07 Δεκ2011
Η΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
Η΄ ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΞΗ
μέ θέμα: Τό Ε΄ κεφ. τῆς Πρώτης πρός Τιμόθεον
Ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου
Ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου
Πραγματοποιήθηκε τήν Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Σώστη (λεωφ. Συγγροῦ) ἡ ὄγδοη Ἱερατική Σύναξη γιά τούς Κληρικούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης. Στή Σύναξη αὐτή ὁμιλητής ἦταν ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Βασίλειος Γιαννάκας, Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Κυριακῆς Παλαιοῦ Φαλήρου. Θέμα τῆς εἰσηγήσεώς του ἦταν ἡ παρουσίαση καί ἡ ἐμβάθυνση στό Ε΄ κεφ. τῆς Α΄ πρός Τιμόθεον Ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου.
Ὁ σεβαστός ὁμιλητής ἀνέφερε ὅτι τό Ε΄ κεφάλαιο εἶναι τό Β΄ μέρος τῆς νοηματικῆς ἑνότητας πού συνδέει τό Δ΄, Ε΄ καί ΣΤ΄ κεφάλαιο καί ἐξετάζει τήν σχέση τοῦ Τιμοθέου καί γενικότερα τοῦ ποιμένος, μέ τίς διάφορες κατηγορίες προσώπων πού ἀποτελοῦν τήν Ἐκκλησία καί χωρίζεται σέ τρεῖς ἑνότητες: α) Οἱ στ. 1-2 στήν συμπεριφορά του πρός τά μέλη τοῦ ποιμνίου του γενικά, β) Οἱ στ. 3-16 στήν συμεριφορά του πρός τίς χῆρες καί γ) Οἱ στ. 17-25 στά καθήκοντά του πρός τό ἱερατεῖο.
Μέσα στίς ἁρμοδιότητες καί τήν εὐθύνη τοῦ ποιμένος εἶναι καί ὁ ἔλεγχος. Ἀλλοῦ γράφει ὁ Ἀπόστολος στόν Τιμόθεο: «Ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον» (Β’ Τιμ. 4, 2). Ὁ ἔλεγχος ὅμως δέν πρέπει νά γίνεται μέ τρόπο τραχύ καί ἀγενή. Παρόλο πού ὁ Τιμόθεος ἦταν συνεργάτης τοῦ Παύλου καί εἶχε κῦρος καί ἐξουσιοδότηση ἀπό τόν ἴδιο, ὅμως τοῦ ὑποδεικνύει νά σέβεται τά γηρατειά καί νά φέρεται μέ στοργή πρός τήν νεότητα. Τούς γέροντες ἔπρεπε νά τούς παρακαλεῖ καί νά τούς φέρεται ὅπως σέ πατέρες. Πρός τούς νέους ἔπρεπε νά φέρεται ὡς πρός ἀδελφούς. Νά μήν διαπομπεύει τά σφάλματά τους προκαλώντας ἐντάσεις μαζί τους, ἀλλά νά πονᾶ γι’ αὐτούς καί μέ πολύ ἀγάπη νά ἐπιδιώκει τήν ὠφέλεια καί τήν προκοπή τους.
«Νεωτέρας ὡς ἀδελφάς ἐν πάσῃ ἁγνείᾳ». Στά πλαίσια τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου ὁ Τιμόθεος θά συναναστρεφόταν καί μέ γυναῖκες κάθε ἡλικίας. Τόν συμβουλεύει, λοιπόν, ἡ σχέση του μαζί τους, ἰδιαίτερα πρός τίς νεώτερες νά χαρακτηρίζεται ἀπό ἁγνότητα. Ἀφ’ ἑνός νά μήν ἀφήνει κανένα περιθώριο νά δημιουργοῦνται ὑποψίες ἤ σχόλια καί ἀφ’ ἑτέρου, κυρίως, νά μήν ὑπάρχει βάση γιά τέτοιες ὑποψίες καί σχόλια, δηλαδή νά μήν ἀφήσει κανένα περιθώριο οἱ συναναστροφές αὐτές καί οἱ συνεργασίες νά βλάψουν τόν ἴδιο πνευματικά ἔστω κι ἄν δέν δημιουργηθοῦν ποτέ ὑποψίες.
Καί δυστυχῶς, γνωρίζουμε περιπτώσεις κληρικῶν πού δέν ἐργάστηκαν μέ διάκριση καί σύνεση οὔτε μέ στοιχειώδη λογική. Καί παρά τίς ἀρχικά ἀγαθές καί ἁγνές προθέσεις, μπλέχτηκαν σέ περιπέτειες πού τούς ἐξέθεσαν καί ὡς ἀνθρώπους ἀλλά καί ὡς διακόνους τοῦ εὐαγγελίου, μέ ἀποτέλεσμα καί τήν προσωπική πνευματική βλάβη ἀλλά καί τόν σκανδαλισμό τοῦ ποιμνίου τους μέ ὅτι αὐτά συνεπάγονται.
Ἄν, λοιπόν, γιά τόν Τιμόθεο, πού ἦταν νεκρός γιά τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου, θεώρησε ἀναγκαῖο ὁ Παῦλος νά ἐπιστήσει σ’ αὐτόν τήν προσοχή, ὥστε μέ πολλή ἁγνότητα νά προχωρεῖ σέ προτροπές καί συμβουλές καί σέ κάθε εἴδους συναναστροφή καί συνεργασία μέ τίς νεώτερες, πόσο μάλλον γιά μᾶς εἶναι ἀναγκαιότερη ἡ ἐντολή αὐτή;
Συμπερασματικά: Γίνεται φανερό καί ἀπό τούς ὅρους πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος ὅτι οἱ σχέσεις τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σχέσεις οἰκογενειακές. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ μεγάλη πνευματική οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ πάνω στή γῆ. Καί ἡ Ἐνορία, ὡς τοπικό τμῆμα αὐτῆς τῆς οἰκογένειας καλεῖται νά γίνει ἕνα ἐργαστήριο τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, παρά τά ποικίλα προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει μέσα στήν ἀστική κοινωνία. Ἕνας χῶρος ὅπου ὅλοι, μικροί καί μεγάλοι, ἄντρες καί γυναῖκες, ἀνήλικοι καί ἡλικιωμένοι ἔχουν τήν θέση τους και κυρίως μιά θέση στήν καρδιά τοῦ ποιμένος-ἐφημερίου.
Στ. 3: Ὅπως φαίνεται καί στό στ. 9 καί μᾶς πληροφορεῖ καί ὁ Τερτυλλιανός, οἱ χῆρες καταγράφονταν σέ εἰδικό κατάλογο. Πολύ νωρίς διακρίθηκαν σέ δύο τάξεις: Στίς ἄπορες καί σ’ ἐκεῖνες πού εἶχαν ἐκκλησιαστικά διακονήματα. Ἡ διάκριση αὐτή γίνεται φανερή στή συνέχεια καθώς οἱ στ. 4-8 ἀναφέρονται στίς ἄπορες ἐνῶ οἱ στ. 9-15 σ’ ἐκεῖνες πού εἶχαν ἐκκλησιαστικά διακονήματα.
Στ. 4: Ἡ ἀνταμοιβή στούς γονεῖς. Αὐτές πού ἔχουν παιδιά ἤ ἐγγόνια δέν εἶναι «ὄντως χῆρες» ὅπως ἐκεῖνες πού δέν ἔχουν κανέναν νά τίς φροντίζει. «Τόν ἴδιον οἶκον εὐσεβεῖν». Τά παιδιά καί τά ἐγγόνια νά τιμοῦν καί νά φροντίζουν τήν μητέρα τους. Γιατί εἶναι ἀσέβεια τό νά μήν γηροκομοῦν τούς γονεῖς τους. «Ἀμοιβάς ἀποδιδόναι τοῖς προγόνοις». Ἀναφέρεται στήν ἀνταμοιβή τῆς ἀνατροφῆς. Ἀνταμοιβή γιά ὅσα ἐκεῖνοι ἐργάστηκαν γιά νά σέ ἀναθρέψουν, νά σέ σπουδάσουν, νά σέ μεγαλώσουν. Εἶναι μιά ὑποχρέωση αὐτή τῶν παιδιῶν. Τά παιδιά ποτέ δέν θά μπορέσουν νά ἀνταμείψουν ἐπαρκῶς τούς γονεῖς τους γιά τίς φροντίδες πού κατέβαλαν αὐτοί γι’ αὐτά. Γιά τίς θυσίες στίς ὁποῖες ὑποβλήθηκαν, γιά ὅλα ὅσα αὐτοί ἔκαναν καί ὑπέφεραν μέχρι τά παιδιά τους νά γίνουν αὐτάρκη καί νά μήν ἔχουν ἀνάγκη τήν κηδεμονία καί προστασία τῶν γονέων.
Στ. 5: Χηρεία. Ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς ζωῆς μας τό ὁποῖο θίγει ἐδῶ ὁ Παῦλος εἶναι ἡ ἄνωθεν διάλυση τοῦ γάμου, ἡ ἀπώλεια τοῦ ἤ τῆς συζύγου, ἡ χηρεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ προτελευταία δοκιμασία στόν ἔγγαμο βίο. Ἡ χηρεία εἶναι πιό ὀδυνηρή στίς γυναῖκες, λόγω τῆς συναισθηματικῆς τους φύσης. Προκαλεῖ ἔντονο ψυχικό πόνο καί μεγάλη ἀνασφάλεια. Ὁ ποιμένας θά προετοιμάσει τό ποίμνιό του σέ ἀνύποπτο χρόνο γιά τήν ἀντιμετώπιση καί αὐτοῦ τοῦ πειρασμοῦ. Ἀπέραντος ἀγρός δέν εἶναι μόνο ἡ ἐνορία ὅπου, ἀλλά κατ’ ἐξοχήν τά κοιμητήρια. Καί θά τό πετύχει αὐτό θεμελιώνοντας τήν ζωή τους «ἐπί τόν Θεόν» ὅπως μᾶς λέει ἐδῶ ὁ ἀπ. Παῦλος ὁ ὁποῖος προτείνει τήν προσευχή καί γενικά τήν λατρεία. Ὅπως ἡ χήρα Ἄννα ἡ προφήτης στήν Ὑπαπαντή, ἡ ὁποία «οὐκ ἀφίστατο τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καί δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καί ἡμέραν» (Λουκ. β’ 37). Ἡ ἐπί τόν Θεόν ἐλπίδα καί ἡ σύνδεση μέ τόν Κύριο μέσω τῆς προσευχῆς καί τῶν μυστηρίων ἀποτελεῖ τό ἰσχυρότερο ὅπλο γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς χηρείας. Εἶναι μεγάλη ἀνακούφιση, ἐνίσχυση καί παρηγοριά ἐκείνων πού βρίσκονται στήν θλιβερή μοναξιά, ἔρημοι ἀπό κάθε ἀνθρώπινη προστασία, νά μάθουν νά στηρίζουν τίς ἐλπίδες τους στόν Θεό. Ἴσως γι’ αὐτό ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά περνάει ὁ λαός του αὐτή τήν δοκιμασία γιά νά στρέφει τά βλέμματά του στόν οὐρανό καί νά στηρίζει σ’ Αὐτόν ὅλες τίς ἐλπίδες του. Ἀλλά καί γιά ὅλους τούς ἄλλους καί κυρίως τόν ποιμένα, ἀποτελοῦν εὐκαιρίες δράσης γιά συμπαράσταση καί παρηγοριά.
Στ. 6: Θυμίζει τά λόγια τοῦ Κυρίου στήν Ἀποκάληψη πού ἀπευθύνει στόν ἐπίσκοπο τῶν Σάρδεων: «ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καί νεκρός εἶ» (Ἀπ. γ 1). Ἡ χήρα πού ζεῖ μέ ἀπολαύσεις καί σπατάλες, δέν εἶναι ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά νεκρό. Κι αὐτό δέν ἀφορᾶ μόνο τίς χῆρες βέβαια ἀλλά ἔχει γενικότερη ἐφαρμογή. Ὅσοι ζοῦν μέ ἀπολαύσεις καί ἱκανοποιοῦν μόνο τήν σάρκα καί τά κατώτερα ἔνστικτά της εἶναι νεκροί. Ζοῦν σωματικά, ἀλλά ἔχουν πεθάνει πνευματικά. Εἶναι «νεκροί τοῖς παραπτώμασι καί ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν» (Ἐφ. β 1).
Στ. 7: Παράγγελε νά ζοῦν μέ εὐσέβεια τά τέκνα καί νά μήν σπαταλοῦν σέ ἀπολαύσεις οἱ χῆρες γιά νά μήν δίνουν ἀφορμή γιά καμιά κατηγορία.
Στ. 8: Ὁ στ. αὐτός συνδέεται φυσικότερα μέ τόν στ. 4 καί ἀναφέρεται στό καθῆκον τῶν ἐγγονῶν πρός τίς χῆρες προγόνους τους. Ὅταν λέει «πρόνοια, ἐννοεῖ κάθε φροντίδα καί ὑλική καί πνευματική καί γιά τό σῶμα καί γιά τήν ψυχή» (Χ). Χαρακτηριστικό τῆς «πίστεως δέν εἶναι μόνο ἡ ὁμολογία ἀλλά καί ἡ παρουσίαση καλῶν ἔργων» (Χ). Ὁ Κύριος δέν ἦρθε νά καταλύσει τόν νόμο ἀλλά νά τόν συμπληρώσει καί νά ἐνισχύσει τό κῦρος του. Ὁρίζει ὁ νόμος στήν 5η ἐντολή ὡς ἀπαράβατη ὑποχρέωση τῶν τέκνων νά τιμοῦν τόν πατέρα τους καί τήν μητέρα τους. Ὅταν λοιπόν τά τέκνα ἀθετοῦν αὐτή τήν ἐντολή, πού ἐπιβάλλεται καί ἀπό τήν ἴδια τήν φύση ἀφοῦ ἡ στοργή πρός τά παιδιά καί τούς γονεῖς εἶναι συναίσθημα καί σέ ὅλα τά ἄγρια θηρία, παρουσιάζονται νά ὁμολογοῦν μέν τήν πίστη μέ τά χείλη, ἀλλά νά τήν ἀρνοῦνται στήν πράξη καί νά τήν δυσφημοῦν στά μάτια τῶν ξένων. Οὔτε ὁ ἄπιστος δέν περιφρονεῖ τούς οἰκείους ἐνῶ αὐτός καταργεῖ καί τόν φυσικό καί τόν θεϊκό νόμο.
Στ. 9: Ἀπό τόν στίχο αὐτό ξεκινάει ἡ ἀναφορά στίς χῆρες μέ ἐκκλησιαστικά διακονήματα. Ὅπως γίνεται φανερό, οἱ χῆρες αὐτές παρέμεναν μετά τήν χηρεία τους ἰσόβια ἀφιερωμένες, καταγράφονταν σέ εἰδικούς καταλόγους καί κατατάσσονταν στήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Κάνει λόγο γιά τό ὅριο ἡλικίας τῶν ἑξήντα ἐτῶν γιατί ἀπό τήν ἡλικία αὐτή καί μετά ἐξασθενεῖ πιά στή γυναίκα ἡ ἐπιθυμία τοῦ γάμου. Ἔπρεπε δέ νά ἔχουν παντρευτεῖ μία φορά. Ὅμως τό σημαντικότερο προσόν ἦταν ἡ καλή μαρτυρία γιά τήν ἀγαθοεργία τους. Τό νά μεγάλωσε σωστά τά παιδιά της, τό νά φιλοξένησε ἀνθρώπους μέ προθυμία στό σπίτι της. Τό νά ἔπλυνε τά πόδια τῶν ὁδοιπόρων. Ἡ νίψη τῶν ποδῶν τῶν φιλοξενουμένων, κατά τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου, εἶχε γίνει ἀγαπημένη συνήθεια τῶν πιστῶν. Μπορεῖ ὅμως ἐδῶ νά ἐννοεῖ γενικά καί τίς διάφορες ταπεινές ἐργασίες. Τό νά συμπαραστάθηκε στή θλίψη τῶν ἀδελφῶν καί γενικά τό νά φρόντισε μέ προθυμία καί μέ κάθε τρόπο νά κάνει καλά ἔργα.
Στ. 11-15: Τίς νεώτερες χῆρες μήν τίς καταγράφεις στούς εἰδικούς καταλόγους τῶν ἐκκλησιαστικῶν διακονημάτων πράγμα πού σημαίνει ὅτι θά πρέπει νά ζήσουν πλέον ὡς ἀφιερωμένες, γιατί λόγω τῆς νεαρῆς τους ἡλικίας ἔχουν ἔντονη τήν ἐπιθυμία τῆς συζυγικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό ἄλλωστε καί παντρεύτηκαν. Τό ὅτι χήρεψαν, δέν σημαίνει ὅτι πρέπει πλέον τώρα νά ἀφιερωθοῦν. Ἄν βιαστεῖς νά τίς κατατάξεις στίς ἀφιερωμένες, ἡ ἐπιθυμία τῆς συζυγικῆς ζωῆς θά ψυχράνει τόν ζῆλο τῆς ἀφιέρωσης στό Χριστό καί τήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Θά ἐπιβαρυνθοῦν ἔτσι μέ τήν εὐθύνη ὅτι περιφρόνησαν τήν ὑπόσχεσή τους γιά ἀφιέρωση. Ἐπί πλέον, λόγω τοῦ μειωμένου ζήλου, γίνονται ἀργόσχολες, φλυαροῦν, ἀσχολοῦνται μέ ξένες ὑποθέσεις καί γενικά ἐκτρέπονται. Γι’ αὐτό, λοιπόν, θέλω οἱ νεώτερες αὐτές χῆρες νά παντρεύονται πάλι, νά τεκνοποιοῦν, νά νοικοκυρεύονται γιά νά μήν δίνουν καμιά ἀφορμή στόν ἐχθρό τῆς πίστεως νά μᾶς χλευάζει ὅπως κάποιες πού ἤδη ξεστράτισαν καί ἀκολούθησαν τόν σατανά (Ἴσως μέ τήν τελευταία ἔντονη φράση νά ἐννοεῖ ὅτι κάποιες ἐκδόθηκαν στήν ἀνηθικότητα καί ἀπομακρύνθηκαν τελείως ἀπό τόν Χριστό).
Ἀλληλεγγύη (Στ. 16): Ἡ πίστη μας μᾶς ὑποχρεώνει νά συντρέχουμε τούς φτωχούς φίλους καί συγγενεῖς μας, ἰδιαίτερα τίς φτωχές χῆρες, ὥστε νά μήν ἐπιβαρύνεται τό ἐκκλησιαστικό φιλόπτωχο ταμεῖο, πού εἶναι προορισμένο γιά τήν ἐνίσχυση τῶν ἐντελῶς ἀπόρων. Εἶναι ντροπή γιά τούς πιστούς νά ἀφήνουν χωρίς βοήθεια τούς φτωχούς συγγενεῖς τους καί νά γίνονται βάρος τῆς Ἐκκλησίας συντηρούμενοι ἀπό ἐλεημοσύνες πού θά ἔπρεπε νά διατεθοῦν σέ πλήρως ἀπροστάτευτους. (Συχνά τό βάρος τῆς διατροφῆς τῶν χηρῶν καί ἐνδεῶν ἦταν δυσβάσταχτο γιά τήν Ἐκκλησία. Στήν ἐκκλ. ἱστορία τοῦ Εὐσεβίου διαβάζουμε ὅτι ἡ ἐκκλησία τῆς Ρώμης διέτρεφε κατά τόν τρίτο αἰῶνα περισσότερες ἀπό 1500 χῆρες). Οἱ ἐλεημοσύνες πρέπει νά κατανέμονται μέ φρόνηση καί διάκριση, ὥστε νά μήν ξοδεύονται ἐκεῖ ὅπου οἱ ἀνάγκες μποροῦν νά καλυφθοῦν καί μέ ἄλλο τρόπο ἀλλά νά παρέχονται σέ ἐνδεεῖς οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά βοηθηθοῦν ἀπό πουθενά. Ὅπως ἔλεγε κάποιος πατέρας: «νά ὑδρώνουν τά χρήματα στά χέρια σου» μέχρι νά φτάσουν στόν δικαιοῦχο.
Ἀμοιβές (στ. 17-18): Τιμή ἐδῶ ὀνομάζει τήν χορήγηση τῶν ἀναγκαίων. Διπλή ἀνταμοιβή ἐννοεῖ περισσότερη σέ σχέση μέ τίς χῆρες καί τούς διακόνους. Ὁ Θεός μέ τήν ἐντολή «βοῦν ἀλοῶντα οὐ φιμώσεις» δέν προνοεῖ γιά τά βόδια πού ἁλωνίζουν ἀλλά γιά τούς λειτουργούς πού κοπιάζουν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ξεκάθαρος στό θέμα αὐτό ἰδιαίτερα στήν Α’ Κορ. 9, 7-15.
Ὁ ποιμένας εἶναι ἐλεύθερος νά κάνει χρήση αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος ὅπως ὁρίζει ὁ Κύριος ἤ νά μήν κάνει χρήση ὅπως τό ἐφάρμοσε ὁ Παῦλος. Πάντως εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλιῶς ὀφείλει νά εἶναι προσεκτικός: Στήν πρώτη περίπτωση νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό τήν φιλαργυρία καί στήν δεύτερη ἀπό τήν κενοδοξία. Καί θά τό πετύχει ἄν ἐπιζητεῖ κι αὐτός ὅπως συμβουλεύει τό ποίμνιό του «πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ» γνωρίζοντας ὅτι ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ θά προσθέσει πάντα τά ὑπόλοιπα πού ἔχουν σχέση μέ τίς ἀνάγκες του καί ἐκείνων πού εἶναι μαζί του.
Ἔλεγχος κληρικῶν (Στ. 19-21): Ἐδῶ ἀναφέρεται στούς κληρικούς πού ὑποπίπτουν σέ σφάλματα. Γιά κανένα λόγο, τοῦ λέει, δέν ἐπιτρέπεται νά δέχεσαι νά διασύρεται τό ὄνομα καί ἡ ὑπόληψη κάποιου κληρικοῦ μέ διαδόσεις καί φῆμες τίς ὁποῖες δέν παρουσιάζεται κανένας ὑπεύθυνος νά βεβαιώσει. Τουλάχιστον δύο μάρτυρες. Ὁ ἕνας ἴσως δέν κατάλαβε καλά ἤ καί συκοφαντεῖ. Ἀπό τήν μαρτυρία ὅμως περισσότερων μπορεῖς μέ σύγκριση νά σχηματίσεις γνώμη. Οἱ ὁποῖοι νά ἔχουν τό θάρρος κατά πρόσωπον τοῦ κατηγορουμένου νά ἀναπτύξουν τήν κατηγορία τους καί ὄχι μόνο ἐν ἀπουσίᾳ του.
Στ. 20: Ἐκείνους τούς πρεσβυτέρους πού ἐπιμένουν νά ἁμαρτάνουν. «ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε» = Προφανῶς μπροστά σέ ὅλους τούς ὑπόλοιπους πρεσβυτέρους ὥστε καί οἱ ὑπόλοιποι νά συνετίζονται. Γιατί ὁ ἐνώπιον ὅλων τῶν πιστῶν ἔλεγχος τοῦ πρεσβυτέρου θά ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν μείωση τοῦ κύρους του καί τόν σκανδαλισμό τῶν πιστῶν. Ὁ δημόσιος ἔλεγχος πρέπει νά ἀποβλέπει ὄχι στήν διαπόμπευση καί τόν ἐξευτελισμό τοῦ ἐλεγχόμενου, ἀλλά στήν ὠφέλεια τόσο τῶν ἄλλων, μπροστά στούς ὁποίους ἔγινε ὁ ἔλεγχος, ὅσο καί τοῦ ἴδιου τοῦ ἐλεγχομένου ὁ ὁποῖος ἀπό τήν παρουσία καί ἄλλων προσώπων ὁδηγεῖται σέ βαθύτερη συναίσθηση τῆς παρεκτροπῆς.
Στ. 21: «ἵνα ταῦτα φυλάξῃς» = Νά δικάζεις ἀντιπροσωπεύοντας τόν Θεό καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Νά δικάζεις ἀναλογιζόμενος ὅτι καί σύ θά δικαστεῖς ἀπό τόν Κύριο μπροστά στούς ἀγγέλους του. «χωρίς προκρίματος»= χωρίς κανένας νά σέ προκαταλαμβάνει καί νά σέ οἰκειοποιεῖται ὑπέρ αὐτοῦ. «μηδέν ποιῶν κατά πρόσκλισιν» Τό πρόκριμα ἐμπερικλείει δυσμενή προδίκαση ἐναντίον κάποιου, ἡ πρόσκλισις εὔνοια καί μεροληψία.
Ἀφορᾶ τούς ἐπισκόπους, ἀλλά μπορεῖ τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν νά ἐφαρμοστεῖ καί στούς πρεσβυτέρους στή σχέση τους μέ τούς λαϊκούς. Στόν τρόπο πού τούς ἐλέγχουν καί στά παιδαγωγικά καί γεμάτα ἀγάπη μέτρα γιά τήν τελική ὠφέλειά τους.
Χειροτονία (Στ. 22): Λέει ὁ Χρυσόστομος: «Μή ἐκ πρώτης δοκιμασίας, μηδέ δευτέρας, μηδέ τρίτης, ἀλλά πολλάκις περισκεψάμενος καί ἀκριβῶς ἐξετάσας». Βιαστικές ἐνέργειες, χωρίς προηγούμενη βαθειά σκέψη, εἶναι ἑπόμενο νά μήν εἶναι ἀπαλλαγμένες ἀπό σφάλματα καί ἀποτυχίες. Πρό παντός δέ γιά τήν ἐκλογή διακόνων τοῦ θυσιαστηρίου ἐπιβάλλεται μεγάλη περίσκεψη καί προσοχή, γιατί ὁ ἀνάξιος λειτουργός, ὄχι μόνο θά γίνει αἴτιος καθημερινοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ἀλλά φορτώνεται στήν ράχη μιᾶς χριστιανικῆς κοινότητας γιά μιά ὁλόκληρη γενιά, ἀπό τόν ὁποῖο ἀπαλλάσσεται μόνο μέ τόν θάνατό του. Ἀλλά πόση ζημιά ἐν τῷ μεταξύ μπορεῖ νά γίνει;
Μή γίνεσαι λοιπόν συμμέτοχος καί συνυπεύθυνος σέ ξένες ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες ἑπόμενο εἶναι νά διαπράξει ὁ ἀνάξια χειροτονημένος. Δέν ἀρκεῖ νά μήν πέφτουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι σέ κάποια παρεκτροπή, ἀλλά πρέπει νά προσέχουμε, νά μήν γίνουμε ὑπεύθυνοι καί ὑπόλογοι γιά παρεκτροπές πού ἄλλοι ἔκαναν. Εἶναι φοβερό κάποιος πού εἶναι ἀνεπήληπτος καί ἀκατηγόρητος στήν προσωπική του ζωή, νά ἀποδοκιμάζεται ἀπό τόν Θεό γιά παρεκτροπές ἄλλων.
Κι αὐτός ὁ στ. ἀφορᾶ τόν ἐπίσκοπο, ὅμως ἔχει ἐφαρμογή καί στό ποιμαντικό ἔργο τοῦ πρεσβυτέρου. Μήν βιάζεσαι νά διαλέξεις συνεργάτες, ἔλεγξέ τους, δοκίμασέ τους καί μετά χρησιμοποίησέ τους. Γιατί ὅσο πιό κοντά σου βρίσκονται, ἄν εἶναι προβληματικοί, θά ὑποστεῖς καί σύ τίς συνέπειες τοῦ κακοῦ τους χαρακτήρα...
Ἡ ὑγεία (στ. 23): Ἡ προτροπή τοῦ Παύλου γιά τήν ἁγνότητα, τοῦ θύμισε τήν ἀσκητική ζωή τοῦ Τιμοθέου. Γι’ αὐτό καί παρεμβάλλει τήν συμβουλή τοῦ στίχου αὐτοῦ πού εἶναι ἄσχετη μέ τήν σειρά τοῦ λόγου. Οἱ λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας γιά κανένα λόγο δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦν πολύ κρασί. Ἀπό τήν ἐπίδρασή του ὄχι μόνο χαλαρώνει ἡ προσοχή καί ἡ νηφαλιότητά τους, πού εἶναι τόσο ἀπαραίτητη γιά τήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καί γιά τήν διαφύλαξη τῆς ἱερῆς παρακαταθήκης πού τούς ἐμπιστεύτηκε ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά εἶναι ἑπόμενο ἡ τέτοια ἐμφάνιση στό ποίμνιο νά προκαλεῖ σκάνδαλο καί νά μειώνει τόν σεβασμό στά πρόσωπά τους.
Ἔχουμε ὑποχρέωση νά φροντίζουμε γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματός μας. Δέν πρέπει βέβαια νά γινόμαστε δοῦλοι του, ἀλλά καί δέν πρέπει νά τό παραμελοῦμε. Ἔχουμε καθῆκον νά τό διατηροῦμε σέ τέτοια κατάσταση, ὥστε νά μήν γίνεται ἄχρηστο καί διαρκές ἐμπόδιο, ἀλλά ὄργανο βοηθητικό καί εὔχρηστο στήν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου.
Στ. 24-25: Συνεχίζει τό λόγο του: Γιά νά ἐπανέλθω σέ ὅσα ἔλεγα σχετικά μέ τό νά μήν βιάζεσαι νά θέτεις τά χέρια σου πρός χειροτονία σέ κανέναν, σοῦ θυμίζω ὅτι μερικῶν ἀνθρώπων οἱ ἁμαρτίες εἶναι ὁλοφάνερες καί ξεπροβάλλουν ὥστε διευκολύνουν τήν κρίση γι’ αὐτές. Σέ μερικούς ὅμως φανερώνονται ὕστερα ἀπό ἀρκετό χρόνο. Δοκίμαζε, λοιπόν, μέ τόν χρόνο. Αὐτά ἐπίσης πού λέει ἐδῶ ἐφαρμόζονται ὄχι μόνο στίς περιπτώσεις τῶν χειροτονιῶν ἀλλά καί στίς κατηγορίες ἐναντίον τῶν πρεσβυτέρων. Τό ἴδιο, τοῦ λέει, ὅσα ἀφοροῦν τίς ἁμαρτίες, ἀφοροῦν καί τά καλά ἔργα. Κάποια εἶναι ὁλοφάνερα. Ἀλλά κι ἐκεῖνα πού δέν εἶναι, κι ἐκεῖνα τά καλά ἔργα πού θέλουν νά τά κρατήσουν κρυφά αὐτοί πού τά ἐνεργοῦν, δέν εἶναι δυνατόν νά μείνουν κρυμμένα γιά πάντα.
Οἱ ἀδιόρθωτοι, εἶναι ἀδύνατο νά κρυφτοῦν, ὅσο κι ἄν προσπαθοῦν νά τό πετύχουν. Γιατί ὁ Θεός θά ἀποκαλύψει τά κρυπτά τοῦ σκότους καί θά φανερώσει τίς ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν τους.
1. Χηρεία κληρικῶν καί δεύτερος γάμος. Ὁ στ. Β΄ Τιμ. 5,5 ἀποτελεῖ ἐπίσης ἔμμεσα καί μιά ἀπάντηση στό ζήτημα πού θέτουν κάποιοι περί δευτέρου γάμου κληρικῶν πού ἔχασαν τήν πρεσβυτέρα τους. Χρησιμοποιεῖται τό ἐπιχείρημα ὅτι ἔγιναν κληρικοί μέ τήν προϋπόθεση τῆς παρουσίας συντρόφου στήν ζωή τους καί κατά συνέπεια αὐτό εἶναι ὅρος ἀπαράβατος. Ἄν ὅμως ὁ Ἀπόστολος ὑποδεικνύει οἱ χῆρες νά στηρίζουν ὅλη τους τήν ἐλπίδα στόν Θεό καί νά παραμένουν ἀφιερωμένες ἄν θέλουν νά ἀναλάβουν ἐκκλησιαστικά διακονήματα ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, πόσο μᾶλλον ἐκεῖνοι πού ἔχουν τό κατ’ ἐξοχήν ἐκκλησιαστικό διακόνημα τοῦ ποιμένος καί λειτουργοῦ; Αὐτοί ὡς πρότυπα θά σηκώσουν μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή τόν σταυρό πού ἐναπέθεσε στούς ὤμους τους ὁ Κύριος στηρίζοντας σ’ Αὐτόν τίς ἐλπίδες τους καί παραμένοντας ἀφοσιωμένοι στό ἔργο πού τούς ἀνέθεσε.
2. Ἐκκλησία καί κοινωνικό ἔργο. Τό κοινωνικό ἔργο καί γενικά ἡ ὀργανωμένη φροντίδα τῶν ἐνδεῶν εἶναι συνομήλικη τῆς Ἐκκλησίας! Ἀμέσως μετά τήν Πεντηκοστή ἔχουμε τίς ὀργανωμένες ‘ἀγάπες’. Λίγο μετά ὅταν πληθαίνουν τά μέλη, τήν ἐκλογή τῶν ἑπτά διακόνων. Κατόπιν τήν Λογία τοῦ Παύλου. Καί γιά τήν συνέχεια, ἐντελῶς συμβολικά ἀναφέρω μόνο τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα, τόν Μ. Βασίλειο καί τήν Βασιλειάδα καί τόν ἅγιο Χρυσόστομο μέ τό τεράστιο κοινωνικό τους ἔργο. Πολύ πρίν ὑπάρξει τό κράτος πρόνοιας, τό Ὑπουργεῖο Ὑγείας, τό Ἵδρυμα Κοινωνικῶν Ἀσφαλήσεων καί οἱ ἄλλοι φορεῖς καί οἱ ὑπηρεσίες τους, ὑπῆρξε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει πάντα ἡ Ἐκκλησία. Κι ἄν ἀκόμα παραβλέπαμε ὅλο τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, τουλάχιστον ἔμαθε στόν κόσμο μας τήν φροντίδα γιά τίς εὐάλωτες κοινωνικά ὁμάδες.
Ἀλλά κι ἄν δημιουργηθοῦν ἀναρίθμητοι φορεῖς καί ὑπηρεσίες, ἡ Ἐκκλησία δέν θά πάψει νά ἔχει πρωταρχικό λόγο καί ρόλο στό ἔργο αὐτό. Γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ φορεῖς κινοῦνται στήν καλύτερη περίπτωση σέ ἕνα ἐπίπεδο ἀνθρωπιστικό μέ ἀνθρωποκεντρικά κριτήρια. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία κρατᾶ τό ἔργο αὐτό σέ ἕνα ἄλλο πνευματικό καί ὑπαρξιακό ἐπίπεδο πού καθορίζεται ἀπό δύο πλαίσια: α) «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοῖ ἐποιήσατε» πού τοποθετεῖ στήν θέση τοῦ πλησίον τόν ἴδιο τόν Κύριο καί β) «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» πού βάζει στήν θέση τοῦ πλησίον τόν ἑαυτό καί μέ καλεῖ νά τόν ἀγαπήσω καί νά τόν διακονήσω ὄχι ὅπως τόν ἑαυτό μου ἀλλά ὡς πραγματικό ἑαυτό μου! Ἔτσι τό φιλανθρωπικό ἔργο της εἶναι θεανθρωποκεντρικό.
Θά πρέπει ὡς λειτουργοί νά κάνουμε σαφή διάκριση καί τά κίνητρά μας νά εἶναι ξεκάθαρα καί στόν τομέα αὐτό τοῦ ποιμαντικοῦ μας ἔργου. Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ Ἐράνου, τοῦ Δέματος καί τῶν ἄλλων σχετικῶν δραστηριοτήτων πού συχνά μᾶς κουράζουν καί ἐξαντλοῦν τίς δυνάμεις μας, ἄς μήν ξεχνᾶμε: Δέν φροντίζουμε κάποιους φτωχούς, ἀλλά στά πρόσωπά τους φροντίζουμε καί διακονοῦμε τόν ἑαυτό μας καί τόν Κύριό μας! Ὁ Ἐλεήμων Κύριος πού βρίσκεται στήν καρδιά μας, Ἐκεῖνος μέ τά χέρια μας διακονεῖ τόν ἐνδεή Κύριο στό πρόσωπο τοῦ πλησίον. Αὐτός θά μᾶς δίνει ἐπίσης τήν δύναμη, τήν ἀντοχή, τήν ἐφευρετικότητα. Εἶναι τέλος τό ἔργο αὐτό μιά ἄλλη Θ. Λειτουργία: μέ τό ἴδιο δέος πού διακονοῦμε τό Σῶμα τοῦ Κυρίου μας πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, μέ τό ἴδιο δέος καλούμαστε νά διακονοῦμε τό ἴδιο Σῶμα στό πρόσωπο τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν.
3. Ἀφιέρωση: Ἕνα μεγάλο θέμα πού θίγει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος εἶναι καί τό θέμα τῆς ἀφιέρωσης στό Θεό καί τά ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀγαμία καί ἡ παρθενία προβάλλεται στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὑπέρ φύση τρόπος ζωῆς σέ σχέση μέ τόν κατά φύση ἔγγαμο βίο. Μέ τήν προβολή αὐτή τό ἀνθρώπινο πρόσωπο τοποθετεῖται πάνω ἀπό κάθε κοινωνική σκοπιμότητα ἤ βιολογική ἀνάγκη καί ὑπογραμμίζεται ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἀπόλυτη ἀξία του. Ἡ ἀληθινή ἀγαμία προϋποθέτει τήν αὐτοπροαίρετη παραίτηση ἀπό τό δικαίωμα τοῦ γάμου καί γίνεται δυνατή μέ ἰδιαίτερο χάρισμα τοῦ Θεοῦ: «οὐ πάντες χωροῦσι τόν λόγον τοῦτον, ἀλλ’ οἷς δέδοται» (Ματ. 19, 11). Κατά τόν Ἰσίδωρο τόν Πηλουσιώτη τό χωρίο αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἡ παρθενία δόθηκε ἐκλεκτικά σέ μερικούς, ἀλλά ὅτι α) ὅσοι ἀναλαμβάνουν τόν ὑπεράνθρωπο αὐτό ἀγώνα χρειάζονται τή θεία βοήθεια, β) ἡ παρθενία δέν ἐπιβάλλεται ὡς νόμος, ἀλλά ἔρχεται ὡς προτροπή, καί γ) τό χάρισμα αὐτό προσφέρεται στούς ἐγκρατεῖς πού ἐπικαλοῦνται τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί δέν παραδίδονται στή ραθυμία καί τήν τρυφή. Ἄν ἡ παρθενία δινόταν ἐκλεκτικά σέ μερικούς, δέν θά ὑπῆρχε καί βραβεῖο. Δίνεται σέ ὅσους θέλουν νά τήν λάβουν. Τελικά ὁ πιστός ἔχει νά ἐπιλέξει ἀνάμεσα σέ δύο μορφές γάμου, τόν βιολογικό καί τόν πνευματικό. Ὅμως καί ὁ βιολογικός ὅταν γίνεται ἐν Κυρίῳ, γίνεται καί αὐτός πνευματικός. Ἄλλωστε τό ἀσκητικό πνεῦμα καί ἡ ἐσχατολογική προοπτική ἀφορᾶ καί τούς δύο γάμους.
Ὁ ποιμένας εἶτε εἶναι ὁ ἴδιος ἔγγαμος εἶτε εἶναι ἄγαμος, ὀφείλει μέ διάκριση νά καθοδηγεῖ τό ποίμνιό του σέ σωστές ἐπιλογές. Στήν ποιμαντική του διακονία, οἱ περισσότεροι ἀπό τό ποίμνιό του θά ἀκολουθήσουν τόν ἔγγαμο βίο, ἐλάχιστοι θά ἀφιερωθοῦν στό Θεό, ἀκόμα λιγότεροι θά ἀκολουθήσουν τόν μοναχικό βίο κι ἀκόμα λιγότεροι θά γίνουν κληρικοί. Σέ ὅλους θά ἀνοίξει τίς ἴδιες προοπτικές τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Χωρίς βιασύνη θά ἐπιστήσει τήν προσοχή, θά διακρίνει τούς χαρακτῆρες, τά κίνητρα, τίς ἀντοχές, θά καλλιεργήσει μακροχρόνια πνευματικές προϋποθέσεις, θά προτρέψει, θά ὑποδείξει, θά ἐνισχύσει, θά συμπορευθεῖ. Ποτέ ὅμως δέν θά ὑποχρεώσει ἤ θά ἐπιβάλει σέ κανέναν κάποιο τρόπο ζωῆς. Καί πάντα θά κινεῖται μέ ἕναν παρανομαστή, ὅτι ὁ ὑγειής καί ἰσορροπημένος πνευματικά πιστός, εἶναι κατάλληλος γιά ὅλα, ὅπως τό καλό ὕφασμα κάνει γιά κάθε εἴδους ἐργασία.
4. Σκανδαλισμός: Ὁ διάβολος εἶναι ἕτοιμος νά ἐξογκώσει τίς κακίες μερικῶν καί νά τίς ἀποδώσει σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία γιά νά διαβάλει τήν πίστη. Πόση προσοχή δέν πρέπει νά ἔχουμε οἱ διάκονοι καί λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας! Ἀκόμα κι ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν κατώτερες ἤ δευτερεύουσες ὑπηρεσίες στήν Ἐκκλησία μπορεῖ νά δοθεῖ ἀφορμή νά δυσφημιστεῖ ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Πόσες ἐπικρίσεις καί σχόλια μπορεῖ νά προκαλέσει ὁ διάβολος ἐναντίον τοῦ εὐαγγελίου, ἄν οἱ ἐπί κεφαλῆς δέν προβάλουν μιά ἀνεπίληπτη ζωή!
*
Εἰδικότερα, στήν Α΄ ἑνότητα, στ. 1-2, ὅταν κάνει λόγο γιά πρεσβυτέρους δέν ἐννοεῖ ὅσους ἔχουν τό ἱερατικό ἀξίωμα ἀλλά τούς ἡλικιωμένους ὅπως φαίνεται ἀπό τήν συνάφεια τῶν στίχων. Μήν μαλώνεις τούς γεροντότερους γιατί ἡ ἐπίπληξη εἶναι προσβλητική ὅταν μάλιστα γίνεται ἀπό νεώτερο πρός γεροντότερο.Μέσα στίς ἁρμοδιότητες καί τήν εὐθύνη τοῦ ποιμένος εἶναι καί ὁ ἔλεγχος. Ἀλλοῦ γράφει ὁ Ἀπόστολος στόν Τιμόθεο: «Ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον» (Β’ Τιμ. 4, 2). Ὁ ἔλεγχος ὅμως δέν πρέπει νά γίνεται μέ τρόπο τραχύ καί ἀγενή. Παρόλο πού ὁ Τιμόθεος ἦταν συνεργάτης τοῦ Παύλου καί εἶχε κῦρος καί ἐξουσιοδότηση ἀπό τόν ἴδιο, ὅμως τοῦ ὑποδεικνύει νά σέβεται τά γηρατειά καί νά φέρεται μέ στοργή πρός τήν νεότητα. Τούς γέροντες ἔπρεπε νά τούς παρακαλεῖ καί νά τούς φέρεται ὅπως σέ πατέρες. Πρός τούς νέους ἔπρεπε νά φέρεται ὡς πρός ἀδελφούς. Νά μήν διαπομπεύει τά σφάλματά τους προκαλώντας ἐντάσεις μαζί τους, ἀλλά νά πονᾶ γι’ αὐτούς καί μέ πολύ ἀγάπη νά ἐπιδιώκει τήν ὠφέλεια καί τήν προκοπή τους.
«Νεωτέρας ὡς ἀδελφάς ἐν πάσῃ ἁγνείᾳ». Στά πλαίσια τοῦ ποιμαντικοῦ του ἔργου ὁ Τιμόθεος θά συναναστρεφόταν καί μέ γυναῖκες κάθε ἡλικίας. Τόν συμβουλεύει, λοιπόν, ἡ σχέση του μαζί τους, ἰδιαίτερα πρός τίς νεώτερες νά χαρακτηρίζεται ἀπό ἁγνότητα. Ἀφ’ ἑνός νά μήν ἀφήνει κανένα περιθώριο νά δημιουργοῦνται ὑποψίες ἤ σχόλια καί ἀφ’ ἑτέρου, κυρίως, νά μήν ὑπάρχει βάση γιά τέτοιες ὑποψίες καί σχόλια, δηλαδή νά μήν ἀφήσει κανένα περιθώριο οἱ συναναστροφές αὐτές καί οἱ συνεργασίες νά βλάψουν τόν ἴδιο πνευματικά ἔστω κι ἄν δέν δημιουργηθοῦν ποτέ ὑποψίες.
Καί δυστυχῶς, γνωρίζουμε περιπτώσεις κληρικῶν πού δέν ἐργάστηκαν μέ διάκριση καί σύνεση οὔτε μέ στοιχειώδη λογική. Καί παρά τίς ἀρχικά ἀγαθές καί ἁγνές προθέσεις, μπλέχτηκαν σέ περιπέτειες πού τούς ἐξέθεσαν καί ὡς ἀνθρώπους ἀλλά καί ὡς διακόνους τοῦ εὐαγγελίου, μέ ἀποτέλεσμα καί τήν προσωπική πνευματική βλάβη ἀλλά καί τόν σκανδαλισμό τοῦ ποιμνίου τους μέ ὅτι αὐτά συνεπάγονται.
Ἄν, λοιπόν, γιά τόν Τιμόθεο, πού ἦταν νεκρός γιά τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου, θεώρησε ἀναγκαῖο ὁ Παῦλος νά ἐπιστήσει σ’ αὐτόν τήν προσοχή, ὥστε μέ πολλή ἁγνότητα νά προχωρεῖ σέ προτροπές καί συμβουλές καί σέ κάθε εἴδους συναναστροφή καί συνεργασία μέ τίς νεώτερες, πόσο μάλλον γιά μᾶς εἶναι ἀναγκαιότερη ἡ ἐντολή αὐτή;
Συμπερασματικά: Γίνεται φανερό καί ἀπό τούς ὅρους πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος ὅτι οἱ σχέσεις τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι σχέσεις οἰκογενειακές. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ μεγάλη πνευματική οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ πάνω στή γῆ. Καί ἡ Ἐνορία, ὡς τοπικό τμῆμα αὐτῆς τῆς οἰκογένειας καλεῖται νά γίνει ἕνα ἐργαστήριο τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης, παρά τά ποικίλα προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει μέσα στήν ἀστική κοινωνία. Ἕνας χῶρος ὅπου ὅλοι, μικροί καί μεγάλοι, ἄντρες καί γυναῖκες, ἀνήλικοι καί ἡλικιωμένοι ἔχουν τήν θέση τους και κυρίως μιά θέση στήν καρδιά τοῦ ποιμένος-ἐφημερίου.
*
Συνεχίζοντας τήν εἰσήγησή του ὁ π. Βασίλειος ἀναφέρθηκε στή Β΄ ἑνότητα, στ. 3-16, στήν συμεριφορά του πρός τίς χῆρες.Στ. 3: Ὅπως φαίνεται καί στό στ. 9 καί μᾶς πληροφορεῖ καί ὁ Τερτυλλιανός, οἱ χῆρες καταγράφονταν σέ εἰδικό κατάλογο. Πολύ νωρίς διακρίθηκαν σέ δύο τάξεις: Στίς ἄπορες καί σ’ ἐκεῖνες πού εἶχαν ἐκκλησιαστικά διακονήματα. Ἡ διάκριση αὐτή γίνεται φανερή στή συνέχεια καθώς οἱ στ. 4-8 ἀναφέρονται στίς ἄπορες ἐνῶ οἱ στ. 9-15 σ’ ἐκεῖνες πού εἶχαν ἐκκλησιαστικά διακονήματα.
Στ. 4: Ἡ ἀνταμοιβή στούς γονεῖς. Αὐτές πού ἔχουν παιδιά ἤ ἐγγόνια δέν εἶναι «ὄντως χῆρες» ὅπως ἐκεῖνες πού δέν ἔχουν κανέναν νά τίς φροντίζει. «Τόν ἴδιον οἶκον εὐσεβεῖν». Τά παιδιά καί τά ἐγγόνια νά τιμοῦν καί νά φροντίζουν τήν μητέρα τους. Γιατί εἶναι ἀσέβεια τό νά μήν γηροκομοῦν τούς γονεῖς τους. «Ἀμοιβάς ἀποδιδόναι τοῖς προγόνοις». Ἀναφέρεται στήν ἀνταμοιβή τῆς ἀνατροφῆς. Ἀνταμοιβή γιά ὅσα ἐκεῖνοι ἐργάστηκαν γιά νά σέ ἀναθρέψουν, νά σέ σπουδάσουν, νά σέ μεγαλώσουν. Εἶναι μιά ὑποχρέωση αὐτή τῶν παιδιῶν. Τά παιδιά ποτέ δέν θά μπορέσουν νά ἀνταμείψουν ἐπαρκῶς τούς γονεῖς τους γιά τίς φροντίδες πού κατέβαλαν αὐτοί γι’ αὐτά. Γιά τίς θυσίες στίς ὁποῖες ὑποβλήθηκαν, γιά ὅλα ὅσα αὐτοί ἔκαναν καί ὑπέφεραν μέχρι τά παιδιά τους νά γίνουν αὐτάρκη καί νά μήν ἔχουν ἀνάγκη τήν κηδεμονία καί προστασία τῶν γονέων.
Στ. 5: Χηρεία. Ἕνα μεγάλο κεφάλαιο τῆς ζωῆς μας τό ὁποῖο θίγει ἐδῶ ὁ Παῦλος εἶναι ἡ ἄνωθεν διάλυση τοῦ γάμου, ἡ ἀπώλεια τοῦ ἤ τῆς συζύγου, ἡ χηρεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ προτελευταία δοκιμασία στόν ἔγγαμο βίο. Ἡ χηρεία εἶναι πιό ὀδυνηρή στίς γυναῖκες, λόγω τῆς συναισθηματικῆς τους φύσης. Προκαλεῖ ἔντονο ψυχικό πόνο καί μεγάλη ἀνασφάλεια. Ὁ ποιμένας θά προετοιμάσει τό ποίμνιό του σέ ἀνύποπτο χρόνο γιά τήν ἀντιμετώπιση καί αὐτοῦ τοῦ πειρασμοῦ. Ἀπέραντος ἀγρός δέν εἶναι μόνο ἡ ἐνορία ὅπου, ἀλλά κατ’ ἐξοχήν τά κοιμητήρια. Καί θά τό πετύχει αὐτό θεμελιώνοντας τήν ζωή τους «ἐπί τόν Θεόν» ὅπως μᾶς λέει ἐδῶ ὁ ἀπ. Παῦλος ὁ ὁποῖος προτείνει τήν προσευχή καί γενικά τήν λατρεία. Ὅπως ἡ χήρα Ἄννα ἡ προφήτης στήν Ὑπαπαντή, ἡ ὁποία «οὐκ ἀφίστατο τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καί δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καί ἡμέραν» (Λουκ. β’ 37). Ἡ ἐπί τόν Θεόν ἐλπίδα καί ἡ σύνδεση μέ τόν Κύριο μέσω τῆς προσευχῆς καί τῶν μυστηρίων ἀποτελεῖ τό ἰσχυρότερο ὅπλο γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς χηρείας. Εἶναι μεγάλη ἀνακούφιση, ἐνίσχυση καί παρηγοριά ἐκείνων πού βρίσκονται στήν θλιβερή μοναξιά, ἔρημοι ἀπό κάθε ἀνθρώπινη προστασία, νά μάθουν νά στηρίζουν τίς ἐλπίδες τους στόν Θεό. Ἴσως γι’ αὐτό ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά περνάει ὁ λαός του αὐτή τήν δοκιμασία γιά νά στρέφει τά βλέμματά του στόν οὐρανό καί νά στηρίζει σ’ Αὐτόν ὅλες τίς ἐλπίδες του. Ἀλλά καί γιά ὅλους τούς ἄλλους καί κυρίως τόν ποιμένα, ἀποτελοῦν εὐκαιρίες δράσης γιά συμπαράσταση καί παρηγοριά.
Στ. 6: Θυμίζει τά λόγια τοῦ Κυρίου στήν Ἀποκάληψη πού ἀπευθύνει στόν ἐπίσκοπο τῶν Σάρδεων: «ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καί νεκρός εἶ» (Ἀπ. γ 1). Ἡ χήρα πού ζεῖ μέ ἀπολαύσεις καί σπατάλες, δέν εἶναι ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά νεκρό. Κι αὐτό δέν ἀφορᾶ μόνο τίς χῆρες βέβαια ἀλλά ἔχει γενικότερη ἐφαρμογή. Ὅσοι ζοῦν μέ ἀπολαύσεις καί ἱκανοποιοῦν μόνο τήν σάρκα καί τά κατώτερα ἔνστικτά της εἶναι νεκροί. Ζοῦν σωματικά, ἀλλά ἔχουν πεθάνει πνευματικά. Εἶναι «νεκροί τοῖς παραπτώμασι καί ταῖς ἁμαρτίαις αὐτῶν» (Ἐφ. β 1).
Στ. 7: Παράγγελε νά ζοῦν μέ εὐσέβεια τά τέκνα καί νά μήν σπαταλοῦν σέ ἀπολαύσεις οἱ χῆρες γιά νά μήν δίνουν ἀφορμή γιά καμιά κατηγορία.
Στ. 8: Ὁ στ. αὐτός συνδέεται φυσικότερα μέ τόν στ. 4 καί ἀναφέρεται στό καθῆκον τῶν ἐγγονῶν πρός τίς χῆρες προγόνους τους. Ὅταν λέει «πρόνοια, ἐννοεῖ κάθε φροντίδα καί ὑλική καί πνευματική καί γιά τό σῶμα καί γιά τήν ψυχή» (Χ). Χαρακτηριστικό τῆς «πίστεως δέν εἶναι μόνο ἡ ὁμολογία ἀλλά καί ἡ παρουσίαση καλῶν ἔργων» (Χ). Ὁ Κύριος δέν ἦρθε νά καταλύσει τόν νόμο ἀλλά νά τόν συμπληρώσει καί νά ἐνισχύσει τό κῦρος του. Ὁρίζει ὁ νόμος στήν 5η ἐντολή ὡς ἀπαράβατη ὑποχρέωση τῶν τέκνων νά τιμοῦν τόν πατέρα τους καί τήν μητέρα τους. Ὅταν λοιπόν τά τέκνα ἀθετοῦν αὐτή τήν ἐντολή, πού ἐπιβάλλεται καί ἀπό τήν ἴδια τήν φύση ἀφοῦ ἡ στοργή πρός τά παιδιά καί τούς γονεῖς εἶναι συναίσθημα καί σέ ὅλα τά ἄγρια θηρία, παρουσιάζονται νά ὁμολογοῦν μέν τήν πίστη μέ τά χείλη, ἀλλά νά τήν ἀρνοῦνται στήν πράξη καί νά τήν δυσφημοῦν στά μάτια τῶν ξένων. Οὔτε ὁ ἄπιστος δέν περιφρονεῖ τούς οἰκείους ἐνῶ αὐτός καταργεῖ καί τόν φυσικό καί τόν θεϊκό νόμο.
Στ. 9: Ἀπό τόν στίχο αὐτό ξεκινάει ἡ ἀναφορά στίς χῆρες μέ ἐκκλησιαστικά διακονήματα. Ὅπως γίνεται φανερό, οἱ χῆρες αὐτές παρέμεναν μετά τήν χηρεία τους ἰσόβια ἀφιερωμένες, καταγράφονταν σέ εἰδικούς καταλόγους καί κατατάσσονταν στήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Κάνει λόγο γιά τό ὅριο ἡλικίας τῶν ἑξήντα ἐτῶν γιατί ἀπό τήν ἡλικία αὐτή καί μετά ἐξασθενεῖ πιά στή γυναίκα ἡ ἐπιθυμία τοῦ γάμου. Ἔπρεπε δέ νά ἔχουν παντρευτεῖ μία φορά. Ὅμως τό σημαντικότερο προσόν ἦταν ἡ καλή μαρτυρία γιά τήν ἀγαθοεργία τους. Τό νά μεγάλωσε σωστά τά παιδιά της, τό νά φιλοξένησε ἀνθρώπους μέ προθυμία στό σπίτι της. Τό νά ἔπλυνε τά πόδια τῶν ὁδοιπόρων. Ἡ νίψη τῶν ποδῶν τῶν φιλοξενουμένων, κατά τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου, εἶχε γίνει ἀγαπημένη συνήθεια τῶν πιστῶν. Μπορεῖ ὅμως ἐδῶ νά ἐννοεῖ γενικά καί τίς διάφορες ταπεινές ἐργασίες. Τό νά συμπαραστάθηκε στή θλίψη τῶν ἀδελφῶν καί γενικά τό νά φρόντισε μέ προθυμία καί μέ κάθε τρόπο νά κάνει καλά ἔργα.
Στ. 11-15: Τίς νεώτερες χῆρες μήν τίς καταγράφεις στούς εἰδικούς καταλόγους τῶν ἐκκλησιαστικῶν διακονημάτων πράγμα πού σημαίνει ὅτι θά πρέπει νά ζήσουν πλέον ὡς ἀφιερωμένες, γιατί λόγω τῆς νεαρῆς τους ἡλικίας ἔχουν ἔντονη τήν ἐπιθυμία τῆς συζυγικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό ἄλλωστε καί παντρεύτηκαν. Τό ὅτι χήρεψαν, δέν σημαίνει ὅτι πρέπει πλέον τώρα νά ἀφιερωθοῦν. Ἄν βιαστεῖς νά τίς κατατάξεις στίς ἀφιερωμένες, ἡ ἐπιθυμία τῆς συζυγικῆς ζωῆς θά ψυχράνει τόν ζῆλο τῆς ἀφιέρωσης στό Χριστό καί τήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Θά ἐπιβαρυνθοῦν ἔτσι μέ τήν εὐθύνη ὅτι περιφρόνησαν τήν ὑπόσχεσή τους γιά ἀφιέρωση. Ἐπί πλέον, λόγω τοῦ μειωμένου ζήλου, γίνονται ἀργόσχολες, φλυαροῦν, ἀσχολοῦνται μέ ξένες ὑποθέσεις καί γενικά ἐκτρέπονται. Γι’ αὐτό, λοιπόν, θέλω οἱ νεώτερες αὐτές χῆρες νά παντρεύονται πάλι, νά τεκνοποιοῦν, νά νοικοκυρεύονται γιά νά μήν δίνουν καμιά ἀφορμή στόν ἐχθρό τῆς πίστεως νά μᾶς χλευάζει ὅπως κάποιες πού ἤδη ξεστράτισαν καί ἀκολούθησαν τόν σατανά (Ἴσως μέ τήν τελευταία ἔντονη φράση νά ἐννοεῖ ὅτι κάποιες ἐκδόθηκαν στήν ἀνηθικότητα καί ἀπομακρύνθηκαν τελείως ἀπό τόν Χριστό).
Ἀλληλεγγύη (Στ. 16): Ἡ πίστη μας μᾶς ὑποχρεώνει νά συντρέχουμε τούς φτωχούς φίλους καί συγγενεῖς μας, ἰδιαίτερα τίς φτωχές χῆρες, ὥστε νά μήν ἐπιβαρύνεται τό ἐκκλησιαστικό φιλόπτωχο ταμεῖο, πού εἶναι προορισμένο γιά τήν ἐνίσχυση τῶν ἐντελῶς ἀπόρων. Εἶναι ντροπή γιά τούς πιστούς νά ἀφήνουν χωρίς βοήθεια τούς φτωχούς συγγενεῖς τους καί νά γίνονται βάρος τῆς Ἐκκλησίας συντηρούμενοι ἀπό ἐλεημοσύνες πού θά ἔπρεπε νά διατεθοῦν σέ πλήρως ἀπροστάτευτους. (Συχνά τό βάρος τῆς διατροφῆς τῶν χηρῶν καί ἐνδεῶν ἦταν δυσβάσταχτο γιά τήν Ἐκκλησία. Στήν ἐκκλ. ἱστορία τοῦ Εὐσεβίου διαβάζουμε ὅτι ἡ ἐκκλησία τῆς Ρώμης διέτρεφε κατά τόν τρίτο αἰῶνα περισσότερες ἀπό 1500 χῆρες). Οἱ ἐλεημοσύνες πρέπει νά κατανέμονται μέ φρόνηση καί διάκριση, ὥστε νά μήν ξοδεύονται ἐκεῖ ὅπου οἱ ἀνάγκες μποροῦν νά καλυφθοῦν καί μέ ἄλλο τρόπο ἀλλά νά παρέχονται σέ ἐνδεεῖς οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά βοηθηθοῦν ἀπό πουθενά. Ὅπως ἔλεγε κάποιος πατέρας: «νά ὑδρώνουν τά χρήματα στά χέρια σου» μέχρι νά φτάσουν στόν δικαιοῦχο.
*
Συνεχίζοντας στό τρίτο καί τελευταῖο μέρος τῆς εἰσηγήσεώς του, στ. 17-25, ὁ Παν. Ἀρχιμ. π. Βασίλειος ἀναφέρθηκε στή συμπεριφορά του πρός τούς πρεσβυτέρους.Ἀμοιβές (στ. 17-18): Τιμή ἐδῶ ὀνομάζει τήν χορήγηση τῶν ἀναγκαίων. Διπλή ἀνταμοιβή ἐννοεῖ περισσότερη σέ σχέση μέ τίς χῆρες καί τούς διακόνους. Ὁ Θεός μέ τήν ἐντολή «βοῦν ἀλοῶντα οὐ φιμώσεις» δέν προνοεῖ γιά τά βόδια πού ἁλωνίζουν ἀλλά γιά τούς λειτουργούς πού κοπιάζουν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ξεκάθαρος στό θέμα αὐτό ἰδιαίτερα στήν Α’ Κορ. 9, 7-15.
Ὁ ποιμένας εἶναι ἐλεύθερος νά κάνει χρήση αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος ὅπως ὁρίζει ὁ Κύριος ἤ νά μήν κάνει χρήση ὅπως τό ἐφάρμοσε ὁ Παῦλος. Πάντως εἴτε ἔτσι εἴτε ἀλλιῶς ὀφείλει νά εἶναι προσεκτικός: Στήν πρώτη περίπτωση νά μήν παρασυρθεῖ ἀπό τήν φιλαργυρία καί στήν δεύτερη ἀπό τήν κενοδοξία. Καί θά τό πετύχει ἄν ἐπιζητεῖ κι αὐτός ὅπως συμβουλεύει τό ποίμνιό του «πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ» γνωρίζοντας ὅτι ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ θά προσθέσει πάντα τά ὑπόλοιπα πού ἔχουν σχέση μέ τίς ἀνάγκες του καί ἐκείνων πού εἶναι μαζί του.
Ἔλεγχος κληρικῶν (Στ. 19-21): Ἐδῶ ἀναφέρεται στούς κληρικούς πού ὑποπίπτουν σέ σφάλματα. Γιά κανένα λόγο, τοῦ λέει, δέν ἐπιτρέπεται νά δέχεσαι νά διασύρεται τό ὄνομα καί ἡ ὑπόληψη κάποιου κληρικοῦ μέ διαδόσεις καί φῆμες τίς ὁποῖες δέν παρουσιάζεται κανένας ὑπεύθυνος νά βεβαιώσει. Τουλάχιστον δύο μάρτυρες. Ὁ ἕνας ἴσως δέν κατάλαβε καλά ἤ καί συκοφαντεῖ. Ἀπό τήν μαρτυρία ὅμως περισσότερων μπορεῖς μέ σύγκριση νά σχηματίσεις γνώμη. Οἱ ὁποῖοι νά ἔχουν τό θάρρος κατά πρόσωπον τοῦ κατηγορουμένου νά ἀναπτύξουν τήν κατηγορία τους καί ὄχι μόνο ἐν ἀπουσίᾳ του.
Στ. 20: Ἐκείνους τούς πρεσβυτέρους πού ἐπιμένουν νά ἁμαρτάνουν. «ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε» = Προφανῶς μπροστά σέ ὅλους τούς ὑπόλοιπους πρεσβυτέρους ὥστε καί οἱ ὑπόλοιποι νά συνετίζονται. Γιατί ὁ ἐνώπιον ὅλων τῶν πιστῶν ἔλεγχος τοῦ πρεσβυτέρου θά ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν μείωση τοῦ κύρους του καί τόν σκανδαλισμό τῶν πιστῶν. Ὁ δημόσιος ἔλεγχος πρέπει νά ἀποβλέπει ὄχι στήν διαπόμπευση καί τόν ἐξευτελισμό τοῦ ἐλεγχόμενου, ἀλλά στήν ὠφέλεια τόσο τῶν ἄλλων, μπροστά στούς ὁποίους ἔγινε ὁ ἔλεγχος, ὅσο καί τοῦ ἴδιου τοῦ ἐλεγχομένου ὁ ὁποῖος ἀπό τήν παρουσία καί ἄλλων προσώπων ὁδηγεῖται σέ βαθύτερη συναίσθηση τῆς παρεκτροπῆς.
Στ. 21: «ἵνα ταῦτα φυλάξῃς» = Νά δικάζεις ἀντιπροσωπεύοντας τόν Θεό καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Νά δικάζεις ἀναλογιζόμενος ὅτι καί σύ θά δικαστεῖς ἀπό τόν Κύριο μπροστά στούς ἀγγέλους του. «χωρίς προκρίματος»= χωρίς κανένας νά σέ προκαταλαμβάνει καί νά σέ οἰκειοποιεῖται ὑπέρ αὐτοῦ. «μηδέν ποιῶν κατά πρόσκλισιν» Τό πρόκριμα ἐμπερικλείει δυσμενή προδίκαση ἐναντίον κάποιου, ἡ πρόσκλισις εὔνοια καί μεροληψία.
Ἀφορᾶ τούς ἐπισκόπους, ἀλλά μπορεῖ τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν νά ἐφαρμοστεῖ καί στούς πρεσβυτέρους στή σχέση τους μέ τούς λαϊκούς. Στόν τρόπο πού τούς ἐλέγχουν καί στά παιδαγωγικά καί γεμάτα ἀγάπη μέτρα γιά τήν τελική ὠφέλειά τους.
Χειροτονία (Στ. 22): Λέει ὁ Χρυσόστομος: «Μή ἐκ πρώτης δοκιμασίας, μηδέ δευτέρας, μηδέ τρίτης, ἀλλά πολλάκις περισκεψάμενος καί ἀκριβῶς ἐξετάσας». Βιαστικές ἐνέργειες, χωρίς προηγούμενη βαθειά σκέψη, εἶναι ἑπόμενο νά μήν εἶναι ἀπαλλαγμένες ἀπό σφάλματα καί ἀποτυχίες. Πρό παντός δέ γιά τήν ἐκλογή διακόνων τοῦ θυσιαστηρίου ἐπιβάλλεται μεγάλη περίσκεψη καί προσοχή, γιατί ὁ ἀνάξιος λειτουργός, ὄχι μόνο θά γίνει αἴτιος καθημερινοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ἀλλά φορτώνεται στήν ράχη μιᾶς χριστιανικῆς κοινότητας γιά μιά ὁλόκληρη γενιά, ἀπό τόν ὁποῖο ἀπαλλάσσεται μόνο μέ τόν θάνατό του. Ἀλλά πόση ζημιά ἐν τῷ μεταξύ μπορεῖ νά γίνει;
Μή γίνεσαι λοιπόν συμμέτοχος καί συνυπεύθυνος σέ ξένες ἁμαρτίες, τίς ὁποῖες ἑπόμενο εἶναι νά διαπράξει ὁ ἀνάξια χειροτονημένος. Δέν ἀρκεῖ νά μήν πέφτουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι σέ κάποια παρεκτροπή, ἀλλά πρέπει νά προσέχουμε, νά μήν γίνουμε ὑπεύθυνοι καί ὑπόλογοι γιά παρεκτροπές πού ἄλλοι ἔκαναν. Εἶναι φοβερό κάποιος πού εἶναι ἀνεπήληπτος καί ἀκατηγόρητος στήν προσωπική του ζωή, νά ἀποδοκιμάζεται ἀπό τόν Θεό γιά παρεκτροπές ἄλλων.
Κι αὐτός ὁ στ. ἀφορᾶ τόν ἐπίσκοπο, ὅμως ἔχει ἐφαρμογή καί στό ποιμαντικό ἔργο τοῦ πρεσβυτέρου. Μήν βιάζεσαι νά διαλέξεις συνεργάτες, ἔλεγξέ τους, δοκίμασέ τους καί μετά χρησιμοποίησέ τους. Γιατί ὅσο πιό κοντά σου βρίσκονται, ἄν εἶναι προβληματικοί, θά ὑποστεῖς καί σύ τίς συνέπειες τοῦ κακοῦ τους χαρακτήρα...
Ἡ ὑγεία (στ. 23): Ἡ προτροπή τοῦ Παύλου γιά τήν ἁγνότητα, τοῦ θύμισε τήν ἀσκητική ζωή τοῦ Τιμοθέου. Γι’ αὐτό καί παρεμβάλλει τήν συμβουλή τοῦ στίχου αὐτοῦ πού εἶναι ἄσχετη μέ τήν σειρά τοῦ λόγου. Οἱ λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας γιά κανένα λόγο δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦν πολύ κρασί. Ἀπό τήν ἐπίδρασή του ὄχι μόνο χαλαρώνει ἡ προσοχή καί ἡ νηφαλιότητά τους, πού εἶναι τόσο ἀπαραίτητη γιά τήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς καί γιά τήν διαφύλαξη τῆς ἱερῆς παρακαταθήκης πού τούς ἐμπιστεύτηκε ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά εἶναι ἑπόμενο ἡ τέτοια ἐμφάνιση στό ποίμνιο νά προκαλεῖ σκάνδαλο καί νά μειώνει τόν σεβασμό στά πρόσωπά τους.
Ἔχουμε ὑποχρέωση νά φροντίζουμε γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματός μας. Δέν πρέπει βέβαια νά γινόμαστε δοῦλοι του, ἀλλά καί δέν πρέπει νά τό παραμελοῦμε. Ἔχουμε καθῆκον νά τό διατηροῦμε σέ τέτοια κατάσταση, ὥστε νά μήν γίνεται ἄχρηστο καί διαρκές ἐμπόδιο, ἀλλά ὄργανο βοηθητικό καί εὔχρηστο στήν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου.
Στ. 24-25: Συνεχίζει τό λόγο του: Γιά νά ἐπανέλθω σέ ὅσα ἔλεγα σχετικά μέ τό νά μήν βιάζεσαι νά θέτεις τά χέρια σου πρός χειροτονία σέ κανέναν, σοῦ θυμίζω ὅτι μερικῶν ἀνθρώπων οἱ ἁμαρτίες εἶναι ὁλοφάνερες καί ξεπροβάλλουν ὥστε διευκολύνουν τήν κρίση γι’ αὐτές. Σέ μερικούς ὅμως φανερώνονται ὕστερα ἀπό ἀρκετό χρόνο. Δοκίμαζε, λοιπόν, μέ τόν χρόνο. Αὐτά ἐπίσης πού λέει ἐδῶ ἐφαρμόζονται ὄχι μόνο στίς περιπτώσεις τῶν χειροτονιῶν ἀλλά καί στίς κατηγορίες ἐναντίον τῶν πρεσβυτέρων. Τό ἴδιο, τοῦ λέει, ὅσα ἀφοροῦν τίς ἁμαρτίες, ἀφοροῦν καί τά καλά ἔργα. Κάποια εἶναι ὁλοφάνερα. Ἀλλά κι ἐκεῖνα πού δέν εἶναι, κι ἐκεῖνα τά καλά ἔργα πού θέλουν νά τά κρατήσουν κρυφά αὐτοί πού τά ἐνεργοῦν, δέν εἶναι δυνατόν νά μείνουν κρυμμένα γιά πάντα.
Οἱ ἀδιόρθωτοι, εἶναι ἀδύνατο νά κρυφτοῦν, ὅσο κι ἄν προσπαθοῦν νά τό πετύχουν. Γιατί ὁ Θεός θά ἀποκαλύψει τά κρυπτά τοῦ σκότους καί θά φανερώσει τίς ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν τους.
*
Μαζί μέ τήν ἑρμηνευτική προσέγγιση ὁ Πανοσ. Ἀρχιμ. π. Βασίλειος ἔκανε λόγο καί γιά τά ἑξῆς θέματα:1. Χηρεία κληρικῶν καί δεύτερος γάμος. Ὁ στ. Β΄ Τιμ. 5,5 ἀποτελεῖ ἐπίσης ἔμμεσα καί μιά ἀπάντηση στό ζήτημα πού θέτουν κάποιοι περί δευτέρου γάμου κληρικῶν πού ἔχασαν τήν πρεσβυτέρα τους. Χρησιμοποιεῖται τό ἐπιχείρημα ὅτι ἔγιναν κληρικοί μέ τήν προϋπόθεση τῆς παρουσίας συντρόφου στήν ζωή τους καί κατά συνέπεια αὐτό εἶναι ὅρος ἀπαράβατος. Ἄν ὅμως ὁ Ἀπόστολος ὑποδεικνύει οἱ χῆρες νά στηρίζουν ὅλη τους τήν ἐλπίδα στόν Θεό καί νά παραμένουν ἀφιερωμένες ἄν θέλουν νά ἀναλάβουν ἐκκλησιαστικά διακονήματα ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, πόσο μᾶλλον ἐκεῖνοι πού ἔχουν τό κατ’ ἐξοχήν ἐκκλησιαστικό διακόνημα τοῦ ποιμένος καί λειτουργοῦ; Αὐτοί ὡς πρότυπα θά σηκώσουν μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή τόν σταυρό πού ἐναπέθεσε στούς ὤμους τους ὁ Κύριος στηρίζοντας σ’ Αὐτόν τίς ἐλπίδες τους καί παραμένοντας ἀφοσιωμένοι στό ἔργο πού τούς ἀνέθεσε.
2. Ἐκκλησία καί κοινωνικό ἔργο. Τό κοινωνικό ἔργο καί γενικά ἡ ὀργανωμένη φροντίδα τῶν ἐνδεῶν εἶναι συνομήλικη τῆς Ἐκκλησίας! Ἀμέσως μετά τήν Πεντηκοστή ἔχουμε τίς ὀργανωμένες ‘ἀγάπες’. Λίγο μετά ὅταν πληθαίνουν τά μέλη, τήν ἐκλογή τῶν ἑπτά διακόνων. Κατόπιν τήν Λογία τοῦ Παύλου. Καί γιά τήν συνέχεια, ἐντελῶς συμβολικά ἀναφέρω μόνο τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα, τόν Μ. Βασίλειο καί τήν Βασιλειάδα καί τόν ἅγιο Χρυσόστομο μέ τό τεράστιο κοινωνικό τους ἔργο. Πολύ πρίν ὑπάρξει τό κράτος πρόνοιας, τό Ὑπουργεῖο Ὑγείας, τό Ἵδρυμα Κοινωνικῶν Ἀσφαλήσεων καί οἱ ἄλλοι φορεῖς καί οἱ ὑπηρεσίες τους, ὑπῆρξε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει πάντα ἡ Ἐκκλησία. Κι ἄν ἀκόμα παραβλέπαμε ὅλο τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, τουλάχιστον ἔμαθε στόν κόσμο μας τήν φροντίδα γιά τίς εὐάλωτες κοινωνικά ὁμάδες.
Ἀλλά κι ἄν δημιουργηθοῦν ἀναρίθμητοι φορεῖς καί ὑπηρεσίες, ἡ Ἐκκλησία δέν θά πάψει νά ἔχει πρωταρχικό λόγο καί ρόλο στό ἔργο αὐτό. Γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ φορεῖς κινοῦνται στήν καλύτερη περίπτωση σέ ἕνα ἐπίπεδο ἀνθρωπιστικό μέ ἀνθρωποκεντρικά κριτήρια. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία κρατᾶ τό ἔργο αὐτό σέ ἕνα ἄλλο πνευματικό καί ὑπαρξιακό ἐπίπεδο πού καθορίζεται ἀπό δύο πλαίσια: α) «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοῖ ἐποιήσατε» πού τοποθετεῖ στήν θέση τοῦ πλησίον τόν ἴδιο τόν Κύριο καί β) «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» πού βάζει στήν θέση τοῦ πλησίον τόν ἑαυτό καί μέ καλεῖ νά τόν ἀγαπήσω καί νά τόν διακονήσω ὄχι ὅπως τόν ἑαυτό μου ἀλλά ὡς πραγματικό ἑαυτό μου! Ἔτσι τό φιλανθρωπικό ἔργο της εἶναι θεανθρωποκεντρικό.
Θά πρέπει ὡς λειτουργοί νά κάνουμε σαφή διάκριση καί τά κίνητρά μας νά εἶναι ξεκάθαρα καί στόν τομέα αὐτό τοῦ ποιμαντικοῦ μας ἔργου. Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ Ἐράνου, τοῦ Δέματος καί τῶν ἄλλων σχετικῶν δραστηριοτήτων πού συχνά μᾶς κουράζουν καί ἐξαντλοῦν τίς δυνάμεις μας, ἄς μήν ξεχνᾶμε: Δέν φροντίζουμε κάποιους φτωχούς, ἀλλά στά πρόσωπά τους φροντίζουμε καί διακονοῦμε τόν ἑαυτό μας καί τόν Κύριό μας! Ὁ Ἐλεήμων Κύριος πού βρίσκεται στήν καρδιά μας, Ἐκεῖνος μέ τά χέρια μας διακονεῖ τόν ἐνδεή Κύριο στό πρόσωπο τοῦ πλησίον. Αὐτός θά μᾶς δίνει ἐπίσης τήν δύναμη, τήν ἀντοχή, τήν ἐφευρετικότητα. Εἶναι τέλος τό ἔργο αὐτό μιά ἄλλη Θ. Λειτουργία: μέ τό ἴδιο δέος πού διακονοῦμε τό Σῶμα τοῦ Κυρίου μας πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, μέ τό ἴδιο δέος καλούμαστε νά διακονοῦμε τό ἴδιο Σῶμα στό πρόσωπο τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν.
3. Ἀφιέρωση: Ἕνα μεγάλο θέμα πού θίγει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος εἶναι καί τό θέμα τῆς ἀφιέρωσης στό Θεό καί τά ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀγαμία καί ἡ παρθενία προβάλλεται στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὑπέρ φύση τρόπος ζωῆς σέ σχέση μέ τόν κατά φύση ἔγγαμο βίο. Μέ τήν προβολή αὐτή τό ἀνθρώπινο πρόσωπο τοποθετεῖται πάνω ἀπό κάθε κοινωνική σκοπιμότητα ἤ βιολογική ἀνάγκη καί ὑπογραμμίζεται ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἀπόλυτη ἀξία του. Ἡ ἀληθινή ἀγαμία προϋποθέτει τήν αὐτοπροαίρετη παραίτηση ἀπό τό δικαίωμα τοῦ γάμου καί γίνεται δυνατή μέ ἰδιαίτερο χάρισμα τοῦ Θεοῦ: «οὐ πάντες χωροῦσι τόν λόγον τοῦτον, ἀλλ’ οἷς δέδοται» (Ματ. 19, 11). Κατά τόν Ἰσίδωρο τόν Πηλουσιώτη τό χωρίο αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἡ παρθενία δόθηκε ἐκλεκτικά σέ μερικούς, ἀλλά ὅτι α) ὅσοι ἀναλαμβάνουν τόν ὑπεράνθρωπο αὐτό ἀγώνα χρειάζονται τή θεία βοήθεια, β) ἡ παρθενία δέν ἐπιβάλλεται ὡς νόμος, ἀλλά ἔρχεται ὡς προτροπή, καί γ) τό χάρισμα αὐτό προσφέρεται στούς ἐγκρατεῖς πού ἐπικαλοῦνται τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί δέν παραδίδονται στή ραθυμία καί τήν τρυφή. Ἄν ἡ παρθενία δινόταν ἐκλεκτικά σέ μερικούς, δέν θά ὑπῆρχε καί βραβεῖο. Δίνεται σέ ὅσους θέλουν νά τήν λάβουν. Τελικά ὁ πιστός ἔχει νά ἐπιλέξει ἀνάμεσα σέ δύο μορφές γάμου, τόν βιολογικό καί τόν πνευματικό. Ὅμως καί ὁ βιολογικός ὅταν γίνεται ἐν Κυρίῳ, γίνεται καί αὐτός πνευματικός. Ἄλλωστε τό ἀσκητικό πνεῦμα καί ἡ ἐσχατολογική προοπτική ἀφορᾶ καί τούς δύο γάμους.
Ὁ ποιμένας εἶτε εἶναι ὁ ἴδιος ἔγγαμος εἶτε εἶναι ἄγαμος, ὀφείλει μέ διάκριση νά καθοδηγεῖ τό ποίμνιό του σέ σωστές ἐπιλογές. Στήν ποιμαντική του διακονία, οἱ περισσότεροι ἀπό τό ποίμνιό του θά ἀκολουθήσουν τόν ἔγγαμο βίο, ἐλάχιστοι θά ἀφιερωθοῦν στό Θεό, ἀκόμα λιγότεροι θά ἀκολουθήσουν τόν μοναχικό βίο κι ἀκόμα λιγότεροι θά γίνουν κληρικοί. Σέ ὅλους θά ἀνοίξει τίς ἴδιες προοπτικές τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Χωρίς βιασύνη θά ἐπιστήσει τήν προσοχή, θά διακρίνει τούς χαρακτῆρες, τά κίνητρα, τίς ἀντοχές, θά καλλιεργήσει μακροχρόνια πνευματικές προϋποθέσεις, θά προτρέψει, θά ὑποδείξει, θά ἐνισχύσει, θά συμπορευθεῖ. Ποτέ ὅμως δέν θά ὑποχρεώσει ἤ θά ἐπιβάλει σέ κανέναν κάποιο τρόπο ζωῆς. Καί πάντα θά κινεῖται μέ ἕναν παρανομαστή, ὅτι ὁ ὑγειής καί ἰσορροπημένος πνευματικά πιστός, εἶναι κατάλληλος γιά ὅλα, ὅπως τό καλό ὕφασμα κάνει γιά κάθε εἴδους ἐργασία.
4. Σκανδαλισμός: Ὁ διάβολος εἶναι ἕτοιμος νά ἐξογκώσει τίς κακίες μερικῶν καί νά τίς ἀποδώσει σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία γιά νά διαβάλει τήν πίστη. Πόση προσοχή δέν πρέπει νά ἔχουμε οἱ διάκονοι καί λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας! Ἀκόμα κι ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν κατώτερες ἤ δευτερεύουσες ὑπηρεσίες στήν Ἐκκλησία μπορεῖ νά δοθεῖ ἀφορμή νά δυσφημιστεῖ ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Πόσες ἐπικρίσεις καί σχόλια μπορεῖ νά προκαλέσει ὁ διάβολος ἐναντίον τοῦ εὐαγγελίου, ἄν οἱ ἐπί κεφαλῆς δέν προβάλουν μιά ἀνεπίληπτη ζωή!
*
Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τήν ὁμιλία του ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης π. Βασίλειος Γιαννάκας, ὁ Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης μας κ. Συμεών ἐξέφρασε τίς βαθιές του εὐχαριστίες καί ἐν συνεχείᾳ ὑποβλήθηκαν ἐρωτήματα καί ἔγιναν τοποθετήσεις ἀπό τόν Πανοσ. Ἀρχιμ. π. Βασίλειο Τζοβλᾶ καί Αἰδεσ. Πρωτοπρ. π. Δημοσθένη Παπακωστόπουλο.