31 Ιαν2013
Η΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
Η΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
μέ θέμα: «Περί Ἱερωσύνης, λόγος Γ΄»
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
μέ θέμα: «Περί Ἱερωσύνης, λόγος Γ΄»
τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Πραγματοποιήθηκε τήν Πέμπτη 24 Ἰανουαρίου στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ ὄγδοη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη αὐτή ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Γεώργιος Ρουσάκης, Ἰατρός καί Ἐφημέριος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Παλαιοῦ Φαλήρου. Θέμα τῆς εἰσηγήσεώς του ἦταν ἡ παρουσίαση καί ἡ ἐμβάθυνση στόν Γ΄ λόγο «Περί Ἱερωσύνης» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Ὁ ὁμιλητής εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε ἀπό τήν ἀρχή στούς ἱερεῖς ἑπτασέλιδο φυλλάδιο μέ ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ Γ΄ λόγου τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου (πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση). Ἀκολούθησε ἀπό τόν ὁμιλητή ἡ φωτεινή παρουσίαση αὐτῶν τῶν κειμένων (μέ τή χρήση προγράμματος PowerPoint), διατηρώντας μέ τόν τρόπο αὐτό ἀμείωτη τήν προσοχή τῶν ἱερέων. Κατά γενική ὁμολογία ἦταν μιά ἀπό τίς καλύτερες εἰσηγήσεις καί παρουσιάσεις πού ἔγιναν μέχρι τώρα στίς Ἱερατικές Συνάξεις μας.
1. Ἀπολογεῖται ὅτι ἀπέφυγε τήν ἱερωσύνη ὄχι ἀπό κενοδοξία, ἀλλά ἀντιθέτως ἐάν ἐπιθυμοῦσε τήν ἀνθρώπινη δόξα θά ἔπρεπε νά δεχθεῖ.
2. Ὅτι ἡ Ἱερωσύνη τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἀπείρως ἀνωτέρα τῆς Παλαιοδιαθηκικῆς. Ἡ δέ τιμή καί ἐξουσία τῶν ἱερέων εἶναι μεγάλη, πηγάζει δέ ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ διακονία αὐτή ἀνήκει στίς μεγάλες δωρεές τοῦ Θεοῦ.
3. Ὅτι καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐφοβεῖτο προσβλέποντας στό μεγαλεῖο τῆς ἱερατικῆς ἐξουσίας. Ὑπάρχει ὅμως πάντοτε κίνδυνος ἐκπτώσεως σέ βαρύτατα ὀλισθήματα ἐάν κανείς δέν εἶναι ἀνδρεῖος εἰς τήν ψυχήν.
4. Ὅτι μπορεῖ τότε νά κυριευθεῖ ἀπό κενοδοξία μέ τά ἐπακόλουθα τραγικά ἀποτελέσματα. Ὅμως δέν εἶναι ἡ Ἱερωσύνη αἰτία κακῶν ἀλλά ἡ ἀνθρώπινη ἀμέλεια καί ἁμαρτωλότητα. Πρέπει λοιπόν νά ἀφαιρεθεῖ ἀπό τήν ψυχή ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλαρχίας καί ἡ ὀργή.
5. Τέλος ὁ ἱερωμένος γιά ἕνα μόνο πρέπει νά φροντίζει πρακτικά καί θεωρητικά, γιά τήν οἰκοδομή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
Ἐν συνεχείᾳ ὁ εἰσηγητής π. Γεώργιος ἐπισήμανε τά ἑξῆς μέσα ἀπό τό κείμενο τοῦ ἱεροῦ Πατρός:
α. Ἔβλαψαν τήν ὑπόληψή τους ὅσοι ὑπαινίχθηκαν ὅτι παραιτήθηκε τοῦ ἱερατικοῦ ἀξιώματος ἀπό κενοδοξία. Δέν ἔφυγε ἀπό κενοδοξία, ἄλλα ἀντίθετα ἄν ἐπιθυμοῦσε τήν ἀνθρώπινη δόξα, τότε μᾶλλον θά ἀποδεχόταν τήν ἐκλογή.
β. Ἡ ἱερωσύνη εἶναι φρικτό μυστήριο, ἡ καινοδιαθηκική δέ φρικωδέστερη τῆς παλαιοδιαθηκικῆς.
γ. Οἱ ἱερεῖς εἶναι διάκονοι τῶν μεγαλύτερων δωρεῶν τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτό καί ἡ ἐξουσία καί ἡ τιμή τῶν ἱερέων εἶναι μεγάλη.
δ. Καί ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος γέμιζε ἀπό φόβο, ἀναλογιζόμενος τό μέγεθος τῆς ἐξουσίας. Ὁ ἱερέας κινδυνεύει νά πέσει στήν ἁμαρτία, ὅταν ἔλθει στόν κόσμο καί δέν εἶναι γενναῖος στήν ψυχή. Καταλαμβάνεται ἀπό κενοδοξία καί ἀπό σχετικά μέ αὐτή δεινά.
ε. Δέν εἶναι ἡ ἱερωσύνη αἰτία αὐτῶν τῶν δεινῶν, ἀλλά ἡ δική μας ραθυμία. Ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλαρχίας καί ἡ ὀργή πρέπει νά ἐκβάλλονται ἀπό τήν ψυχή τοῦ ἱερέα. Ὁ ἱερέας πρέπει νά ἔχει ψυχή καλά ἁρμοσμένη καί πολύ δυνατή καί νά φροντίζει γιά τόν καλλωπισμό ὅλων τῶν πλευρῶν τῆς ψυχῆς του.
στ. Εἶναι κακό καί ἡ ἀποβολή τῶν χρησίμων ἀπό τό ἱερατεῖο, καί ἡ εἰσδοχή τῶν ἀχρείων.
ζ. Ὁ ἱερωμένος γιά ἕνα μόνο πρέπει νά φροντίζει, τήν οἰκοδομή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Οἱ δέ φροντίδες καί δυσκολίες εἶναι πολλές καί ἐπιτείνονται ἀπό τή συμπεριφορά τῶν πολλῶν. Εἰδική μέριμνα γιά τίς χῆρες, τίς παρθένους καί τήν ἀπονομή δικαιοσύνης.
Ἡ ἱερωσύνη τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἀπείρως ἀνώτερη, διότι ὁ ἱερεύς εἶναι ὁ τελεσιουργός τῆς τελείας θυσίας, τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Εἶναι ὁ «ἐπί γῆς καί ἐν οὐρανῷ» ἐμπιστευθείς τήν ἀπαλλαγή ἤ τήν καταδίκη του ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, διά τοῦ μυστηρίου τῆς Μετανοίας. Εἶναι ἐπίσης ὁ μυσταγωγός καί τῶν ἄλλων μυστηρίων, μέ τά ὁποῖα συμπληρώνεται ἡ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ζωή τοῦ χριστιανοῦ.
Ἡ ὑψηλή αὐτή ὑπηρεσία ἀπαιτεῖ μεγάλες ἀρετές ἀπό μέρους τοῦ ποιμένος, ὁ ὁποῖος πρέπει νά μένει ἄτρωτος ἀπό τίς μικρές καί μεγάλες κακίες τοῦ ποιμνίου, ὥστε νά μήν παρασύρεται ἀπό αὐτές. Οὐσιαστικό στοιχεῖο πρέπει νά εἶναι ἀφενός ἡ ἐκ τῶν προτέρων ἔλλειψη σπουδῆς γιά τήν κατάληψη τῆς ἀρχῆς, ἀφετέρου δέ ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἀρχῆς σέ περίπτωση ἀποτυχίας.
Πρέπει ἔπειτα ὁ ἱερεύς νά εἶναι νηφάλιος, ἄγρυπνος καί διορατικός, διακρινόμενος διά τήν ἀντοχή του καί τό «εὔτονον καί ἰσχυρόν» τῆς ψυχῆς του, ἐν συνδυασμῷ μέ τήν παντελῆ ἔλλειψη ὀργῆς καί θυμοῦ, πού ἀπαραίτητα πρέπει νά τόν κοσμοῦν. Διότι ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα γιά τό ποίμνιο καί ἀναλόγως τῆς πολιτείας του, μπορεῖ νά ἀποβεῖ ἀπό εὐεργέτης ἤ λυμεώνας τοῦ ποιμνίου.
Ἐπισημαίνει ἔντονα ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν συγχωροῦν στόν ἱερέα οὔτε τό ἐλάχιστο παράπτωμα, μάλιστα δέ οἱ συλλειτουργοί καί οἱ συνεργάτες του. Ἐπηρεάζουν ἔντονα τόν ἐπίσκοπο, τόσο στήν ἐπιλογή ἀναξίων ὑποψηφίων, ὅσο καί στήν ἀπόρριψη ἀξίων καί ἱκανῶν. Μάλιστα μπορεῖ νά ἐγείρουν ἀνόσιο πόλεμο ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἀντιταχθεῖ στήν ἐκλογή τῶν ὑποψηφίων πού ὑποστηρίζουν.
Τέλος διατρέχοντας τά ἐπί μέρους καθήκοντα τοῦ ἱερέως καί ἐπισκόπου, τά ὁποῖα τοῦ δημιουργοῦν πολλές δυσκολίες, καταλήγει πρῶτον στή φροντίδα τῶν χηρῶν καί ὕστερον τῶν παρθένων. Αὐτή ἀπαιτεῖ καί οἰκονομολογική ἱκανότητα ἀλλά καί ἠθικό χαρακτήρα καί φρόνηση.
Ὡς τρίτη ἐπίπονη φροντίδα θέτει τήν ἄσκηση τῶν δικαστικῶν καθηκόντων καί τήν καθημερινή συμπεριφορά στίς διάφορες κοινωνικές σχέσεις καί ἐπαφές. Ὑπογραμμίζει ἐμφαντικά ὅτι κάθε βῆμα τοῦ ἱερέως μπορεῖ νά προσκρούσει στήν ἀνθρώπινη μικρολογία καί φιλοτιμία καί ἀνθρωπαρέσκεια, θέτοντας σέ δοκιμασία τόν κρινόμενο ποιμένα.
Γιά ὅλα αὐτά ἡ σύνεση καί ἡ ἐπαγρύπνηση τοῦ ποιμένος πρέπει νά εἶναι ἀμείωτες καί διηνεκεῖς.
1. Ἡ ἱερωσύνη ἀσκεῖται μέν ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά ἀνήκει στήν τάξη τῶν ἐπουρανίων ταγμάτων. Τοῦτο δέ εἶναι εὔλογο, διότι τήν ἱερωσύνη δέν τήν καθίδρυσε οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἀρχάγγελος, οὔτε κάποια ἄλλη κτιστῆ δύναμη, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Παράκλητος, ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἡ ἱερατική διακονία ἀσκεῖται ἀπό σαρκικά ὄντα, τήν καθιστᾶ τέτοια ὥστε νά φαίνεται ὅτι ἀσκεῖται ἀπό ἀγγέλους. Γι’ αὐτό πρέπει ὁ ἱερωμένος νά εἶναι καθαρός, σάν νά εὑρίσκεται μεταξύ τῶν οὐρανίων δυνάμεων[...]. Ὅταν γιά παράδειγμα ἰδεῖς τόν Κύριο νά ἔχει θυσιασθεῖ καί νά κεῖται ἐπί τῆς ἁγίας τραπέζης, τόν δέ ἱερέα νά στέκεται πάνω ἀπό τό θύμα καί νά ἐπεύχεται καί ὅλους τούς πιστούς νά ἐρυθριάζουν ἀπό τό τίμιο αἷμα, τότε νομίζεις ὅτι εὑρίσκεσαι ἀκόμη μεταξύ ἀνθρώπων καί στέκεσαι πάνω στή γῆ, ἤ, ἀντίθετα, μεθίστασαι ἀμέσως στόν οὐρανό. Καί ἀφοῦ ἀποβάλεις κάθε σαρκική διάνοια ἀπό τήν ψυχή, τότε μέ γυμνή πλέον ψυχή καί καθαρό νοῦ βλέπεις ὅλο τό οὐράνιο βασίλειο; Τί θαῦμα! Πόσο ὑπέροχη εἶναι ἡ θεία φιλανθρωπία!
2. Ἔτσι, οἱ ἱερεῖς δικαίως θά ἔπρεπε νά θεωροῦνται ἀπό ἐμᾶς ὄχι μόνο σημαντικότεροι καί φοβερότεροι στήν ἐξουσία ἀπό τούς ἄρχοντες καί τούς βασιλεῖς, ἀλλά καί τιμιότεροι ἀπό τούς γονεῖς μας. Διότι οἱ τελευταῖοι μᾶς γέννησαν σαρκικά, ἐνῶ οἱ ἱερεῖς καθίστανται αἴτιοι τῆς ἀναγεννήσεώς μας στή θεία βασιλεία, στήν ὁποία εἰσερχόμαστε μέ ἀληθινή ἐλευθερία καί γινόμαστε κατά χάριν υἱοί Θεοῦ [...]. Ὁ Θεός δέν ἔδωσε μεγαλύτερη δύναμη στούς ἱερεῖς ἀπό τούς φυσικούς γονεῖς γιά νά τιμωροῦν μόνο, ἀλλά καί νά εὐεργετοῦν, τόση δέ εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ αὐτῶν, τῶν γονέων δηλαδή καί τῶν ἱερέων, ὅση μεταξύ τῆς νῦν καί τῆς μέλλουσας ζωῆς, διότι οἱ μέν γεννοῦν τέκνα στήν παροῦσα ζωή, οἱ δέ γεννοῦν τούς ἀνθρώπους στήν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
3. Ἡ ἄσκηση θά μποροῦσε νά ὠφελήσει πολύ μόνο κάποιον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι κλεισμένος σέ ἕνα μικρό κελλί καί μεριμνοῦσε μόνο γιά τίς προσωπικές του ὑποθέσεις. Ὅμως, ὅταν πρόκειται γιά τόσο μεγάλο πλῆθος καί κάθε μέλος τοῦ ποιμνίου ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἰδιαίτερη φροντίδα, τότε ἡ ἄσκηση αὐτή πόσο θά μποροῦσε νά συμβάλει, ἄν ὁ ποιμένας δέν ἔχει ψυχή ἀνδρεία καί ἰσχυρότατη.
4. Παλαιότερα γελοῦσα μέ τούς κοσμικούς ἄρχοντες, διότι συνηθίζουν νά διανέμουν τά διάφορα κρατικά ἀξιώματα ὄχι μέ βάση τίς ψυχικές ἀρετές τῶν ὑποψηφίων, ἀλλά μέ βάση τά χρήματα καί τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας. Ὅμως, ἐπειδή ἄκουσα ὅτι ἡ παράλογη αὐτή κατάσταση εἰσήχθη καί στά ἐκκλησιαστικά πράγματα, ἔπαυσα πλέον νά καταλογίζω βαρύτατη εὐθύνη σ’ αὐτούς [...]. Ὅταν πρόκειται νά ἀποφασίσουν γιά τήν εἴσοδο κάποιου στό ἱερατικό τάγμα, ἐκλέγουν ἀνθρώπους ἀλόγους καί τούς ἐμπιστεύονται τή διαχείριση τῶν οὐρανίων πραγμάτων, ὑπέρ τῶν ὁποίων ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν παρέλειψε καί τή δόξα του νά κενώσει καί ἄνθρωπος νά γίνει καί μορφή δούλου νά λάβει καί νά καταγελασθεῖ καί νά ραπισθεῖ καί νά ὑποστεῖ τόν ἐπονείδιστο θάνατο τῆς σάρκας. Καί δέν σταματοῦν σ’ αὐτά μόνο, ἀλλά κάνουν καί ἄλλα πιό ἄτοπα, διότι ὄχι μόνο ἐγκρίνουν γιά τό ἱερατικό λειτούργημα ἀναξίους, ἀλλά ἀποβάλλουν ἀπό αὐτό καί τούς κατάλληλους.
Πράγματι, νομίζω ὅτι εἶναι ἐξ ἴσου κακό νά ἀποβάλλονται οἱ χρήσιμοι καί νά ἐκλέγονται οἱ ἀχρεῖοι. [...] Ἡ ρίζα δηλαδή τοῦ κακοῦ, ἡ μητέρα θά μποροῦσε νά πεῖ κάποιος, εἶναι μία, ὁ φθόνος. Οἱ αἰτίες αὐτές δέν ἔχουν κοινή ἀφετηρία, ἀλλά διαφέρουν. Ἔτσι, λοιπόν, λέγουν, ὁ μέν νά ἐκβληθεῖ, ἐπειδή εἶναι νέος, ὁ δέ ἐπειδή δέν γνωρίζει νά κολακεύει, ὁ ἄλλος ἐπειδή διαφώνησε μέ τόν δείνα, ἤ γιά νά μή λυπᾶται ὁ δείνα βλέποντας νά ἔχει ἐγκριθεῖ ἄλλος ἀπό ἐκεῖνον πού προτάθηκε ἀπό αὐτόν, ἤ ἐπειδή εἶναι χρηστός καί ἐπιεικής, ἤ ἐπειδή εἶναι αὐστηρός μέ τούς ἁμαρτάνοντες ἤ γιά ἄλλη παρόμοια αἰτία.
Ἐδῶ θά ἤθελα νά θέσω καί τό καίριο ἐρώτημα [...]. Τί λοιπόν πρέπει νά κάνει ὁ ἐπίσκοπος ὅταν ἔχει νά ἀντιπαρέλθει τόσες ἀντιξοότητες; Πῶς θά σταθεῖ ὄρθιος μπροστά σέ τόσα κύματα; Πῶς θά ἀποκρούσει τόσες ἐπιθέσεις; Ἄν ὅμως ὁ ἐπίσκοπος προτιμήσει ἀπό τή σωτηρία του νά ἱκανοποιήσει τήν ἐπιθυμία αὐτῶν καί δεχθεῖ στό ἱερατικό τάγμα ἐκείνους πού δέν θά ἔπρεπε, τότε θά ἔχει γιά τούς κακεντρεχεῖς αὐτούς τόν Θεό γιά ἐχθρό καί τότε ἀλήθεια τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό αὐτό.
Ὁ ὁμιλητής εἶχε ἑτοιμάσει καί διένειμε ἀπό τήν ἀρχή στούς ἱερεῖς ἑπτασέλιδο φυλλάδιο μέ ἐπιλεγμένα πατερικά ἀποσπάσματα τοῦ Γ΄ λόγου τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου (πρωτότυπο κείμενο καί σέ νεοελληνική μετάφραση). Ἀκολούθησε ἀπό τόν ὁμιλητή ἡ φωτεινή παρουσίαση αὐτῶν τῶν κειμένων (μέ τή χρήση προγράμματος PowerPoint), διατηρώντας μέ τόν τρόπο αὐτό ἀμείωτη τήν προσοχή τῶν ἱερέων. Κατά γενική ὁμολογία ἦταν μιά ἀπό τίς καλύτερες εἰσηγήσεις καί παρουσιάσεις πού ἔγιναν μέχρι τώρα στίς Ἱερατικές Συνάξεις μας.
* * *
Ὁ π. Γεώργιος Ρουσάκης, ἀναφερόμενος στήν ὑπόθεση τοῦ τρίτου περί Ἱερωσύνης λόγου τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἀνέφερε ἐπιγραματικά τά ἑξῆς: 1. Ἀπολογεῖται ὅτι ἀπέφυγε τήν ἱερωσύνη ὄχι ἀπό κενοδοξία, ἀλλά ἀντιθέτως ἐάν ἐπιθυμοῦσε τήν ἀνθρώπινη δόξα θά ἔπρεπε νά δεχθεῖ.
2. Ὅτι ἡ Ἱερωσύνη τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἀπείρως ἀνωτέρα τῆς Παλαιοδιαθηκικῆς. Ἡ δέ τιμή καί ἐξουσία τῶν ἱερέων εἶναι μεγάλη, πηγάζει δέ ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ διακονία αὐτή ἀνήκει στίς μεγάλες δωρεές τοῦ Θεοῦ.
3. Ὅτι καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐφοβεῖτο προσβλέποντας στό μεγαλεῖο τῆς ἱερατικῆς ἐξουσίας. Ὑπάρχει ὅμως πάντοτε κίνδυνος ἐκπτώσεως σέ βαρύτατα ὀλισθήματα ἐάν κανείς δέν εἶναι ἀνδρεῖος εἰς τήν ψυχήν.
4. Ὅτι μπορεῖ τότε νά κυριευθεῖ ἀπό κενοδοξία μέ τά ἐπακόλουθα τραγικά ἀποτελέσματα. Ὅμως δέν εἶναι ἡ Ἱερωσύνη αἰτία κακῶν ἀλλά ἡ ἀνθρώπινη ἀμέλεια καί ἁμαρτωλότητα. Πρέπει λοιπόν νά ἀφαιρεθεῖ ἀπό τήν ψυχή ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλαρχίας καί ἡ ὀργή.
5. Τέλος ὁ ἱερωμένος γιά ἕνα μόνο πρέπει νά φροντίζει πρακτικά καί θεωρητικά, γιά τήν οἰκοδομή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
* * *
Εἰδικότερα στόν Πρόλογο ὁ ἱερός Πατήρ στήν προσπάθειά του νά ἀνασκευάσει τό ἐπιχείρημα τοῦ φίλου του Βασιλείου «ὅτι μπορεῖ νά κατηγορηθεῖ ὡς ἀρνούμενος τήν ἱερωσύνη ἀπό κενοδοξία - ὑπερηφάνεια», κτίζει ἕνα ὁλόκληρο οἰκοδόμημα ἀπό ἐπιχειρήματα πού καταδεικνύουν τό μεγαλεῖο τῆς ἱερωσύνης καί τό ὕψος τῆς τιμῆς αὐτῶν οἱ ὁποῖοι φέρουν τό ἀξίωμα αὐτό, ἀλλά καί τίς πάμπολλες ἀπαιτήσεις καί δυσκολίες πού θά συναντήσει. Καταδεικνύοντας λοιπόν αὐτό τό μεγαλεῖο, ἀλλά καί τήν ἐκ παραλλήλου δυσκολία, προσπαθεῖ νά πείσει τόν Βασίλειο, ὅτι ὅποιος τό ἀρνεῖται εἶναι ἀδύνατον νά τό κάνει ἀπό κενοδοξία.Ἐν συνεχείᾳ ὁ εἰσηγητής π. Γεώργιος ἐπισήμανε τά ἑξῆς μέσα ἀπό τό κείμενο τοῦ ἱεροῦ Πατρός:
α. Ἔβλαψαν τήν ὑπόληψή τους ὅσοι ὑπαινίχθηκαν ὅτι παραιτήθηκε τοῦ ἱερατικοῦ ἀξιώματος ἀπό κενοδοξία. Δέν ἔφυγε ἀπό κενοδοξία, ἄλλα ἀντίθετα ἄν ἐπιθυμοῦσε τήν ἀνθρώπινη δόξα, τότε μᾶλλον θά ἀποδεχόταν τήν ἐκλογή.
β. Ἡ ἱερωσύνη εἶναι φρικτό μυστήριο, ἡ καινοδιαθηκική δέ φρικωδέστερη τῆς παλαιοδιαθηκικῆς.
γ. Οἱ ἱερεῖς εἶναι διάκονοι τῶν μεγαλύτερων δωρεῶν τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτό καί ἡ ἐξουσία καί ἡ τιμή τῶν ἱερέων εἶναι μεγάλη.
δ. Καί ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος γέμιζε ἀπό φόβο, ἀναλογιζόμενος τό μέγεθος τῆς ἐξουσίας. Ὁ ἱερέας κινδυνεύει νά πέσει στήν ἁμαρτία, ὅταν ἔλθει στόν κόσμο καί δέν εἶναι γενναῖος στήν ψυχή. Καταλαμβάνεται ἀπό κενοδοξία καί ἀπό σχετικά μέ αὐτή δεινά.
ε. Δέν εἶναι ἡ ἱερωσύνη αἰτία αὐτῶν τῶν δεινῶν, ἀλλά ἡ δική μας ραθυμία. Ἡ ἐπιθυμία τῆς φιλαρχίας καί ἡ ὀργή πρέπει νά ἐκβάλλονται ἀπό τήν ψυχή τοῦ ἱερέα. Ὁ ἱερέας πρέπει νά ἔχει ψυχή καλά ἁρμοσμένη καί πολύ δυνατή καί νά φροντίζει γιά τόν καλλωπισμό ὅλων τῶν πλευρῶν τῆς ψυχῆς του.
στ. Εἶναι κακό καί ἡ ἀποβολή τῶν χρησίμων ἀπό τό ἱερατεῖο, καί ἡ εἰσδοχή τῶν ἀχρείων.
ζ. Ὁ ἱερωμένος γιά ἕνα μόνο πρέπει νά φροντίζει, τήν οἰκοδομή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Οἱ δέ φροντίδες καί δυσκολίες εἶναι πολλές καί ἐπιτείνονται ἀπό τή συμπεριφορά τῶν πολλῶν. Εἰδική μέριμνα γιά τίς χῆρες, τίς παρθένους καί τήν ἀπονομή δικαιοσύνης.
* * *
Ἐπιλογικά, ὁ εἰσηγητής π. Γεώργιος ἀνέφερε ὅτι ὁ ἱερός Χρυσόστομος, στόν Γ’ Περί Ἱερωσύνης λόγο του, ἀποκρούοντας τόν ἰσχυρισμό ὅτι ἀπό περιφρόνηση ἀρνεῖται τήν προταθεῖσα τιμή τοῦ ἀξιώματος τῆς ἱερωσύνης, ἀποδεικνύει τό ὕψος, τήν σπουδαιότητα ἀλλά καί τίς δυσκολίες τῆς διακονίας αὐτῆς.Ἡ ἱερωσύνη τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἀπείρως ἀνώτερη, διότι ὁ ἱερεύς εἶναι ὁ τελεσιουργός τῆς τελείας θυσίας, τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Εἶναι ὁ «ἐπί γῆς καί ἐν οὐρανῷ» ἐμπιστευθείς τήν ἀπαλλαγή ἤ τήν καταδίκη του ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου, διά τοῦ μυστηρίου τῆς Μετανοίας. Εἶναι ἐπίσης ὁ μυσταγωγός καί τῶν ἄλλων μυστηρίων, μέ τά ὁποῖα συμπληρώνεται ἡ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ζωή τοῦ χριστιανοῦ.
Ἡ ὑψηλή αὐτή ὑπηρεσία ἀπαιτεῖ μεγάλες ἀρετές ἀπό μέρους τοῦ ποιμένος, ὁ ὁποῖος πρέπει νά μένει ἄτρωτος ἀπό τίς μικρές καί μεγάλες κακίες τοῦ ποιμνίου, ὥστε νά μήν παρασύρεται ἀπό αὐτές. Οὐσιαστικό στοιχεῖο πρέπει νά εἶναι ἀφενός ἡ ἐκ τῶν προτέρων ἔλλειψη σπουδῆς γιά τήν κατάληψη τῆς ἀρχῆς, ἀφετέρου δέ ἡ ἐγκατάλειψη τῆς ἀρχῆς σέ περίπτωση ἀποτυχίας.
Πρέπει ἔπειτα ὁ ἱερεύς νά εἶναι νηφάλιος, ἄγρυπνος καί διορατικός, διακρινόμενος διά τήν ἀντοχή του καί τό «εὔτονον καί ἰσχυρόν» τῆς ψυχῆς του, ἐν συνδυασμῷ μέ τήν παντελῆ ἔλλειψη ὀργῆς καί θυμοῦ, πού ἀπαραίτητα πρέπει νά τόν κοσμοῦν. Διότι ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα γιά τό ποίμνιο καί ἀναλόγως τῆς πολιτείας του, μπορεῖ νά ἀποβεῖ ἀπό εὐεργέτης ἤ λυμεώνας τοῦ ποιμνίου.
Ἐπισημαίνει ἔντονα ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν συγχωροῦν στόν ἱερέα οὔτε τό ἐλάχιστο παράπτωμα, μάλιστα δέ οἱ συλλειτουργοί καί οἱ συνεργάτες του. Ἐπηρεάζουν ἔντονα τόν ἐπίσκοπο, τόσο στήν ἐπιλογή ἀναξίων ὑποψηφίων, ὅσο καί στήν ἀπόρριψη ἀξίων καί ἱκανῶν. Μάλιστα μπορεῖ νά ἐγείρουν ἀνόσιο πόλεμο ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἀντιταχθεῖ στήν ἐκλογή τῶν ὑποψηφίων πού ὑποστηρίζουν.
Τέλος διατρέχοντας τά ἐπί μέρους καθήκοντα τοῦ ἱερέως καί ἐπισκόπου, τά ὁποῖα τοῦ δημιουργοῦν πολλές δυσκολίες, καταλήγει πρῶτον στή φροντίδα τῶν χηρῶν καί ὕστερον τῶν παρθένων. Αὐτή ἀπαιτεῖ καί οἰκονομολογική ἱκανότητα ἀλλά καί ἠθικό χαρακτήρα καί φρόνηση.
Ὡς τρίτη ἐπίπονη φροντίδα θέτει τήν ἄσκηση τῶν δικαστικῶν καθηκόντων καί τήν καθημερινή συμπεριφορά στίς διάφορες κοινωνικές σχέσεις καί ἐπαφές. Ὑπογραμμίζει ἐμφαντικά ὅτι κάθε βῆμα τοῦ ἱερέως μπορεῖ νά προσκρούσει στήν ἀνθρώπινη μικρολογία καί φιλοτιμία καί ἀνθρωπαρέσκεια, θέτοντας σέ δοκιμασία τόν κρινόμενο ποιμένα.
Γιά ὅλα αὐτά ἡ σύνεση καί ἡ ἐπαγρύπνηση τοῦ ποιμένος πρέπει νά εἶναι ἀμείωτες καί διηνεκεῖς.
* * *
ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ (ἐπιλογή)1. Ἡ ἱερωσύνη ἀσκεῖται μέν ἐπί τῆς γῆς, ἀλλά ἀνήκει στήν τάξη τῶν ἐπουρανίων ταγμάτων. Τοῦτο δέ εἶναι εὔλογο, διότι τήν ἱερωσύνη δέν τήν καθίδρυσε οὔτε ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἀρχάγγελος, οὔτε κάποια ἄλλη κτιστῆ δύναμη, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Παράκλητος, ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἡ ἱερατική διακονία ἀσκεῖται ἀπό σαρκικά ὄντα, τήν καθιστᾶ τέτοια ὥστε νά φαίνεται ὅτι ἀσκεῖται ἀπό ἀγγέλους. Γι’ αὐτό πρέπει ὁ ἱερωμένος νά εἶναι καθαρός, σάν νά εὑρίσκεται μεταξύ τῶν οὐρανίων δυνάμεων[...]. Ὅταν γιά παράδειγμα ἰδεῖς τόν Κύριο νά ἔχει θυσιασθεῖ καί νά κεῖται ἐπί τῆς ἁγίας τραπέζης, τόν δέ ἱερέα νά στέκεται πάνω ἀπό τό θύμα καί νά ἐπεύχεται καί ὅλους τούς πιστούς νά ἐρυθριάζουν ἀπό τό τίμιο αἷμα, τότε νομίζεις ὅτι εὑρίσκεσαι ἀκόμη μεταξύ ἀνθρώπων καί στέκεσαι πάνω στή γῆ, ἤ, ἀντίθετα, μεθίστασαι ἀμέσως στόν οὐρανό. Καί ἀφοῦ ἀποβάλεις κάθε σαρκική διάνοια ἀπό τήν ψυχή, τότε μέ γυμνή πλέον ψυχή καί καθαρό νοῦ βλέπεις ὅλο τό οὐράνιο βασίλειο; Τί θαῦμα! Πόσο ὑπέροχη εἶναι ἡ θεία φιλανθρωπία!
2. Ἔτσι, οἱ ἱερεῖς δικαίως θά ἔπρεπε νά θεωροῦνται ἀπό ἐμᾶς ὄχι μόνο σημαντικότεροι καί φοβερότεροι στήν ἐξουσία ἀπό τούς ἄρχοντες καί τούς βασιλεῖς, ἀλλά καί τιμιότεροι ἀπό τούς γονεῖς μας. Διότι οἱ τελευταῖοι μᾶς γέννησαν σαρκικά, ἐνῶ οἱ ἱερεῖς καθίστανται αἴτιοι τῆς ἀναγεννήσεώς μας στή θεία βασιλεία, στήν ὁποία εἰσερχόμαστε μέ ἀληθινή ἐλευθερία καί γινόμαστε κατά χάριν υἱοί Θεοῦ [...]. Ὁ Θεός δέν ἔδωσε μεγαλύτερη δύναμη στούς ἱερεῖς ἀπό τούς φυσικούς γονεῖς γιά νά τιμωροῦν μόνο, ἀλλά καί νά εὐεργετοῦν, τόση δέ εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ αὐτῶν, τῶν γονέων δηλαδή καί τῶν ἱερέων, ὅση μεταξύ τῆς νῦν καί τῆς μέλλουσας ζωῆς, διότι οἱ μέν γεννοῦν τέκνα στήν παροῦσα ζωή, οἱ δέ γεννοῦν τούς ἀνθρώπους στήν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
3. Ἡ ἄσκηση θά μποροῦσε νά ὠφελήσει πολύ μόνο κάποιον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι κλεισμένος σέ ἕνα μικρό κελλί καί μεριμνοῦσε μόνο γιά τίς προσωπικές του ὑποθέσεις. Ὅμως, ὅταν πρόκειται γιά τόσο μεγάλο πλῆθος καί κάθε μέλος τοῦ ποιμνίου ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἰδιαίτερη φροντίδα, τότε ἡ ἄσκηση αὐτή πόσο θά μποροῦσε νά συμβάλει, ἄν ὁ ποιμένας δέν ἔχει ψυχή ἀνδρεία καί ἰσχυρότατη.
4. Παλαιότερα γελοῦσα μέ τούς κοσμικούς ἄρχοντες, διότι συνηθίζουν νά διανέμουν τά διάφορα κρατικά ἀξιώματα ὄχι μέ βάση τίς ψυχικές ἀρετές τῶν ὑποψηφίων, ἀλλά μέ βάση τά χρήματα καί τό προχωρημένο τῆς ἡλικίας. Ὅμως, ἐπειδή ἄκουσα ὅτι ἡ παράλογη αὐτή κατάσταση εἰσήχθη καί στά ἐκκλησιαστικά πράγματα, ἔπαυσα πλέον νά καταλογίζω βαρύτατη εὐθύνη σ’ αὐτούς [...]. Ὅταν πρόκειται νά ἀποφασίσουν γιά τήν εἴσοδο κάποιου στό ἱερατικό τάγμα, ἐκλέγουν ἀνθρώπους ἀλόγους καί τούς ἐμπιστεύονται τή διαχείριση τῶν οὐρανίων πραγμάτων, ὑπέρ τῶν ὁποίων ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν παρέλειψε καί τή δόξα του νά κενώσει καί ἄνθρωπος νά γίνει καί μορφή δούλου νά λάβει καί νά καταγελασθεῖ καί νά ραπισθεῖ καί νά ὑποστεῖ τόν ἐπονείδιστο θάνατο τῆς σάρκας. Καί δέν σταματοῦν σ’ αὐτά μόνο, ἀλλά κάνουν καί ἄλλα πιό ἄτοπα, διότι ὄχι μόνο ἐγκρίνουν γιά τό ἱερατικό λειτούργημα ἀναξίους, ἀλλά ἀποβάλλουν ἀπό αὐτό καί τούς κατάλληλους.
Πράγματι, νομίζω ὅτι εἶναι ἐξ ἴσου κακό νά ἀποβάλλονται οἱ χρήσιμοι καί νά ἐκλέγονται οἱ ἀχρεῖοι. [...] Ἡ ρίζα δηλαδή τοῦ κακοῦ, ἡ μητέρα θά μποροῦσε νά πεῖ κάποιος, εἶναι μία, ὁ φθόνος. Οἱ αἰτίες αὐτές δέν ἔχουν κοινή ἀφετηρία, ἀλλά διαφέρουν. Ἔτσι, λοιπόν, λέγουν, ὁ μέν νά ἐκβληθεῖ, ἐπειδή εἶναι νέος, ὁ δέ ἐπειδή δέν γνωρίζει νά κολακεύει, ὁ ἄλλος ἐπειδή διαφώνησε μέ τόν δείνα, ἤ γιά νά μή λυπᾶται ὁ δείνα βλέποντας νά ἔχει ἐγκριθεῖ ἄλλος ἀπό ἐκεῖνον πού προτάθηκε ἀπό αὐτόν, ἤ ἐπειδή εἶναι χρηστός καί ἐπιεικής, ἤ ἐπειδή εἶναι αὐστηρός μέ τούς ἁμαρτάνοντες ἤ γιά ἄλλη παρόμοια αἰτία.
Ἐδῶ θά ἤθελα νά θέσω καί τό καίριο ἐρώτημα [...]. Τί λοιπόν πρέπει νά κάνει ὁ ἐπίσκοπος ὅταν ἔχει νά ἀντιπαρέλθει τόσες ἀντιξοότητες; Πῶς θά σταθεῖ ὄρθιος μπροστά σέ τόσα κύματα; Πῶς θά ἀποκρούσει τόσες ἐπιθέσεις; Ἄν ὅμως ὁ ἐπίσκοπος προτιμήσει ἀπό τή σωτηρία του νά ἱκανοποιήσει τήν ἐπιθυμία αὐτῶν καί δεχθεῖ στό ἱερατικό τάγμα ἐκείνους πού δέν θά ἔπρεπε, τότε θά ἔχει γιά τούς κακεντρεχεῖς αὐτούς τόν Θεό γιά ἐχθρό καί τότε ἀλήθεια τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό αὐτό.