Α΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ μέ θέμα «Ἀκολουθία τοῦ “καιροῦ”» καί «Περί ἀμφίων»
Πραγματοποιήθηκε τό ἀπόγευμα τῆς Πέμπτης, 18 Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., στό Πνευματικό Κέντρο τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ πρώτη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης.
Στή Σύναξη ὁμιλητές ἦταν ὁ Αἰδεσιμολ. Θεόδωρος Γεωργίου, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Ἀκολουθία τοῦ “καιροῦ”», καί ὁ Αἰδεσιμολ. Ἰωάννης Ἀλατέλης, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Περί ἀμφίων».
Τήν ἀρχική αὐτή Σύναξη ἄνοιξε μέ τήν προσφώνησή του ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας λέγοντας ὅτι μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἰσήλθαμε καί φέτος στό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος, καί στό 16ο ἔτος Ἱερατικῶν Συνάξεων. Τόνισε ὅτι κεντρικό θέμα θά εἶναι ἡ θεία Λειτουργία. Ἡ θεία Εὐχαριστία, ἀπό τήν ἀποστολική ἐποχή ἀκόμη, εἶναι τό κέντρο ζωῆς κάθε ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. Ὅλα ξεκινοῦν ἀπό τή θεία Λειτουργία καί ὅλα σ᾽ αὐτήν πάλι καταλήγουν. Πρωτίστως ἡ εὐχαριστιακή Σύναξη ἐκφράζει αἰσθητά ἐν τόπῳ καί χρόνῳ τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπισήμανε ἐπίσης ὅτι ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τό κέντρο ὅλων τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, πού γίνονται ἀπό τήν Ἐκκλησία μέσα στό ναό. Πάντα μέ τήν παρουσία μεταξύ μας τοῦ ἱερέα, γιατί χωρίς ἱερέα καί χωρίς τή θεία Λειτουργία δέν εἴμαστε Ἐκκλησία, ἀλλά μιά ἁπλή συγκέντρωση, σάν ἐκεῖνες πού κάνουν τά σωματεῖα καί οἱ σύλλογοι. Ἐκκλησία θά πῆ ὁ λαός, ὁ ἱερέας καί ἡ ἁγία Τράπεζα, δηλαδή ἡ θεία Λειτουργία.
Ἡ θεία Λειτουργία δέν εἶναι βέβαια κάτι πού τό σκέφτηκαν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά εἶναι τό μεγάλο καί θειότατο Μυστήριο, πού τό ἵδρυσε καί τό σύστησε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἵδρυσε τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τή θεία Λειτουργία, συνεχίζοντας τό μεγάλο καί θειότατο Μυστήριο. Γι᾽ αὐτό ἡ θεία Λειτουργία λέγεται καί θεία Εὐχαριστία κι εἶναι τό ἴδιο πρᾶγμα, ἡ ἱερή δηλαδή καί ἁγία τελετή τῆς Ἐκκλησίας, στήν ὁποία συνεχίζεται ἀναίμακτα ἡ θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
* * *
Ἐν συνεχείᾳ ὁ Σεβασμιώτατος ἔδωσε τόν λόγο στόν Αἰδεσιμολ. Θεόδωρο Γεωργίου, γιά νά ἀναπτύξει τό θέμα «Ἀκολουθία τοῦ “καιροῦ”». Τόνισε ὅτι στά χρόνια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου δέν ὑπῆρχε ἡ ἀκολουθία τοῦ “καιροῦ” ὅπως τήν γνωρίζουμε σήμερα. Ἡ θεία Λειτουργία ἄρχιζε μέ τήν εἴσοδο τοῦ Ἐπισκόπου στό Ναό καί τήν προσφορά τῆς εἰρήνης στόν λαό (Ἰωάννης Δαμασκηνός, ΕΠΕ 3, 48).
Ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στήν σημερινή της μορφή ἔχει μεταγενέστερες προσθῆκες: τήν διαφορετική ἔναρξη (8ος αἰών), τόν Τρισάγιο Ὕμνο καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως (5ος αἰών), τόν ὕμνο ὁ Μονογενής Υἱός, τόν Χερουβικό Ὕμνο καί τό Ζέον (6ος αἰών), καθώς καί τήν κατάργηση τοῦ προφητικοῦ ἀναγνώσματος.
Τό πρῶτο βῆμα πού ὁδηγεῖ τόν ἱερέα στό ἅγιο Θυσιαστήριο εἶναι ἡ ἀνεξικακία καί ἡ ἀγάπη. Αὐτό ζητᾶ ἀπό τόν λειτουργό του ὁ Χριστός. Ὁ ἱερεύς ὁ ὁποῖος πλησιάζει τά ἅγια Μυστήρια χωρίς προηγουμένως νά ἔχει θυσιάσει τόν ἑαυτό του, δέν πλησιάζει τό φῶς τό ἀληθινό, ἀλλά φωτιά πού κατακαίει.
Τό βράδυ πού προηγεῖται τῆς θείας Λειτουργίας ὁ λειτουργός μόνος του, ἐνώπιος Ἐνωπίῳ, καθαρίζει τήν καρδιά του ἀπό αἰσθήματα πού διώχνουν τήν ἀγάπη. Νηστεύει ἀπό λογισμούς πονηρούς καί ἀπό τροφές. Τό πρωΐ, μέσα στό Ναό, θά ζητήσει τήν ἐξ ὕψους δύναμη γιά νά προσεγγίσει τό ἅγιο Θυσιαστήριο καί νά μπορέσει νά πεῖ στόν Κύριο: «Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ἄσομαι καί ψαλλῶ ἐν τῇ δόξῃ μου».
Προετοιμασμένος πνευματικά καί σωματικά ὁ λειτουργός περιμένει νά ἔλθει ὁ καθορισμένος καιρός τῆς θείας Λειτουργίας. Ὅταν ἔλθει, μαζί μέ τόν διάκονο, “παίρνει καιρό”. Καιρός λέγεται μιά μικρή σύντομη ἀκολουθία πού γίνεται ἔμπροσθεν τῆς Ὡραίας Πύλης. Ἡ ἀκολουθία τοῦ καιροῦ εἶναι νεώτερη. Ἡ ἀκολουθία αὐτή εἶναι προάγγελος τῆς θ. Λειτουργίας συμβολίζει τόν “καιρόν… τῆς Χριστοῦ πρός ἡμᾶς ἐπιδημίας” καί μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι συμπληρώθηκε ὁ καιρός καί ἤγγικεν ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, πρίν ἀρχίσουμε τήν θεία Λειτουργία ζητοῦμε ἀπό τήν Παναγία ν’ ἀνοίξει τήν πύλη τῆς μητρικῆς ἀγάπης Της, γιά νά εἰσέλθει ὁ Χριστός μέσα μας καί ἐμεῖς νά εἰσέλθουμε μέσα στόν Χριστό.
Ἀφοῦ ὁ Διάκονος πεῖ Κύριε ἐλέησον (ιβ΄), Δόξα καί νῦν, καί κάνουν σταυρούς καί μετάνοιες τρεῖς φορές, ἀσπάζονται τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας τήν εὐχή Τήν ἄχραντον εἰκονά σου προσκυνοῦμεν ἀγαθέ…, τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου λέγοντες: Εὐσπλαγχνίας ὑπάρχουσα πηγή…, τήν εἰκόνα Προδρόμου λέγοντες: Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων… καί τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ λέγοντες τό Ἀπολυτίκιόν του.
Μετά δέ τόν ἀσπασμόν τῶν Ἁγίων εἰκόνων ἔρχονται μπροστά στήν Ὡραία Πύλη. Καί λέγει ὁ Διάκονος: Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν, Κύριε ἐλέησον. Ὁ Ἱερεύς ὑποκλινόμενος λέγει τήν εὐχήν: Κύριε ἐξαπόστειλον τήν χείρα σου ἐξ ὕψους κατοικητηρίου (Ψαλμός 143, 7) καί ἐνίσχυσόν με εἰς τήν προκειμένην διακονίαν σου· ἴνα ἀκατακρίτως παραστάς τῷ φοβερῷ σου βήματι, τήν ἀναίμακτον ἱερουργίαν ἐπιτελέσω. Ὅτι σοῦ ἐστίν ἡ δύναμις καί ἡ δόξα εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀφοῦ ὁ Διάκονος πεῖ Ἀμήν, ὁ Ἱερεύς ποιεῖ Ἀπόλυσιν.
Σύμφωνα μέ χειρόγραφο κώδικα τοῦ ιγ΄αἰῶνος ὁ ὁποῖος σώζεται στήν Πάτμο, ὁ ἱερεύς «παίρνει Καιρό», λέγοντας ὕστερα ἀπό τόν ἀσπασμό τῶν ἁγίων εἰκόνων τήν εὐχή: ὁ Θεός ὁ Θεός ἡμῶν ὁ τοῖς Χερουβίμ ἀθεώρητος καί τοῖς Σεραφίμ…
Μετά τήν ἀπόλυσιν στρέφονται πρός Δυσμάς καί ὑποκλίναντες τήν κεφαλήν ζητοῦν συγχώρησιν παρά τοῦ λαοῦ καί εἰσέρχονται εἰς τό Θυσιαστήριον λέγοντες ἕκαστος: Εἰσελεύσομαι εἰς τόν οἶκον σου, προσκυνήσω πρός ναόν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου (Ψαλμός 5,8). Καί ἀφοῦ προσκυνήσουν τρίς πρό τῆς ἁγίας Τραπέζης, ἀσπάζονται τό ἅγιο Εὐαγγέλιο καί τήν Ἁγία Τράπεζα.
Ὅταν στήν θεία Λειτουργία ἱερουργεῖ Ἐπίσκοπος ἡ ἀκολουθία τοῦ καιροῦ ἀντί νά γίνει τό πρωί τήν ὥρα πού ψάλλονται τά Καθίσματα τοῦ Ὄρθρου μετατίθεται γιά τήν ὥρα πού ψάλλονται οἱ αἶνοι.
Ἀκόμη κατά τήν περίοδο τῆς Διακαινισίμου Ἑβδομάδος ἡ ἀκολουθία τοῦ καιροῦ, σύμφωνα μέ τόν καθηγητή Ἰωάννη Φουντούλη, ἔχει ὡς ἑξῆς: Εὐλογητός … Χριστός ἀνέστη (τρίς). Ἀναστάς ὁ Ἰησοῦς … Τά ἀπολυτίκια τῶν Εἰκόνων καί Προσκύνησις … Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν. Ἡ εὐχή τοῦ “καιρού“ καί Ἀπόλυσις.
* * *
Ἐν συνεχείᾳ ἔλαβε τόν λόγο ὁ δεύτερος ὁμιλητής, ὁ Αἰδεσιμολ. Ἰωάννης Ἀλατέλης, ὁ ὁποῖος ἀνέπτυξε τό θέμα «Περί ἀμφίων». Ἐπισήμανε ὅτι μέ τό ἱερατικό λειτούργημα ἀναπόσπαστη τυγχάνει καί ἡ ἱερατική ἀμφίεση, τά «ἱερά ἄμφια», μέ τά ὁποῖα ὁ ἕνας βαθμός διακρίνεται ἀπό τόν ἄλλο καί καθορίζονται τά καθήκοντα ἑκάστου στίς ἱερουργίες. Τά ἄμφια εἶναι ἐνδύματα –κοσμικῆς ἀρχικά προέλευσης– κατά τούς ρυθμούς τῆς ἐνδυματολογίας τῆς ἐποχῆς τῆς διαμόρφωσής τους ἤ διακριτικά ἐξουσίας ἤ λειτουργήματος τῆς παλαιᾶς ἐποχῆς ἤ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπό τήν ἀμφίεση τῶν ἱερέων τῆς Π. Διαθήκης. Κατά βάση διατηροῦν τήν παλιά τους μορφή.
Τά ἄμφια εἰσαχθέντα κατά τόν 2ο καί 3ο αἰ. καθιερώθηκαν κατά τίς ἀρχές τοῦ 4ου αἰ. Τά ἱερατικά ἄμφια εἶναι ἑπτά στόν ἀριθμό μέ συμβολική σημασία. Ἀποτελοῦν τρόπον τινά ἔκφραση τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου καί καθιστοῦν ὑπεύθυνο τόν περιβαλλόμενο μέ αὐτά κληρικό ἔναντι τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας καί συγχρόνως προβάλλουν τίς χριστιανικές ἀρετές πρός ἄσκηση αὐτῶν ἀπό τόν ἱερό κλῆρο.
Στήν ἱστορία τῆς χριστιανικῆς λατρείας ἡ λειτουργική ἀμφίεση τῶν κληρικῶν κατέχει σημαντική θέση μέ τούς συμβολισμούς κάθε ἀμφίου. Τό χρῶμα ἀποτελεῖ κυρίαρχο σύμβολο στήν ἱστορική ἐξέλιξη τῶν ἱερῶν ἀμφίων. Τά σεμνά καί ὡραῖα χρώματα προκαλοῦν ἀνάλογα συναισθήματα. Τά ἱερά ἄμφια ὑπάρχουν γιά νά ἀναδεικνύουν τά τελούμενα καί ὄχι τόν τελετουργό. Ἡ χρωματική ἁρμονία βοηθᾶ αἰσθητικά τούς πιστούς νά μετέχουν στά τελούμενα. Ἀπό τήν ἄλλη ἡ εὐταξία προέρχεται ἀπό τόν Θεό. Ἡ χρωματική ἀταξία καί ἀναρχία δέν συνδυάζεται μέ τήν οὐράνια τάξη τῆς θείας λατρείας. Πρέπει νά βροῦμε τό μέτρο μεταξύ τῆς ἀχαλίνωτης χρήσης τῶν χρωμάτων καί τῆς συμμόρφωσης σέ ἕνα χρωματικό κανόνα. Τά χρώματα τῶν ἀμφίων γίνονται σημαντικά, μόνον ἐάν συνδέονται μέ τή μαρτυρία μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας, πού προσπαθεῖ νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό εὐαγγέλιο. Δέν ἀρκεῖ ἀπό μόνο του τό λευκό γιά νά ἑορτάσουμε μιά ἑορτή οὔτε τό κόκκινο γιά νά μεταδώσουμε τή φλόγα τοῦ πνεύματος ἤ τόν ζῆλο τῶν μαρτύρων γιά τό εὐαγγέλιο.
Tέλος, ὁ ὅσιος Θεόγνωστος δίνει τό μέτρο κρίσεως γιά τόν σεμνό ἱερωμένο. Μέ τήν ἐξωτερική ἀγγελόμορφη λευκότητα τῶν ἀμφίων σου, φανέρωσε τήν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς σου (Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, τόμ. Β΄, σελ. 330).
* * *
Στό τέλος τῆς Ἱερατικῆς Σύναξης ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας εὐχαρίστησε τούς ὁμιλητές π. Θεόδωρο καί π. Ἰωάννη, γιά τήν πληρότητα καί σαφήνεια τῆς ὁμιλίας τους, καί ἀκολούθησε συζήτηση. Τέθηκαν ἐρωτήματα καί δόθηκαν ἀπαντήσεις ἀπό τούς Εἰσηγητές καί τόν Σεβασμιώτατο κ. Συμεών.
Ἑπίσης, ὁ Σεβασμιώτατος πρόσφερε σέ ὅλους τούς ἱερεῖς τή νέα ἔκδοση «Εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ», συλλογή ποιμαντικῶν Ἐγκυκλίων τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, πού ἀναφέρονται σέ ποιμαντικά καί διοικητικά θέματα ἰδιαίτερης σημασίας. Ἡ ἔκδοση αὐτή ἀποβλέπει στό νά διευκολύνει τούς ἐφημερίους μας, καί μάλιστα τούς νεώτερους, νά συμβουλεύονται τίς Ἐγκυκλίους στήν ἀντιμετώπιση διαφόρων ζητημάτων πνευματικῆς καί διοικητικῆς φύσεως.