19 Μαρ2013
Ο ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΣ - ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ στήν Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης 17 Μαρτίου 2013
Ο ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΣ - ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
στήν Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης 17 Μαρτίου 2013
στήν Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης 17 Μαρτίου 2013
Μέσα σέ κλίμα βαθιᾶς κατανύξεως καί μεγάλης εὐλάβειας τελέσθηκε τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, 17 Μαρτίου, στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τῆς ἁγίας Φωτεινῆς Νέας Σμύρνης ὁ Κατανυκτικός-συγχωρητικός Ἑσπερινός. Πρόκειται γιά τόν Ἑσπερινό μέ τόν ὁποῖο οὐσιαστικά ἀρχίζει ἡ κατ’ ἐξοχήν ἱερά περίοδος, ἡ ἱερότερη χρονική περίοδος καί ἡ καρδιά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Μέ τήν εἴσοδό μας στόν Καθεδρικό ἱερό Ναό, κάθε πιστός ἔπαιρνε τό καλαίσθητο φυλλάδιο πού περιεῖχε ὁλόκληρη τήν ἀκολουθία τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, ὥστε νά παρακολουθήσει μέ εὐλάβεια καί κατ’ ἔννοιαν τή μοναδική σέ βάθος καί ὡραιότητα ἀκολουθία. Μετά τήν Εἴσοδο καί τό «Φῶς ἱλαρόν ἁγίας δόξης», οἱ Ἱερεῖς ἄφησαν τά λαμπερά τους ἄμφια, γιά νά ἐνδυθοῦν τά σκουρόχρωμα γιά τό «συνεσκιασμένον καί πενθηρόν καί μυστικόν» τῆς κατανυκτικῆς αὐτῆς περιόδου. Τότε εἶναι πού ἀκούστηκε καί τό Μέγα προκείμενον (σέ Ἦχο πλ. δ'), ὡς κραυγή τοῦ πιστοῦ γεμάτη ἐλπίδα καί φῶς μέσα στό σκοτάδι καί τήν ἀπογοήτευση:
«Μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου
ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι·
ταχύ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες
τῇ ψυχῇ μου, καί λύτρωσαι αὐτήν».
Ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ πλησίαζε πρός το τέλος της καί πρίν ἀπό τό «Νῦν ἀπολύεις» ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών ἐξεφώνησε τήν πρώτη Ὁμιλία τῶν κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μέ θέμα «Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος» (παραθέτουμε ἀκολούθως ὁλόκληρη τήν ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου).
Μέ τό πέρας τῆς ὁμιλίας τοῦ πρώτου αὐτοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών, ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ πιστός λαός τῆς Νέας Σμύρνης ζητήσαμε συγχώρηση ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καί εὐχηθήκαμε νά εἶναι καλή καί εὐλογημένη καί ἡ ἐφετινή Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Θέματα τῶν ὁμιλιῶν ἐφέτος κατά τούς κατανυκτικούς Ἑσπερινούς, ἐδῶ, στόν Μητροπολιτικό μας Ναό, οἱ ἑπτά Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Γεγονότα ἀπό τά σημαντικότερα στήν ἱστορική πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας κατά τήν πρώτη χιλιετία τῆς ζωῆς της.
Ἀντιμετώπισαν τή λαίλαπα τῶν αἱρέσεων, πού εἶχαν συνταράξει τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Διατύπωσαν τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Καταδίκασαν τίς πλάνες. Ἀποσαφήνισαν πλῆθος ζητημάτων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἀνέδειξαν τή γνήσια κατά Χριστόν ζωή.
Ἀφετηρία τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ, πρώτη σύνοδος θά λέγαμε, εἶναι ἡ λεγόμενη Ἀποστολική Σύνοδος, τῶν Ἱεροσολύμων τό 49 μ.Χ. Τή μνημονεύει τό βιβλίο τῶν Πράξεων στό 15ο κεφάλαιο. Ἔλαβαν μέρος οἱ Ἀπόστολοι, οἱ «πρεσβύτεροι» καί οἱ «ἀδελφοί» τῆς πρώτης χριστιανικῆς κοινότητας τῶν Ἱεροσολύμων. Τή βεβαιότητά τους ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους λήφθηκαν μέ τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐξέφρασαν οἰ Ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι στήν ἐπιστολή πού ἔστειλαν στούς ἀδελφούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας, στήν ὁποία ἔγραφαν: «Ἔδοξε γάρ τῶ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν...» (Πράξ. 15,28).
Καθώς τά χρόνια περνοῦσαν καί διάφορα ζητήματα εἶχαν παρουσιαστεῖ, ἀκολούθησαν καί ἄλλες τοπικοῦ χαρακτήρα σύνοδοι.
Ἡ πρώτη μορφή θεσμοθετημένης Συνόδου εἶναι ἡ ἐπαρχιακή Σύνοδος. Κατά τόν ε΄ κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ἐπίσκοποι μιᾶς ἐπαρχίας θά ἔπρεπε νά συνέρχονται δύο φορές τόν χρόνο. Αὐτό ὅμως πού θεσμοθέτησε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος φαίνεται ὅτι ὑφίστατο ὡς καθιερωμένη πρακτική νωρίτερα.
Πέρα καί πάνω ἀπό τίς ἐπαρχιακές καί τοπικές Συνόδους ἔχουμε τίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Τόν θεσμό ἐγκαινίασε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος πού θά δοῦμε στή συνέχεια.
Ἄν θά θέλαμε νά ὁρίσουμε τήν Οἰκουμενική Σύνοδο, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὄτι εἶναι ἕνα ἔκτακτο χαρισματικό γεγονός στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσκοποι, ἐξουσιοδοτημένοι ἐκπρόσωποι τῶν «κατά τήν οἰκουμένην» τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, συνέρχονται «ἐπί τό αὐτό», γιά νά ἐπιβεβαιώσουν καί νά διατυπώσουν τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (κλήρου καί πιστῶν), πού ἐκπροσωποῦν, ἀναφορικά μέ ἕνα μείζονος σημασίας θεολογικό – δογματικό πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία.
Οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διακρίνονται πρῶτον σέ Ἐκθέσεις Πίστεως, Σύμβολα ἤ Ὅρους, καί δεύτερον σέ ἱερούς Κανόνες. Τά πρῶτα ἀποτελοῦν ἀλάθητες διατυπώσεις τῆς ὀρθῆς πίστεως. Οἱ ἱεροί Κανόνες ἀποτελοῦν ἐπίσημες καί αὐθεντικές ἀποφάσεις τῶν Συνόδων πάνω σέ διάφορα σοβαρά ζητήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ἡ οἰκουμενικότητα καί τό κύρος μιᾶς Συνόδου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τό ἄν συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική. Οὔτε καί ἀπό τόν ἀριθμό –μικρό ἤ μεγάλο– τῶν Ἐπισκόπων πού ἔλαβαν μέρος. Ἡ ἀναγνώριση, ἐν τέλει, καί ἡ ἀποδοχή τῆς οἰκουμενικότητάς της ἐξαρτᾶται ἀπό τή συνείδηση ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἀναγνωρίζει ἑπτά Οἰκουμενικές Συνόδους, πού συγκλήθηκαν κατά τή διάρκεια τῆς πρώτης χριστιανικῆς χιλιετίας ἀπό τήν ἑνωμένη Ἐκκλησία πρό τοῦ Σχίσματος. Καί τιμᾶ καί ἑορτάζει τή μνήμη αὐτῶν τῶν ἱερῶν Συνόδων μέ ξεχωριστές ἑορτές γιά τήν καθεμιά, μακαρίζοντας παράλληλα καί τή μνήμη τῶν θεοφόρων Πατέρων πού ἔλαβαν μέρος σ’ αὐτές καί ἀγωνίστηκαν γιά τήν προάσπιση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
Ἡ Σύνοδος συγκλήθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο τό 325 στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. 318 ἐπίσκοποι ἀπ’ ὅλα τά σημεῖα τῆς τότε χριστιανοσύνης μαζί μέ τίς συνοδεῖες τους. Ἡ Ἐκκλησία μόλις εἶχε ἐξέλθει ἀπό τή μεγάλη δοκιμασία τῶν διωγμῶν. Καί πολλοί ἀπό τούς Συνοδικούς Πατέρες ἔφεραν τά σημάδια αὐτῆς τῆς μεγάλης δοκιμασίας. Ὁμολογητές τῆς πίστεως, πολλοί πού εἶχαν βασανιστεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄλλοι μέ κομμένα χέρια καί πόδια, ἄλλοι μέ βγαλμένα μάτια, ἄλλοι μέ ἀκρωτηριασμένα διάφορα μέλη τοῦ σώματος. Κατά τόν ἱστορικό Θεοδώρητο Κύρου «ἦσαν κατ’ ἐκεῖνο τόν χρόνο πολλοί πού διέπρεπαν μέ ἀποστολικά χαρίσματα καί πολλοί πού ἔφεραν τά στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατά τόν Ἀπόστολο στό σῶμα τους».
Τιμητικός πρόεδρος τῆς Συνόδου ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος. Τήν προεδρία ὅμως ἄσκησε ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Εὐστάθιος, μιά καί ἡ Ἀντιόχεια κατεῖχε τήν πρώτη θέση στή σειρά τῶν Διοικήσεων τοῦ κράτους.
Ἀπό τά ἐπιφανῆ μέλη της Συνόδου, πλήν τοῦ Εὐσταθίου Ἀντιοχείας, ὁ Ἀλέξανδρος Ἀλεξανδρείας, ὁ Μακάριος Ἱεροσολύμων, ὁ Ὅσιος Κορδούης ἰσπανικῆς πόλεως, ὁ Σπυρίδων Τριμυθοῦντος, ὁ Νικόλαος Μύρων, ὁ ὅσιος Παφνούτιος, Ἐπίσκοπος Αἰγύπτου. Διάκονος τοῦ Ἀλεξάνδρου ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στίς ἐργασίες τῆς Συνόδου.
Τό πρόβλημα τό μεγάλο πού ἀντιμετώπισε ἡ πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδος ἦταν οἱ κακοδοξίες τοῦ Ἀρείου. Ὁ Ἄρειος ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας, κληρικός διακρινόμενος γιά τήν παιδεία του. Ἐπηρεσμένος ὅμως ἀπό τήν ἑλληνική φιλοσοφία, ἔφτασε στό σημεῖο νά ἀρνεῖται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας, νά τόν θεωρεῖ κτίσμα, δημιούργημα τοῦ Πατέρα «ἐν χρόνῳ» καί νά ὑποστηρίζει ὅτι «ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν», δηλαδή ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Λόγος, δέν εἶναι ἄχρονος καί συναΐδιος μέ τόν Πατέρα.
Μετά ἀπό μακρές καί ἔντονες συζητήσεις, ἡ Σύνοδος καταδίκασε τόν Ἄρειο καί τίς κακοδοξίες του καί διατύπωσε τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως μέ τήν «Ἔκθεσιν πίστεως» ἤ τό «Σύμβολον» τῶν 318 Πατέρων, τό ὁποῖο περιέχει «ἐν κεφαλαίῳ» τήν πίστη τῆς ἀνά τήν οἰκουμένη Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στά σημεῖα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἀμφισβητοῦσε καί παραποιοῦσε.
Εἶναι τό γνωστό σέ ὅλους μας Σύμβολο τῆς πίστεως, ὅπως βεβαίως συμπληρώθηκε ἀργότερα ἀπό τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Δέν πρόκειται γιά ἕνα θεωρητικό κείμενο, ἀλλά γιά τά ὅσα πίστευαν οἱ χριστιανοί παντοῦ καί πάντοτε. Μόνο πού τώρα, γιά νά ἀντιμετωπιστοῦν οἱ κακοδοξίες τοῦ Ἀρειανισμοῦ, αὐτή ἡ πίστη διατυπώθηκε μέ σαφήνεια καί δογματική ἀκρίβεια.
Τό Σύμβολο τῶν 318 Πατέρων ἀνακεφαλαιώνει τήν πίστη τῶν βαπτιστηρίων Συμβόλων τῶν μεγάλων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μέ τίς ἀναγκαῖες ἀποσαφηνίσεις καί προσθῆκες γιά νά διασφαλιστεῖ ἡ ὀρθή πίστη ἔναντι τῶν πλανῶν τοῦ Ἀρειανισμοῦ.
Ἕνα ἄλλο ζήτημα πού ἀπασχόλησε τούς Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἦταν καί τό ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Ὅπως ἴσως γνωρίζετε, μέχρι τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο δέν ἑόρταζαν ὅλες οἱ τοπικές Ἐκκλησίας τήν ἴδια ἡμέρα τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Οἱ Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀποφάσισαν τόν κοινό ἑορτασμό τῆς μεγάλης ἑορτῆς τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.
Τήν Σύνοδο ἀπασχόλησαν καί θέματα ἐκκλησιαστικῆς ὀργάνωσης, διοίκησης καί εὐταξίας καί γιά τόν λόγο αὐτό ἐξέδωσε 20 Ἱερούς Κανόνες.
Μιλώντας γιά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο δέν κάνουμε ἁπλῶς ἱστορία. Δέν ἐξετάζουμε ἕνα –ἔστω καί σημαντικό– γεγονός πού συνέβη πρίν ἀπό 17 αἰῶνες σέ μιά πόλη πού δέν ὑπάρχει πιά σάν χριστιανική πόλη καί τόπος ζωντανῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος εἶναι γιά μᾶς, ἀλλά καί γιά τούς χριστιανούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἡ διασφάλιση τῆς ἀλήθειας γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας.
Τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ ὁμοούσιος τῷ Πατρί.
Ἐκείνου πού γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους καί γιά τή δική μας σωτηρία κατῆλθε ἐκ τῶν οὐρανῶν, σαρκώθηκε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου. Ὄντας δηλαδή τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος.
Ἐκείνου πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, πού ἔπαθε, πού ἐνταφιάστηκε, καί πού τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήθηκε.
Ἡ πίστη, λοιπόν, στόν Χριστό, τόν ἀληθινό Θεό, τόν Λυτρωτή καί Σωτήρα μας, εἶναι ἡ ἀτίμητη παρακαταθήκη τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν ὁποία «τρανῶς παρέδωκαν» στήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι κι ἐμεῖς μποροῦμε νά πιστεύουμε ὀρθά.
Νά ὁμολογοῦμε τήν ἀληθινή πίστη.
Νά προσευχόμαστε στόν Χριστό.
Νά ἐλπίζουμε σ’ Αὐτόν.
Νά κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του.
Νά ζοῦμε ἑνωμένοι μαζί Του.
Γι’ αὐτό καί κάθε φορά πού ἀπαγγέλλουμε τό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, τό Σύμβολο τῆς Νικαίας, τό Σύμβολο τῶν 318 θεοφόρων Πατέρων, ἄς μακαρίζουμε μ’ εὐγνωμοσύνη τή μνήμη τους.
Ὑπῆρξαν ἡ «θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου... Τά πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου. Νικαίας τό καύχημα. Τό ἀγλάϊσμα τῆς Οἰκουμένης».
Ἐμεῖς εὐφημοῦμε καί μακαρίζουμε τή μνήμη τους. Ἐκεῖνοι, στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, πρεσβεύουν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Μέ τήν εἴσοδό μας στόν Καθεδρικό ἱερό Ναό, κάθε πιστός ἔπαιρνε τό καλαίσθητο φυλλάδιο πού περιεῖχε ὁλόκληρη τήν ἀκολουθία τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, ὥστε νά παρακολουθήσει μέ εὐλάβεια καί κατ’ ἔννοιαν τή μοναδική σέ βάθος καί ὡραιότητα ἀκολουθία. Μετά τήν Εἴσοδο καί τό «Φῶς ἱλαρόν ἁγίας δόξης», οἱ Ἱερεῖς ἄφησαν τά λαμπερά τους ἄμφια, γιά νά ἐνδυθοῦν τά σκουρόχρωμα γιά τό «συνεσκιασμένον καί πενθηρόν καί μυστικόν» τῆς κατανυκτικῆς αὐτῆς περιόδου. Τότε εἶναι πού ἀκούστηκε καί τό Μέγα προκείμενον (σέ Ἦχο πλ. δ'), ὡς κραυγή τοῦ πιστοῦ γεμάτη ἐλπίδα καί φῶς μέσα στό σκοτάδι καί τήν ἀπογοήτευση:
«Μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου
ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι·
ταχύ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες
τῇ ψυχῇ μου, καί λύτρωσαι αὐτήν».
Ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ πλησίαζε πρός το τέλος της καί πρίν ἀπό τό «Νῦν ἀπολύεις» ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών ἐξεφώνησε τήν πρώτη Ὁμιλία τῶν κατανυκτικῶν Ἑσπερινῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μέ θέμα «Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος» (παραθέτουμε ἀκολούθως ὁλόκληρη τήν ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου).
Μέ τό πέρας τῆς ὁμιλίας τοῦ πρώτου αὐτοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Συμεών, ὁ ἱερός Κλῆρος καί ὁ πιστός λαός τῆς Νέας Σμύρνης ζητήσαμε συγχώρηση ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο καί εὐχηθήκαμε νά εἶναι καλή καί εὐλογημένη καί ἡ ἐφετινή Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
* * *
Η ΠΡΩΤΗ (Α΄)
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κ. Συμεών
κατά τόν Κατανυκτικό-Συγχωρητικό Ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς
τῆς Τυρινῆς
(Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης, 17 Μαρτίου 2013)
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, προσφιλέστατοι πατέρες καί ἀδελφοί, βρισκόμαστε καί πάλι στο κατώφλι τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Δωρεά τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα μας! Ἔκφραση τῆς θείας ἀγάπης Του! Εὐκαιρία γιά μετάνοια καί πνευματική ἀνασύνταξη ὅλων μας.ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ
Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κ. Συμεών
κατά τόν Κατανυκτικό-Συγχωρητικό Ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς
τῆς Τυρινῆς
(Ἁγία Φωτεινή Νέας Σμύρνης, 17 Μαρτίου 2013)
Θέματα τῶν ὁμιλιῶν ἐφέτος κατά τούς κατανυκτικούς Ἑσπερινούς, ἐδῶ, στόν Μητροπολιτικό μας Ναό, οἱ ἑπτά Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Γεγονότα ἀπό τά σημαντικότερα στήν ἱστορική πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας κατά τήν πρώτη χιλιετία τῆς ζωῆς της.
Ἀντιμετώπισαν τή λαίλαπα τῶν αἱρέσεων, πού εἶχαν συνταράξει τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Διατύπωσαν τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Καταδίκασαν τίς πλάνες. Ἀποσαφήνισαν πλῆθος ζητημάτων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἀνέδειξαν τή γνήσια κατά Χριστόν ζωή.
* * *
Ὁ συνοδικός χαρακτήρας τῆς Ἐκκλησίας – Ἐκκλησία – σύνοδος – σύναξη πιστῶν γιά τήν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας. Πιό συγκεκριμένα, Σύνοδος στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐπικράτησε νά λέγεται ἡ συνέλευση τῶν Ἐπισκόπων, συγκεκριμένης περιφέρειας, ὡς ἐκπροσώπων τοῦ ποιμαινόμενου λαοῦ, προκειμένου να συσκεφθοῦν καί νά συναποφασίσουν γιά θέματα ζωτικῆς σημασίας τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας.Ἀφετηρία τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ, πρώτη σύνοδος θά λέγαμε, εἶναι ἡ λεγόμενη Ἀποστολική Σύνοδος, τῶν Ἱεροσολύμων τό 49 μ.Χ. Τή μνημονεύει τό βιβλίο τῶν Πράξεων στό 15ο κεφάλαιο. Ἔλαβαν μέρος οἱ Ἀπόστολοι, οἱ «πρεσβύτεροι» καί οἱ «ἀδελφοί» τῆς πρώτης χριστιανικῆς κοινότητας τῶν Ἱεροσολύμων. Τή βεβαιότητά τους ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους λήφθηκαν μέ τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐξέφρασαν οἰ Ἀπόστολοι καί οἱ πρεσβύτεροι στήν ἐπιστολή πού ἔστειλαν στούς ἀδελφούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας, στήν ὁποία ἔγραφαν: «Ἔδοξε γάρ τῶ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν...» (Πράξ. 15,28).
Καθώς τά χρόνια περνοῦσαν καί διάφορα ζητήματα εἶχαν παρουσιαστεῖ, ἀκολούθησαν καί ἄλλες τοπικοῦ χαρακτήρα σύνοδοι.
Ἡ πρώτη μορφή θεσμοθετημένης Συνόδου εἶναι ἡ ἐπαρχιακή Σύνοδος. Κατά τόν ε΄ κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ἐπίσκοποι μιᾶς ἐπαρχίας θά ἔπρεπε νά συνέρχονται δύο φορές τόν χρόνο. Αὐτό ὅμως πού θεσμοθέτησε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος φαίνεται ὅτι ὑφίστατο ὡς καθιερωμένη πρακτική νωρίτερα.
Πέρα καί πάνω ἀπό τίς ἐπαρχιακές καί τοπικές Συνόδους ἔχουμε τίς Οἰκουμενικές Συνόδους. Τόν θεσμό ἐγκαινίασε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος πού θά δοῦμε στή συνέχεια.
Ἄν θά θέλαμε νά ὁρίσουμε τήν Οἰκουμενική Σύνοδο, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὄτι εἶναι ἕνα ἔκτακτο χαρισματικό γεγονός στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσκοποι, ἐξουσιοδοτημένοι ἐκπρόσωποι τῶν «κατά τήν οἰκουμένην» τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, συνέρχονται «ἐπί τό αὐτό», γιά νά ἐπιβεβαιώσουν καί νά διατυπώσουν τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (κλήρου καί πιστῶν), πού ἐκπροσωποῦν, ἀναφορικά μέ ἕνα μείζονος σημασίας θεολογικό – δογματικό πρόβλημα πού ἀπασχολεῖ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία.
Οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διακρίνονται πρῶτον σέ Ἐκθέσεις Πίστεως, Σύμβολα ἤ Ὅρους, καί δεύτερον σέ ἱερούς Κανόνες. Τά πρῶτα ἀποτελοῦν ἀλάθητες διατυπώσεις τῆς ὀρθῆς πίστεως. Οἱ ἱεροί Κανόνες ἀποτελοῦν ἐπίσημες καί αὐθεντικές ἀποφάσεις τῶν Συνόδων πάνω σέ διάφορα σοβαρά ζητήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ἡ οἰκουμενικότητα καί τό κύρος μιᾶς Συνόδου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τό ἄν συγκλήθηκε ὡς Οἰκουμενική. Οὔτε καί ἀπό τόν ἀριθμό –μικρό ἤ μεγάλο– τῶν Ἐπισκόπων πού ἔλαβαν μέρος. Ἡ ἀναγνώριση, ἐν τέλει, καί ἡ ἀποδοχή τῆς οἰκουμενικότητάς της ἐξαρτᾶται ἀπό τή συνείδηση ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἀναγνωρίζει ἑπτά Οἰκουμενικές Συνόδους, πού συγκλήθηκαν κατά τή διάρκεια τῆς πρώτης χριστιανικῆς χιλιετίας ἀπό τήν ἑνωμένη Ἐκκλησία πρό τοῦ Σχίσματος. Καί τιμᾶ καί ἑορτάζει τή μνήμη αὐτῶν τῶν ἱερῶν Συνόδων μέ ξεχωριστές ἑορτές γιά τήν καθεμιά, μακαρίζοντας παράλληλα καί τή μνήμη τῶν θεοφόρων Πατέρων πού ἔλαβαν μέρος σ’ αὐτές καί ἀγωνίστηκαν γιά τήν προάσπιση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
* * *
Τό μεγάλο καί ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνο πρόβλημα πού προκάλεσε ὁ Ἀρειανισμός καί οἱ διαστάσεις πού πού προσέλαβε παρά τήν καταδίσκη του ἀπό δύο τοπικές Συνόδους τῆς Ἀλεξάνδρειας (324) καί τῆς Ἀντιόχειας (ἀρχές τοῦ 325), κατέστησε ἀναγκαία τή σύγκληση σέ Σύνοδο ὅλων τῶν Ἐπισκόπων τῆς «κατά πᾶσαν τήν Οἰκουμένην» Ἐκκλησίας.Ἡ Σύνοδος συγκλήθηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο τό 325 στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. 318 ἐπίσκοποι ἀπ’ ὅλα τά σημεῖα τῆς τότε χριστιανοσύνης μαζί μέ τίς συνοδεῖες τους. Ἡ Ἐκκλησία μόλις εἶχε ἐξέλθει ἀπό τή μεγάλη δοκιμασία τῶν διωγμῶν. Καί πολλοί ἀπό τούς Συνοδικούς Πατέρες ἔφεραν τά σημάδια αὐτῆς τῆς μεγάλης δοκιμασίας. Ὁμολογητές τῆς πίστεως, πολλοί πού εἶχαν βασανιστεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄλλοι μέ κομμένα χέρια καί πόδια, ἄλλοι μέ βγαλμένα μάτια, ἄλλοι μέ ἀκρωτηριασμένα διάφορα μέλη τοῦ σώματος. Κατά τόν ἱστορικό Θεοδώρητο Κύρου «ἦσαν κατ’ ἐκεῖνο τόν χρόνο πολλοί πού διέπρεπαν μέ ἀποστολικά χαρίσματα καί πολλοί πού ἔφεραν τά στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατά τόν Ἀπόστολο στό σῶμα τους».
Τιμητικός πρόεδρος τῆς Συνόδου ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος. Τήν προεδρία ὅμως ἄσκησε ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Εὐστάθιος, μιά καί ἡ Ἀντιόχεια κατεῖχε τήν πρώτη θέση στή σειρά τῶν Διοικήσεων τοῦ κράτους.
Ἀπό τά ἐπιφανῆ μέλη της Συνόδου, πλήν τοῦ Εὐσταθίου Ἀντιοχείας, ὁ Ἀλέξανδρος Ἀλεξανδρείας, ὁ Μακάριος Ἱεροσολύμων, ὁ Ὅσιος Κορδούης ἰσπανικῆς πόλεως, ὁ Σπυρίδων Τριμυθοῦντος, ὁ Νικόλαος Μύρων, ὁ ὅσιος Παφνούτιος, Ἐπίσκοπος Αἰγύπτου. Διάκονος τοῦ Ἀλεξάνδρου ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στίς ἐργασίες τῆς Συνόδου.
Τό πρόβλημα τό μεγάλο πού ἀντιμετώπισε ἡ πρώτη Οἰκουμενική Σύνοδος ἦταν οἱ κακοδοξίες τοῦ Ἀρείου. Ὁ Ἄρειος ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας, κληρικός διακρινόμενος γιά τήν παιδεία του. Ἐπηρεσμένος ὅμως ἀπό τήν ἑλληνική φιλοσοφία, ἔφτασε στό σημεῖο νά ἀρνεῖται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας, νά τόν θεωρεῖ κτίσμα, δημιούργημα τοῦ Πατέρα «ἐν χρόνῳ» καί νά ὑποστηρίζει ὅτι «ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν», δηλαδή ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Λόγος, δέν εἶναι ἄχρονος καί συναΐδιος μέ τόν Πατέρα.
Μετά ἀπό μακρές καί ἔντονες συζητήσεις, ἡ Σύνοδος καταδίκασε τόν Ἄρειο καί τίς κακοδοξίες του καί διατύπωσε τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως μέ τήν «Ἔκθεσιν πίστεως» ἤ τό «Σύμβολον» τῶν 318 Πατέρων, τό ὁποῖο περιέχει «ἐν κεφαλαίῳ» τήν πίστη τῆς ἀνά τήν οἰκουμένη Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στά σημεῖα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἀμφισβητοῦσε καί παραποιοῦσε.
Εἶναι τό γνωστό σέ ὅλους μας Σύμβολο τῆς πίστεως, ὅπως βεβαίως συμπληρώθηκε ἀργότερα ἀπό τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Δέν πρόκειται γιά ἕνα θεωρητικό κείμενο, ἀλλά γιά τά ὅσα πίστευαν οἱ χριστιανοί παντοῦ καί πάντοτε. Μόνο πού τώρα, γιά νά ἀντιμετωπιστοῦν οἱ κακοδοξίες τοῦ Ἀρειανισμοῦ, αὐτή ἡ πίστη διατυπώθηκε μέ σαφήνεια καί δογματική ἀκρίβεια.
Τό Σύμβολο τῶν 318 Πατέρων ἀνακεφαλαιώνει τήν πίστη τῶν βαπτιστηρίων Συμβόλων τῶν μεγάλων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν μέ τίς ἀναγκαῖες ἀποσαφηνίσεις καί προσθῆκες γιά νά διασφαλιστεῖ ἡ ὀρθή πίστη ἔναντι τῶν πλανῶν τοῦ Ἀρειανισμοῦ.
Ἕνα ἄλλο ζήτημα πού ἀπασχόλησε τούς Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἦταν καί τό ζήτημα τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Ὅπως ἴσως γνωρίζετε, μέχρι τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο δέν ἑόρταζαν ὅλες οἱ τοπικές Ἐκκλησίας τήν ἴδια ἡμέρα τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Οἱ Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀποφάσισαν τόν κοινό ἑορτασμό τῆς μεγάλης ἑορτῆς τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας.
Τήν Σύνοδο ἀπασχόλησαν καί θέματα ἐκκλησιαστικῆς ὀργάνωσης, διοίκησης καί εὐταξίας καί γιά τόν λόγο αὐτό ἐξέδωσε 20 Ἱερούς Κανόνες.
* * *
Ἀδελφοί μου,Μιλώντας γιά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο δέν κάνουμε ἁπλῶς ἱστορία. Δέν ἐξετάζουμε ἕνα –ἔστω καί σημαντικό– γεγονός πού συνέβη πρίν ἀπό 17 αἰῶνες σέ μιά πόλη πού δέν ὑπάρχει πιά σάν χριστιανική πόλη καί τόπος ζωντανῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.
Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος εἶναι γιά μᾶς, ἀλλά καί γιά τούς χριστιανούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἡ διασφάλιση τῆς ἀλήθειας γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας.
Τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ ὁμοούσιος τῷ Πατρί.
Ἐκείνου πού γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους καί γιά τή δική μας σωτηρία κατῆλθε ἐκ τῶν οὐρανῶν, σαρκώθηκε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου. Ὄντας δηλαδή τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος.
Ἐκείνου πού σταυρώθηκε γιά μᾶς, πού ἔπαθε, πού ἐνταφιάστηκε, καί πού τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήθηκε.
Ἡ πίστη, λοιπόν, στόν Χριστό, τόν ἀληθινό Θεό, τόν Λυτρωτή καί Σωτήρα μας, εἶναι ἡ ἀτίμητη παρακαταθήκη τῶν θεοφόρων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν ὁποία «τρανῶς παρέδωκαν» στήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι κι ἐμεῖς μποροῦμε νά πιστεύουμε ὀρθά.
Νά ὁμολογοῦμε τήν ἀληθινή πίστη.
Νά προσευχόμαστε στόν Χριστό.
Νά ἐλπίζουμε σ’ Αὐτόν.
Νά κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του.
Νά ζοῦμε ἑνωμένοι μαζί Του.
Γι’ αὐτό καί κάθε φορά πού ἀπαγγέλλουμε τό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, τό Σύμβολο τῆς Νικαίας, τό Σύμβολο τῶν 318 θεοφόρων Πατέρων, ἄς μακαρίζουμε μ’ εὐγνωμοσύνη τή μνήμη τους.
Ὑπῆρξαν ἡ «θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου... Τά πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου. Νικαίας τό καύχημα. Τό ἀγλάϊσμα τῆς Οἰκουμένης».
Ἐμεῖς εὐφημοῦμε καί μακαρίζουμε τή μνήμη τους. Ἐκεῖνοι, στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, πρεσβεύουν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.