀββᾶς εἶναι τά πάθη. «Τρεῖς γάρ καταστάσεις εἰσίν ἐν τῷ ἀνθρώπῳ· ἔστιν ὁ ἐνεργῶν τό πάθος καί ἔστιν ὁ ἱστῶν αὐτό καί ἐστιν ὁ ἐκριζῶν αὐτό». Γιά λόγους θεολογικῆς ἀκρίβειας, θά πρέπει νά διευκρινίσουμε ἐδῶ ὅτι τά πάθη, ὡς δυνάμεις τῆς ψυχῆς οὔτε ἐκριζώνονται οὔτε νεκρώνονται. Ὅταν ὁ Ἀββᾶς κάνει λόγο γιά ἐκρίζωση ἤ νέκρωση τῶν παθῶν, προφανῶς ἐννοεῖ τήν ἀποκόλλησή τους ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν προσκόλλησή τους στήν ἀρετή καί τόν ἐξαγιασμό τους.
Γιά παράδειγμα ἕνας χείμαρρος πού κατεβαίνει ὁρμητικός ἀπό τό βουνό. Ἄν τόν ἀφήσουμε ἀνεξέλεγκτο, θά καταστρέψει τά χωράφια καί τά χωριά. Ἄν τόν ἐλέγξουμε μέ ἕνα ἀρδευτικό κανάλι, τότε ἡ εὐεργετική του δράση θά γίνει ἐμφανής σέ ὅλο τόν κάμπο. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἦταν ἕνας παρορμητικός ἄνθρωπος. Ὁ παρορμητισμός του τόν ὁδήγησε στήν ὁμολογία, ἀλλά καί τήν ἄρνηση. Μετά τή μετάνοιά του καί τήν Πεντηκοστή, παραμένει παρορμητικός, ἡ ὁρμή του ὅμως πλέον δέν εἶναι ἀσύνετη, ἀλλά κατευθυνόμενη ἀπό τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!
Ὁ Ἀββᾶς ὡς παράδειγμα μᾶς ἀναφέρει τόν κενόδοξο / ἐγωιστή, πού δέν ἀνέχεται νά ἀκούσει μιά κουβέντα ἀπό τόν ἀδελφό του, ἀλλά ταράζεται καί λέει πέντε ἤ δέκα κουβέντες. Καί μετά τήν ἀντιπαράθεση φεύγει λυπημένος καί σκέφτεται γιατί δέν εἶπα ἄλλες δέκα! Καί εἶχα νά τοῦ πῶ κι αὐτό κι ἐκεῖνο. Καί εἶναι πάντα ὁργισμένος. «Αὕτη ἐστίν ἡ ἐν ἕξει ἔχουσα τό κακόν». Σ’ αὐτή τήν κατάσταση ἡ ἐνέργεια τοῦ κακοῦ ἔχει παγιωθεῖ στόν ἄνθρωπο. Νά μᾶς φυλάει ὁ Θεός ἀπό αὐτή τήν κατάσταση. «Ἄν θελήσει αὐτός νά μετανοιώσει, δέν μπορεῖ μόνος του χωρίς τή βοήθεια τῶν Ἁγίων καί τοῦ Θεοῦ». «Σπουδάσατε κόψαι τά πάθη πρίν γενέσθαι ἐν ἕξει αὐτῶν», ἀπό τήν ἐμπαθή προσκόλληση στήν ἁμαρτία.
Εἶναι καί ἐκεῖνοι πού ἐλέγχουν καί συγκρατοῦν τά πάθη τους. Μπορεῖ νά μήν ἀπαντήσει σέ ἕναν πικρό λόγο πού τοῦ εἶπε ὁ ἀδελφός, στενοχωριέται ὅμως πού τόν κακολόγησαν. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐμποδίζουν τά πάθη τους νά φανερωθοῦν, ὅμως τά διατηροῦν μέσα τους. Καί πρέπει, λέει ὁ Ἀββᾶς, νά ψάχνουμε μέσα μας μήπως, καί ἄν ἀκόμα δέν ἐπιθυμοῦμε τή δράση τοῦ πάθους, ὅμως ἐπιθυμοῦμε κάποια αἰτία πού προκαλεῖ τό πάθος, καί γι’ αὐτό μᾶς νικᾶ καί παρασυρόμαστε.
Τέλος, εἶναι κι ἐκεῖνοι πού ξεριζώνουν τό πάθος. Στό προηγούμενο παράδειγμα, αὐτός χαίρεται πού τόν κακολόγησαν, χαίρεται ὅμως γιατί θά πάρει μισθό ἀπό τήν ἀδικία πού τοῦ γίνεται. Ὅπως τό εἶπε ὁ Κύριος: «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσιν καί εἴπωσιν πᾶν πονηρόν ρῆμα καθ' ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ· χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γάρ ἐδίωξαν τούς προφήτας τούς πρό ὑμῶν» (Ματθ. ε’ 11-12). Αὐτός μέ ἐπίγνωση ξεριζώνει τό πάθος. Κι ὅποιος παρακαλεῖ τόν Θεό καί λέει: “Κύριε, δῶσε μου ταπείνωση”, νά ξέρει ὅτι μ’ αὐτό πού ζητάει εἶναι σάν νά λέει, νά στείλει κάποιον ὁ Θεός νά τόν βρίζει. Κι ὅταν κάποιος μᾶς κακολογεῖ, νά κακολογοῦμε κι ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας, ἐκεῖνος νά μᾶς ταπεινώνει ἐξωτερικά κι ἐμεῖς νά ταπεινώνουμε τόν ἑαυτό μας ἐσωτερικά. Εἴθε ὁ Κύριος νά μᾶς χαρίσει μιά τέτοια κατάσταση. Ἀλλά κι ἄν ἀκόμα δέν ξεριζώνουμε τό πάθος, τουλάχιστον νά μήν τό ἀφήνουμε νά ἐνεργεῖ. Μέ τί μοιάζει ὁ ἐνεργῶν τά πάθη; Τοῦ ρίχνει βέλη ὁ ἐχθρός κι αὐτός τά παίρνει καί μέ τά ἴδια του τά χέρια τά καρφώνει στήν καρδιά του. Ὅποιος δέν ἐνεργεῖ τά πάθη, μοιάζει μέ ἐκεῖνον πού εἶναι προστατευμένος μέ θώρακα. Κι ἐκεῖνος πού τά ξεριζώνει, μέ ἐκεῖνον πού σπάει τά βέλη ἤ τά στέλνει στήν καρδιά τοῦ ἐχθροῦ».
Ἀκούσαμε τό πρωί στόν Ἀπόστολο τό «ἀποθώμεθα οὖν τά ἔργα τοῦ σκότους͵ ἐνδυσώμεθα δέ τά ὅπλα τοῦ φωτός». Ἀλλά καί ὅλη ἡ ὑμνογραφία εἶχε ἀγωνιστικό φρόνημα καί περιεχόμενο. Εὐχηθεῖτε ὁ Κύριος, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγίου Δωροθέου, νά μᾶς χαρίσει αὐτό τό ἀγωνιστικό φρόνημα, νά κάνουμε μιά νέα ἀρχή ἀπό τήν ἀρχή τῆς Σαρακοστῆς!